fbpx
Religious

ΨΑΛΜΟΣ 70

Published in Ψαλμοί

ΨΑΛΜΟΣ 70 - ΜΗ Μ' ΑΡΝΗΘΕΙΣ ΣΤΑ ΓΗΡΑΤΕΙΑ ΜΟΥ

Τῷ Δαυΐδ ψαλμὸς τῶν υἱῶν Ἰωναδὰβ καὶ τῶν πρώτων αἰχμαλωτισθέντων· ἀνεπίγραφος παρ' Ἑβραίοις.

1 Ἐπὶ σοί, Κύριε, ἤλπισα, μὴ καταισχυνθείην εἰς τὸν αἰῶνα.
1 Εις σε Κυριε έχω στηρίξει και στηρίζω τας ελπίδας μου. Πιστεύω ότι ποτέ δεν θα εντροπιασθώ.
1 Σ' εσένα, Κύριε, κατέφυγα· ποτέ ας μην ντροπιαστώ.
2 ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου ῥῦσαί με καὶ ἐξελοῦ με, κλῖνον πρός με τὸ οὖς σου καὶ σῶσόν με.
2 Εν ονόματι της δικαιοσύνης σου και δια της δικαιοσύνης σου γλύτωσέ με και ελευθέρωσέ με από αδίκους πειρασμούς και κατατρεγμούς. Κλίνε το αυτί σου προς εμέ, άκουσε την προσευχήν μου και σώσε με.
2 Με τη δικαιοσύνη σου θα με λυτρώσεις και θα μ' ελευθερώσεις· την προσοχή σου στρέψε την σ' εμένα και σώσε με.
3 γενοῦ μοι εἰς Θεὸν ὑπερασπιστὴν καὶ εἰς τόπον ὀχυρὸν τοῦ σῶσαί με, ὅτι στερέωμά μου καὶ καταφυγή μου εἶ σύ.
3 Γινε εις εμέ Θεός υπερασπιστής και φρούριον απόρθητον, δια να με σώσης από τους κινδύνους. Διότι βράχος, επί του οποίου σταθερά στηρίζομαι, και ασφαλές καταφύγιόν μου είσαι συ.
3 Γίνε για μένα βράχος, για να προστατευτώ, φρούριο, για να με σώσεις· γιατί βράχος μου και φρούριό μου είσ' εσύ.
4 ὁ Θεός μου, ῥῦσαί με ἐκ χειρὸς ἁμαρτωλοῦ, ἐκ χειρὸς παρανομοῦντος καὶ ἀδικοῦντος·
4 Ω Θεέ μου, γλύτωσέ με από τα χέρια του κάθε αμαρτωλού. Από τα χέρια εκείνων, οι οποίοι παραβαίνουν τον Νομον σου και διαπράττουν αδικίας.
4 Θεέ μου, μ' ελευθέρωσες απ' του κακού την εξουσία, απ' τη λαβή του αμαρτωλού και του καταπιεστή.
5 ὅτι σὺ εἶ ἡ ὑπομονή μου, Κύριε· Κύριε, ἡ ἐλπίς μου ἐκ νεότητός μου,
5 Γιατί εσύ 'σαι, Κύριε, η ελπίδα μου· από της νιότης μου τα χρόνια, Κύριε, η εμπιστοσύνη μου.
5 Διότι συ, Κυριε είσαι εκείνος, από τον οποίον με υπομονήν περιμένω βοήθειαν. Συ είσαι η ελπίς μου από αυτών ακόμη των χρόνων της νεότητός μου.
6 ἐπὶ σὲ ἐπεστηρίχθην ἀπὸ γαστρός, ἐκ κοιλίας μητρός μου σύ μου εἶ σκεπαστής· ἐν σοὶ ἡ ὕμνησίς μου διαπαντός.
6 Από τότε που ήμουν ακόμη έμβρυον, εις σε είχα στηριχθή. Από την κοιλίαν της μητρός μου συ ήσουνα και είσαι προστάτης και υπερασπιστής μου. Δια τούτο και εγώ ακαταπαύστως θα σε δοξολογώ.
6 Επάνω σου στηρίχτηκα· αγέννητος ακόμη, από της μάνας μου τη μήτρα το καταφύγιό μου είσ' εσύ· εσένα υμνώ παντοτινά.
7 ὡσεὶ τέρας ἐγενήθην τοῖς πολλοῖς, καὶ σὺ βοηθός μου κραταιός.
7 Ωσάν κάποιο παράδοξον φαινόμενον συμφορών εφάνηκα στους πολλούς. Εν μέσω όμως των δυστυχιών μου αυτών συ ήσουνα ο πανίσχυρος βοηθός μου.
