fbpx

ΒΙΟΣ: Άγιος Χαράλαμπος

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ο Άγιος Χαράλαμπος μαρτύρησε σε ηλικία 113 ετών την εποχή που βασίλευε ο Σεπτίμιος Σεβήρος. Κάποιοι από τα πνευματικά του τέκνα είχαν προσπαθήσει να τον πείσουν να φύγει, για να μη συλληφθεί. Ο Άγιος όμως, αρνήθηκε, γιατί όπως ήταν φυσικό, είναι αδύνατο εντελώς στον καλό ποιμένα να εγκαταλείψει το ποίμνιο του πάνω στον κίνδυνο. Συνελήφθη λοιπόν και βασανίσθηκε απάνθρωπα και ομολόγησε με παρρησία την πίστη του. Αρκετοί ήταν οι στρατιώτες, που διατάχτηκαν να τον βασανίσουν και πίστεψαν στον Χριστό. Οι άρχοντες είχαν θορυβηθεί από την ομαδική μεταστροφή των ανθρώπων και διέταξαν να τον αφήσουν ελεύθερο. Αργότερα, ο Σεπτίμιος Σεβήρος, μη μπορώντας να αντέξει την παρρησία και την ανδρεία του γέροντα, διέταξε τον αποκεφαλισμό του. Ο Άγιος ήταν ένα φωτεινό πρόσωπο, στο οποίο ακτινοβολούσε η χαρά.  Η χαρά αδελφοί μου δεν είναι ένα απλό συναίσθημα, αλλά ο καρπός του Αγίου Πνεύματος, που δίδεται σαν δωρεά σε εκείνους, οι οποίοι μέσω της άσκησης καθαρίστηκαν από τα πάθη τους και έλαβαν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η χαρά συνδέεται με την ταπεινοφροσύνη, με την μετάνοια, με την ανιδιοτελή αγάπη, που είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. Όταν ο άνθρωπος κυριαρχείται από τα πάθη και κυρίως την υπερηφάνεια, δεν μπορεί να χαρεί πραγματικά την ζωή του. Ένα από τα αξιοσημείωτα της ζωής του Αγίου είναι και το γεγονός ότι δεν εγκατέλειψε το ποίμνιο του την ώρα του κινδύνου. Δεν θυσίασε τους άλλους για να ζήσει ο ίδιος, αλλά θυσιάστηκε για τους άλλους με μεγάλη αυταπάρνηση και προθυμία. Οι Άγιοι πενθούν για τα πάθη και τις αμαρτίες τους, χωρίς όμως ποτέ να λυπούνται άμετρα χωρίς ελπίδα και χωρίς να χαίρονται άμετρα. Γιατί αδελφοί μου μεταξύ της λύπης και της χαράς είναι η ελπίδα. Πόσες φορές δεν σκεφτόμαστε το μέλλον μας και φεύγουμε από το παρόν και δεν χαιρόμαστε αληθινά την ζωή μας. Μάλιστα συνηθίζουμε να παραπονούμαστε ότι η κοινωνία στην οποία ζούμε, δεν μας επιτρέπει να χαρούμε την ζωή μας, λες και φταίνε οι άλλοι για τα πάθη, τα λάθη και τις αποτυχίες μας. Εάν η ζωή μας είναι παράδεισος ή κόλαση γι' αυτό δεν ευθύνονται οι άλλοι, αλλά εμείς οι ίδιοι, γιατί οι συνάνθρωποί μας δεν είναι η κόλασή μας, αλλά η χαρά μας. Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, σε όποιον συναντούσε του έλεγε, "Χριστός Ανέστη χαρά μου". Χωρίς να ταπεινωθούμε αδελφοί μου δεν είναι δυνατόν να έχουμε τέλεια χαρά, αφού η σωτηρία μας περνάει μέσα από την ταπείνωση, και την ανιδιοτελή αγάπη για τους συνανθρώπους μας. Αμήν

– Αθανάσιος Χατζής, Αθήνα, Ιούλιος 2005

Μέρος Α'

Ο Άγιος Χαράλαμπος

Η καταγωγή του

Ο Άγιος Χαράλαμπος καταγόταν από την Μαγνησία της Μικράς Ασίας και γεννήθηκε στα τέλη του πρώτου μετά Χριστόν αιώνα. Ότι ήταν από την Μαγνησία, μας πληροφορεί ο πρώτος του Συναρξιστής. Η έρευνα έδειξε όμως ότι υπάρχουν τρεις περιοχές με αυτό το όνομα. Δεν είναι εξακριβωμένο ποια από τις τρεις αυτές περιοχές είναι ο τόπος καταγωγής του Αγίου. Έτσι η Μαγνησία που βρίσκεται στην Θεσσαλία δεν αποκλείεται να είναι ο ευλογημένος αυτός τόπος. Επίσης άλλες δυο περιοχές που βρίσκονται, η μία κοντά σοτν ποταμό Μαίανδρο και η άλλη κοντά σοτν ποταμό Σίπυλο  διεκδικούν και αυτές τον Άγιο. Για την Θεσσαλική περιοχή υπάρχει και η παράδοση που υπάρχει στους κατοίκους της σχετικά με τον Άγιο Χαράλαμπο.

Ο Ιερέας

Στην περιοχή της Μαγνησίας, την εποχή που οι διωγμοί των Χριστιανών από τους ειδωλολάτρες είχαν κορυφωθεί ζούσε  ο υπέργηρος πια, Άγιος Χαράλαμπος. Τότε λοιπόν στην Ρώμη βασίλευε ο σατανικός Σεβήρος ενώ έραρχος της Μαγνησίας ήταν κάποιος που ονομαζόταν Λουκιανός. Ο μεν Σεβήρος διέταζε ο δε Λουκιανός εκτελούσε τοπικά. Και οι δυο ήταν εναντιίον του  Χριστιανισμού και η πορεία τους ήταν γεμάτη με φόνους αθώων και πολλά βασανιστήρια. Ο Άγιος ήταν ο νόμιμος Ιερέας στην επαρχία της Μαγνησίας. Στην περιφέρεια του λοιπόν κατηχούσε και βάπτιζε και ποίμαινε με σύνεση. Δίδασκε την Χρισιτανική Πίστη και ξεσκέπαζε την πλάνη των ειφωλολατρών που άρχισαν να συρρέουν προς τον Χριστό. Μαθαίνονταις όμως την δράση του ο έπαρχος Λουκιανλός οργίστηκε και διέταξε ένα στρατιωτικό απόσπασμα να πάει να τον συλλάβει και να τον παρουσιάσει μπροστά του για να τον ελέγξει.

Η ομολογία πίστης

Πράγματι το στρατιωτικό απόσπασμα συλλαμβάνει τον Άγιο και τον οδηγεί μπροστά στον ασεβή Λουκιανό. Παρουσιάστηκε, με την σεμνότητα και την συστολή, που τον διέκρινε αλλά και γεμάτος θάρρος. Ο έπαρχος προσπάθησε να τον πείσει να αλλάξει την πίστη του λέγοντας του:

- "Σε καλώ, να σταματήσεις να κηρύττεις τον Χριστό στους πολίτες της επαρχίας μου και να γυρίσεις στην πατροπαράδοτη πίστη των προγονικών μας θεών. Τι έχεις πάθει; Δεν καταλαβαίνεις ότι δεν υπακούς τις διαταγές του βασιλιά μας, του Σεβήρου;"

- "Άφησε άρχοντα τα μάτια της ψυχής σου να δουν το φως του Χριστού και τότε πολλά θα καταλάβεις, αφού εγώ υπακούω μόνο σε Εκείνος και όχι στις διαταγές του Σεβήρου που θέλει να προσκυνάμε πέτρες και αναίσθητα πράγματα για θεούς και που θέλει με αυτλόν τον τρόπο να οδηγούνται οι ψυχές μας στον θάνατο".

- "Άσε γέροντα τα πολλά λόγια και κάνε αυτό που λέει ο νόμος, για το συμφέρον σου. Προσκύνησε τους θεούς των προγόωνω μας γιατί θα σε βασανίσω πολύ σκληρά και θα το κάνεις ούτως ή άλλως".

- "Αλίμονο αν δεν υποφέρουμε σε αυτή την πρόσκαιρη ζωή, δεν θα καταφέρουμε αλλιώς να έχουμε θέση στην Ουράνια Βασιλεία".