7 Πολλοί νομίζουν ότι μ' εγκατέλειψες· αλλά εσύ 'σαι το ισχυρό μου καταφύγιο.
8 πληρωθήτω τὸ στόμα μου αἰνέσεως, ὅπως ὑμνήσω τὴν δόξαν σου, ὅλην τὴν ἡμέραν τὴν μεγαλοπρέπειάν σου.
8 Ας γεμίση το στόμα μου από ύμνους, δια να υμνώ το μεγαλείον σου, όλην την ημέραν την θείαν σου μεγαλοπρέπειαν.
8 Γεμάτο είναι το στόμα μου απ' τον ύμνο σου· όλη τη μέρα απ' τη μεγαλοπρέπειά σου.
9 μὴ ἀποῤῥίψῃς με εἰς καιρὸν γήρως, ἐν τῷ ἐκλείπειν τὴν ἰσχύν μου μὴ ἐγκαταλίπῃς με.
9 Μη με εγκαταλείψης τώρα εις τα γηράματά μου. Τωρα που με αφήνουν αι σωματικαί μου δυνάμεις συ, Κυριε, μη με εγκαταλείψης.
9 Μη μ' αρνηθείς στα γηρατειά μου· σαν φεύγει η δύναμή μου μη μ' εγκαταλείψεις.
10 ὅτι εἶπαν οἱ ἐχθροί μου ἐμοὶ καὶ οἱ φυλάσσοντες τὴν ψυχήν μου ἐβουλεύσαντο ἐπὶ τὸ αὐτό
10 Διότι οι εχθροί μου, αυτοί που καιροφυλακτούν να αφαιρέσουν την ζωήν μου, συνεσκέφθησαν μεταξύ των
10 Οι εχθροί μου με κακολογούν· κι αυτοί που κατατρέχουν τη ζωή μου συσκέπτονται μαζί,
11 λέγοντες· ὁ Θεὸς ἐγκατέλιπεν αὐτόν· καταδιώξατε καὶ καταλάβετε αὐτόν, ὅτι οὐκ ἔστιν ὁ ῥυόμενος.
11 και είπαν· Ο Θεός τον εγκατέλειψε. Καταδιώξατε, λοιπόν, αυτόν και συλλάβετέ τον, διότι δεν υπάρχει κανείς να τον γλυτώση από τα χέρια μας.
11 λέγοντας: «Τον παράτησε ο Θεός· καταδιώξτε τον και πιάστε τον, γιατί δεν έχει αυτός σωτήρα».
12 ὁ Θεός μου, μὴ μακρύνῃς ἀπ᾿ ἐμοῦ· ὁ Θεός μου, εἰς τὴν βοήθειάν μου πρόσχες.
12 Ω Θεέ μου, μη απομακρύνεσαι από εμέ. Ω Θεέ μου, δώσε προσοχήν εις την κατάστασίν μου και σπεύσε να με βοηθήσης.
12 Θεέ, από μένα μην απομακρύνεσαι· Θεέ μου, τρέξε να με βοηθήσεις.
13 αἰσχυνθήτωσαν καὶ ἐκλιπέτωσαν οἱ ἐνδιαβάλλοντες τὴν ψυχήν μου, περιβαλλέσθωσαν αἰσχύνην καὶ ἐντροπὴν οἱ ζητοῦντες τὰ κακά μοι.
13 Ας καταισχυνθούν και ας αφανισθούν εκείνοι, οι οποίοι επιβουλεύονται την ζωήν μου. Ας φορέσουν ωσάν ένδυμα την καταισχύνην και την εντροπήν εκείνοι, οι οποίοι σκέπτονται και επιζητούν την καταστροφήν μου.
13 Ας ντροπιαστούνε κι ας χαθούν όσοι μ' επιβουλεύονται, ας σκεπαστούν μ' αισχύνη κι όνειδος αυτοί που το κακό μου επιδιώκουν.
14 ἐγὼ δὲ διαπαντὸς ἐλπιῶ ἐπὶ σὲ καὶ προσθήσω ἐπὶ πᾶσαν τὴν αἴνεσίν σου.
14 Εγώ δε συνεχώς και ακαταπαύστως θα έχω τας ελπίδας μου εις σε και κοντά εις τας άλλας αινέσεις και δοξολογίας, που σου ανέπεμψα, θα προσθέσω και νέαν υμνολογίαν προς δόξαν του Ονόματός σου.
14 Εγώ όμως πάντα ελπίζω κι αδιάκοπα θα σε δοξολογώ.