Στο άκουσμα της ομολογίας του Αγίου, ο έπαρχος αλλά και κάποιοι άρχοντες που ήταν παρόντες απευθύνθηκαν προς τον Άγιο αναφέροντάς του διάφορα βασανιστήρια που θα έπρεπε να υποστεί αν δεν αρνιόταν τον Ψριστό λέγοντάς του:

- "Θυσίασε αμέσως, τώρα, στους θεούς στενοκέφαλε γέροντα".

- "Ας μην αξιωθώ ποτέ να γίνω τόσο μωρός και ανόητος ώστε να προσκυνήσω τους δαίμονες που εσείς προσκυνάτε και σέβεστε. Τους δαίμονες που φοβούνται την δύναμη του Σταυρού και τρέπονται σε φυγή".

Του ξεσκίζουν τις σάρκες

Οι άρχοντες προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να κάνουν τον Άγιο να αλλαξοπιστήσει. Ο Λουκιανός από την άλλη με πηδάλιο το προσωπικό του συμφέρον όταν κατάλαβε ότι η πίστη του στον Αληθινό Θεό είναι σταθερή και δεν μπορεί κανείς να τον μεταπείσει, διέταξε του δημίους του να τον γυμνώσουν και να ξεσκίζουν σιγά σιγά και μεθοδικά τις σάρκες του με σιδερένια χτένια. Ο Άγιος όμως σε όλη τη διάρκεια αυτής της βαρβαρότητας υπέμενε στωϊκά και χαιρόταν με τα βασανιστήρια λέγοντας:

- "Ω πόσο σας ευχαριστώ που με βοηθάτε βασανίζοντας το σώμα μου να βρεθεί πιο κοντά η ψυχή μου στην αιώνια μακαριότητα. Ευχαριστώ Θεέ μου που με αξίωσες, εμένα τον αμαρτωλό αυτό το μαρτύριο".

Στη διάρκεια μάλιστα αυτής της θηριωδίας, τα χτένια κάποια στιγμή είχαν στομώσει και έτσι όσο και να κοπίαζαν οι δήμιοι δεν υπήρχε περίπτωση να ξεσκίσουν άλλη από την σάρκα του Αγίου. Μάλιστα έλεγαν συζητώντας μεταξύ τους οι δήμιοι:

- "Τι άνθρωπος είναι αυτός που νομίζει την ατίμωση για τιμή; Μήπως είναι ο Χριστός και έχει έρθει να μας δοκιμάσει για αυτό κιόλας τα χτένια μας δεν μπορούν να του ξεσκίσουν πλέον τις σάρκες;"

Καταλαβαίνοντας ότι δεν μπορούσαν πλέον οι δήμιοι να κάνουν τίποτε, το ανέφεραν και τότε σηκώθηκε ένας δούκας που παρακολουθούσε και έλεγξε τους δήμιους ότι δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους. Στη συνέχεια άρπαξε από τα χέρια τους τα ματωμένα χτένια και άρχισε να ξεσκίζει το σώμα του Αγίου πολύ θυμωμένος. Ξαφνικά όμως τα χέρια του από τους αγκώνες κόπηκαν και κρέμασαν στο σώμα του. Σφάδαζε από τους πόνους και έλεγε προς τον Λουκιανό:

- "Βοήθα με ηγεμόνα. Είναι μάγος αυτός ο άνθρωπος".

Ο Λουκιανός πλησίασε τότε τον Άγιο και τον έφτυσε στο πρόσωπο, ενώ ταυτόχρονα ο τράχηλός του στρέφεται προς τα πίσω αφήνοντας έκπληκτους όλους τους παρευρισκόμενους, που τους έλεγαν: 

- "Όσιε μην στρέψεις την οργή του Κυρίου πάνω μας. Κάνε αυτό που σε διατάζει ο χριστός, να μην κάνεις κακό όταν σου κάνουν κακό, αλλά να ευεργετείς όλους αυτούς που σε μισούν".

- "Πιστέψτε με γιατί αλήθεια σας λέγω. Ο Κύριος τιμώρησε αυτούς τους δύο με σκοπό να το δείτε εσείς και να μετανοήσετε και για να σας δώσει την αιώνια ζωή".

Τότε με μια φωνή όλοι όσοι άκουσαν τον Άγιο είπαν:

- "Συγχώρεσέ μας Δέσποτα και συγχώρεσε όλες τος αμαρτίες μας και λυπήσου μας".

Πολλοί ήταν αυτοί που πίστεψαν πραγματικά στον Κύριο. Ο Δούκας μάλιστα που τόση ώρα βρισκόταν στο έδαφος με τα χέρια του να είναι κομμένα από τους αγκώνες, δείχνοντας αληθινή μετάνοια παρακαλούσε τον Άγιο λέγοντας:

- "Άγγελε του Θεού. Ουράνιε άνθρωπε. Βοήθησέ με τον ταλαίπωρο. Έχεις πάνω σου το βάρος των χεριών μου και πονάω και υποφέρω. Θεράπευσέ με σε παρακαλώ για να μη πονάω πια και θα πιστέψω στον Θεό σου αν συμβεί αυτό".

Ο Άγιος στην συνέχεια απευθύνεται προς τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό προσευχόμενος:

- "Ω πόσο σε ευχαριστούμε Δέσποτα για την προστασία σου και την επίβλεψή σου και την αγάπη που έχεις για όλους εμάς τους αμαρτωλούς. Επίβλεψε Κύριε και σε αυτούς τους ταπεινωμένους και ταλαιπωρημένους δούλους σου και λύσε τα δεσμά τους για να δοξαστεί το Άγιο Όνομά σου".

Τότε ακούστηκε μία φωνή από τον Ουρανό που έλεγε:

- "Χαίρε αθλητή Χαράλαμπε. Εσένα που κάνεις παρέα με τους αγγέλους και έχεις τον χαρακτήρα και τον τρόπο των Αποστόλων. Εσένα λοιπόν μόλος άκουσα την προσευχή σου και να. δες, θεραπεύω τους ασθενείς για τους οποίους μίλησες".

Αμέσως θεραπεύτηκαν και ο δούκας αλλά και ο ηγεμόνας Λουκιανός. Μάλιστα ο δούκας βαπτίστηκε και ο Λουκιανός σταμάτησε τον Διωγμό των Χριστιανών μέχρις ότου στείλει την αναφορά του για όλα όσα είχαν συμβεί προς τον βασιλιά του, τον Σεβήρο.

Τον σουβλίζουν

Όλα όσα είχαν συμβεί μαθεύτηκαν πολύ γρήγορα σε όλη την Μαγνησία και όλοι οι κάτοικοι ακόμα και γειτονικών επαρχιών επισκέπτονταν τον Άγιο για να εξομολογηθούν τις αμαρτίες τους και στη συνέχεια για να βαπτιστούν. Τα θαύματα που έκανε ο Άγιος ήταν πάρα πολλά. Οι τυφλοί έβλεπαν το φως τους, οι χωλοί περπατούσαν, οι δαιμονισμένοι αποχωριζόντουσαν από τα δαιμόνια και νεκροί ανασταίνονταν ενώ θεράπευε κάθε είδους αρρώστια. Όλα αυτά αλλά και τα προηγούμενα ο Λουκιανός πηγαίνοντας ο ίδιος τα ανάφερε στον βασιλιά του τον Σεβήρο, ο οποίος άκουσε με μεγάλη προσοχή τον Λουκιανό. Αφού τελείωσε λοιπόν την αναφορά του ο Λουκιανός αντίκρισε τον Σεβήρο οργισμένο και με θολωμένο το μυαλό να φωνάζει με στεντόρεια φωνή:

- "Ω θεοί προγονικοί και σεβαστοί γιατί δεν ασχολείστε και δεν εξολοθρεύετε από την γη όλους αυτούς τους ασεβείς που σας βρίζουν και σας προσβάλλουν;"

Και ενώ έβγαζε αφρούς από το στόμα του έδωσε διαταγή να συσταθεί ένα απόσπασμα αποτελούμενο από τριακόσιους στρατιώτες. Η αποστολή του στρατιωτικού αποσπάσματος θα ήταν να πάρουν τον Άγιο και αφού του καρφώσουν σε όλη τη ράχη καρφιά, να τον σύρουν από την Μαγνησία έως την Αντιόχεια με σκοπό να παραδειγματιστούν όλοι οι χριστιανοί και να φοβηθούν.