15 τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν δικαιοσύνην σου, ὅλην τὴν ἡμέραν τὴν σωτηρίαν σου, ὅτι οὐκ ἔγνων γραμματείας.
15 Οταν συ θα με σώσης από αυτούς, που απειλούν την ζωήν μου, τότε το στόμα μου θα διαλαλήση την δικαιοσύνην σου αυτήν προς όλους. Ολην την ημέραν θα διακηρύττω την σωτηρίαν, την οποίαν συ στέλλεις. Προφορικώς θα εξαγγέλλω την ευγνωμοσύνην μου προς σέ, διότι εγώ δεν είμαι γραμματεύς δια να συγγράψω βιβλία και να καταγράφω εις αυτά τα θαυμαστά έργα σου.
15 Το στόμα μου θα εξιστορεί τη δικαιοσύνη σου, όλη τη μέρα τη βοήθειά σου· γιατί να τις απαριθμήσω δεν μπορώ.
16 εἰσελεύσομαι ἐν δυναστείᾳ Κυρίου· Κύριε, μνησθήσομαι τῆς δικαιοσύνης σοῦ μόνου.
16 Θα εισέλθω εις την εξιστόρησιν όλων των θαυμαστών έργων, που έκαμεν η παντοδυναμία του Κυρίου. Ναι, Κυριε, θα ενθυμηθώ την δικαιοσύνην σου, διότι συ είσαι ο απόλυτος και μόνος δίκαιος.
16 Θ' αναφερθώ στα κατορθώματα Κυρίου του Θεού· στο νου θα φέρω τη δικαιοσύνη σου -μονάχα τη δική σου.
17 ὁ Θεός, ἃ ἐδίδαξάς με ἐκ νεότητός μου, καὶ μέχρι τοῦ νῦν ἀπαγγελῶ τὰ θαυμάσιά σου.
17 Ω Θεέ μου, θα αναγγείλω και θα διαλαλήσω τας θαυμαστάς επεμβάσεις της προστασίας σου, με τας οποίας με εδίδαξες από την νεότητά μου μέχρι σήμερα να ελπίζω εις την προστασίαν σου.
17 Θεέ, απ' τα νιάτα μου με δίδαξες και ως τα τώρα διαλαλώ τα θαυμαστά σου έργα.
18 καὶ ἕως γήρως καὶ πρεσβείου, ὁ Θεός, μὴ ἐγκαταλίπῃς με, ἕως ἂν ἀπαγγελῶ τὸν βραχίονά σου τῇ γενεᾷ πάσῃ τῇ ἐπερχομένῃ,
18 Και μέχρι των γηρατείων μου και μέχρι της πλέον προχωρημένης ηλικίας μου, ω Θεέ μου, μη με εγκαταλείψης, μέχρις ότου διαλαλήσω την προστασίαν της παντοδυνάμου δεξιάς σου εις κάθε γενεάν, η οποία επακολουθεί.
18 Ακόμα κι ως τα γερατειά κι όταν ασπρίσουν τα μαλλιά, Θεέ, να μη μ' αφήσεις, ώσπου τη δύναμή σου να κηρύξω σ' ετούτη τη γενιά, και σ' όλες που θα 'ρθούνε την ισχύ σου,
19 τὴν δυναστείαν σου καὶ τὴν δικαιοσύνην σου. ὁ Θεός, ἕως ὑψίστων ἃ ἐποίησας μεγαλεῖα· ὁ Θεός, τίς ὅμοιός σοι;
19 Μα εξαγγείλω την ακατανίκητον δύναμίν σου, την άπειρον δικαιοσύνην σου. Ω Θεέ, μέχρι των υψίστων και απεριορίστων περιοχών του ουρανίου κόσμου φθάνουν τα μεγαλεία τα οποία έκαμες. Ο Θεός, ποιός όμοιος υπάρχει προς σέ;
19 και τη δικαιοσύνη σου, Θεέ, ως τα ύψη, γιατί σπουδαία έργα έκανες· ποιος είναι όμοιός σου, Θεέ;
20 ὅσας ἔδειξάς μοι θλίψεις πολλὰς καὶ κακάς, καὶ ἐπιστρέψας ἐζωοποίησάς με, καὶ ἐκ τῶν ἀβύσσων τῆς γῆς πάλιν ἀνήγαγές με.
20 Ποσας και πόσας θλίψεις, βαρείας και οδυνηράς, μου έστειλες! Πλην έστρεψες προς εμέ στοργικόν το βλέμμα σου και την αγάπην σου, και με ανεζωογόνησες, και από τα απύθμενα βάθη της γης πάλιν με ανεβίβασες.