Πράγματι το απόσπασμα έφτασε στην Μαγνησία. Πήραν λοιπόν τον Άγιο και κάρφωσαν καρφιά όχι μόνο στη ράχη του αλλά και σε όλο το σώμα του. Έπειτα το έδεσαν από την γενειάδα και τον τραβούσαν με μίσος και περισσή ασπλαχνία. Στη συνέχεια τον τοποθέτησαν πάνω σε ένα άλογο με σκοπό να τον χλευάσει ο κόσμος. Αφού προχώρησαν μία απόσταση περίπου τριών χιλιομέτρων το άλογο σταμάτησε και με μία βροντερή ανθρώπινη φωνή είπε:

- Ω καταραμένοι στρατιώτες, που υπηρετείτε τον βασιλιά σας τον σατανά. Δεν βλέπετε ότι αυτός ο άνθρωπος έχει μαζί του τον Θεό και το Άγιο Πνεύμα; Λύστε τον για να λυθείτε και εσείς από τα δεσμά σας".

Οι στρατιώτες έκπληκτοι και φοβισμένοι αλλά δίχως να πειράξουν άλλο τον Άγιο και για να μην παρακούσουν την διαταγή του Σεβήρου, τον οδήγησαν στην Αντιόχεια. Ο διάβολος όμως μεταμορφώθηκε σε γέροντα και παρουσιάστηκε μπροστά στον ασεβή Σεβήρο και του είπε:

– Αλοίμονο βασιλιά. Είμαι ο βασιλιάς των Σκυθών και στην πατρίδα μου εμφανίστηκε ένας μάγος που τον λένε Χαράλαμπο και μου πήρε όλους τους στρατιώτες μου. Για τον λόγο αυτό ήρθα να σου το πω για να προσέξεις και να μην πάθεις και εσύ τα ίδια που έπαθα και εγώ".

Ο Σεβήρος ακούγοντάς τον, διέταξε να μεταφέρουν τον Άγιο μπροστά του. Πράγματι μόλις τον έφεραν μπροστά του διέταξε να του καρφώσουν μία σούβλα στο στήθος και αφού ανάψουν φωτιά να τον κάψουν μέχρι να ξεψυχήσει. Όλα έγιναν σύμφωνα με την εντολή του Σεβήρου και ο Άγιος ενώ τον είχαν βάλει μέσα στη φωτιά δεν έπαθε τίποτα αφού έσβηνε και αφού αυτοί που προσπαθούσαν να την ξανανάψουν έπεφταν κάτω από την κούραση

Ο δαιμονισμένος

Ο Σεβήρος βλέποντας όλα αυτά που διαδραματίζονταν μπροστά στα μάτια του, διέταξε τους στρατιώτες να τον απελευθερώσουν από τα μαρτυρικά δεσμά και τον κάλεσε να έρθει να καθίσει δίπλα του. Ο Άγιος απελευθερώθηκε και κάθισε δίπλα στον Σεβήρο ο οποίος με απολογητικό ύφος του είπε: 

– "Μη μου κρατήσεις κακία, γιατί ο βασιλιάς των Σκυθών με παραπλάνησε και με εξώθησε για όλα όσα έπαθες. Έτσι να μην με χρεώσεις και σε παρακαλώ σε ότι σε ρωτήσω να μου απαντήσεις. Και πρώτα από όλα πόσων χρονών είσαι γέροντα;"

– "Εκατόν δέκα τριών ετών".

– "Μα τόσα πολλά χρόνια ζωής που έφτασες δεν έχεις ακόμα αποκτήσει τη σοφία ώστε να καταλαβαίνεις ότι υπάρχουν μόνο οι αθάνατοι προγονικοί μας θεοί και πιστεύεις στον Χριστό, έναν άγνωστο σε όλους μας;"

– "Ο λόγος που πιστεύω στον έναν και μοναδικό Θεό είναι γιατί έχω τόσα πολλά χρόνια διανύσει και δεν έχω αντικρίσει άλλον Παντοδύναμο και Ευσπλαχνικό Θεό εκτός από Εκείνον".