20 Εσύ, που θλίψεις μου 'δωσες πολλές και συμφορές, μου ξαναδίνεις τη ζωή· κι από την άβυσσο της γης επάνω μ' ανεβάζεις.
21 ἐπλεόνασας ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν μεγαλωσύνην σου καὶ ἐπιστρέψας παρεκάλεσάς με καὶ ἐκ τῶν ἀβύσσων τῆς γῆς πάλιν ἀνήγαγές με.
21 Πλουσίαν έδειξες εις εμέ την μεγαλειώδη συγκατάβασίν σου, διότι συ επιστραφείς με επαρηγόρησες. Και από τα κατώτατα βάθη των συμφορών, όπου είχα βυθισθή, πάλιν με επανέφερες εις την επιφάνειαν.
21 Το μεγαλείο μου αύξησε και παρηγόρησέ με πάλι.
22 καὶ γὰρ ἐγὼ ἐξομολογήσομαί σοι ἐν σκεύει ψαλμοῦ τὴν ἀλήθειάν σου, ὁ Θεός· ψαλῶ σοι ἐν κιθάρᾳ, ὁ ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ.
22 Δια τούτο και εγώ θα υμνολογήσω με μουσικά όργανα την αξιοπιστίαν και αλήθειαν των λόγων και των υποσχέσεών σου. Θα σε υμνολογήσω με την κιθάραν, ω άγιε Θεέ του Ισραήλ.
22 Κι εγώ θα σε δοξολογήσω με άρπα· Θεέ μου, το πόσο είσαι πιστός με λύρα θα σου ψάλλω, ʼγιε Θεέ του Ισραήλ.
23 ἀγαλλιάσονται τὰ χείλη μου, ὅταν ψάλω σοι, καὶ ἡ ψυχή μου, ἣν ἐλυτρώσω.
23 Οταν εγώ ψάλλω ύμνους προς το μεγαλείον σου, θα γεμίσουν από αγαλλίασιν τα χείλη μου και η ψυχή μου, την οποίαν τόσες και τόσες φορές συ εγλύτωσες.
23 Τα χείλη μου θα ψάλλουν με χαρά γιατί με λύτρωσες· και η ψυχή που λύτρωσες θα χαίρεται.
24 ἔτι δὲ καὶ ἡ γλῶσσά μου ὅλην τὴν ἡμέραν μελετήσει τὴν δικαιοσύνην σου, ὅταν αἰσχυνθῶσι καὶ ἐντραπῶσιν οἱ ζητοῦντες τὰ κακά μοι.
24 Ακόμη δε και η γλώσσα μου θα μελετά όλας τας ημέρας την δικαιοσύνην σου. Οταν μάλιστα βλέπω να αποτυγχάνουν αυτοί, που ζητούν την καταστροφήν μου, να καταισχύνωνται και να κατεντροπιάζωνται.
24 Η γλώσσα μου όλη τη μέρα τη δικαιοσύνη σου θα ψιθυρίζει· γιατί αισχυνθήκαν και ντροπιάστηκαν όσοι γυρεύουν το κακό μου.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Μιά ἐπείγουσα κλίση γιά βοήθεια.
α2 Σέ καταστάσεις ἐκτάκτου ἀνάγκης.
β Ὅταν καταδιώκεσαι σέ ἔρημο μή φοβηθεῖς, ψάλλε τον κατά τόν ὄρθρο.
γ Γιά ἐγκαταλελειμμένους ἀνθρώπους πού γίνονται βαρετοί ἀπό φθόνο τοῦ διαβόλου καί ἔρχονται σέ ἀπόγνωση, γιά ἔλεος ἀπό τόν Θεό καί περίθαλψη.
ε "Σωτηρίαν δέ ὁ Ψ. οὗτος ζητεῖ παρά Θεοῦ καί ἐλευθερίαν ἀπό τούς πολεμοῦντας, διά τοῦτο ἁρμόζει νά λέγεται καί ἀπό ἡμᾶς τούς Χριστιανούς ἐναντίον τῶν νοητῶν καί αἰσθητῶν ἐχθρῶν, ὁπού μᾶς πολεμοῦν".
στ Ἡ προσευχή πρός τόν Κύριο νά εἶναι ὑπερασπιστής μας σέ κάθε τι, παντοῦ καί πάντοτε ἀπό τή νεότητά μας ἕως τά βαθιά γηρατειά μας.
θ "Ἔκφρασις ἐλπίδος πρός τόν Θεό ἐν περιπτώσει δεινῶν περιπετειῶν καί θλίψεων.

// Template Design © Joomla Templates | GavickPro. All rights reserved.