– "Είναι αλήθεια αυτό που με πληροφόρησαν οι άνθρωποί μου, ότι ανασταίνεις ακόμα και νεκρούς;"

– "Βασιλιά αυτό μόνο ο Δεσπότης Χριστός μπορεί να το κάνει και όχι ένας οποιοσδήποτε άνθρωπος".

Ο Σεβήρος διέταξε εκείνη τη στιγμή να φέρουν μέσα ένα δυστυχισμένο άνθρωπο που εδώ και τριάντα έξη χρόνια βασανιζόταν από ένα δαιμόνιο που είχε φυτέψει μέσα σου ο διάβολος. Μόλις μπήκε στην αίθουσα και πλησίασε προς τον Άγιο ο δαίμονας που βρισκόταν μέσα του άρχισε να καίγεται και ο άνθρωπος να χτυπιέται στο έδαφος φωνάζοντας:

– "Άνθρωπε του Θεού μη με βασανίσεις άλλο αλλά πες μόνο ένα σου λόογο και θα βγω και αν θέλεις θα σου πω τον τρόπο και την αιτία για την οποία μπήκα σε αυτόν τον άνθρωπο".

– "Μίλα λοιπόν ακάθαρτο πνεύμα και πες μου".

– "Αυτός ο άνθρωπος που στέκεται τώρα μπροστά σου είχε κλέψει τα πράγματα ενός γείτονά του και σκότωσε τον κληρονόμο του. Έτσι τον συνάντησα την στιγμή που βρισκόταν σε κατάσταση ανομίας και μπήκα μέσα του και τον βασανίζω εδώ και τριάντα έξη χρόνια ασταμάτητα".

Τότε ο Άγιος επιτίμησε το ακάθαρτο πνεύμα και εκείνο αμέσως βγήκε έξω από τον άνθρωπο. Ο Σεβήρος θαύμασε αναγνωρίζοντας το Μεγαλείο του Θεού των Χριστιανών και διέταξε να αφεθεί ελεύθερος ο Άγιος Χαράλαμπος, ο οποίος επέστρεψε στο σπίτι του.

ΜΕΡΟΣ Β'

Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ

Τον καίνε με λαμπάδες

Μετά όμως από τρεις μέρες πέθανε κάποιος νέος που ήταν γνωστός του βασιλιά. Τότε ο Σεβήρος κάλεσε τον Άγιο και του είπε να αναστήσει τον νεκρό. Ο Άγιος προσευχήθηκε προς τον Κύριο λέγοντας:

– "Κύριε Ιησού Χριστέ, εσύ που αναστήσες τον Λάζαρο, άκουσε και τον δούλο σου και ανάστησε τον άνθρωπο αυτόν, για να δοξάζεται το Πανάγιο όνομά σου εις τους αιώνες των αιώνων και για να πιστέψουν αυτοί που βλέπουν, ότι Εσύ είσαι ο μόνος και Αληθινός Θεός, που κάνει θαύματα.

Αφού τελείωσε την προσευχή του ο Άγιος, ακούστηκε από τον ουρανό μια δυνατή αλλά γλυκιά φωνή που έλεγε:

– "Χαράλαμπε, ευλογημένος είσαι, εγώ ο Θεός σου, είμαι κοντά σου και ότι ζητήσεις θα γίνεται".

Αμέσως μετά ο Άγιος κάνοντας το σημείο του Σταυρού, σφράγισε τον νεκρό λέγοντας:

– "Εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού επάνω".

Μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων των παρευρισκομένων, ο νεκρός νέος σηκώθηκε όρθιος στα πόδια του. Αναστήθηκε λοιπόν δοξάζοντας τον Θεό και τον Άγιο. Όμως ο έπαρχος που ονομαζόταν Κρίσπος παρότρυνε τον βασιλιά του να θανατώσει τον Άγιο γιατί όπως καταλάβαινε ο ίδιος, χρησιμοποιούσε την μαγική τέχνη για να κάνει θαυμαστά πράγματα. Έτσι ο Σεβήρος ακούγοντας τον Κρίσπο άλλξε αμέσως διάθεση απέναντι στον Άγιο και τον κάλεσε να θυσιάσει στα είδωλα, αλλιώς θα αναγκαζόταν να τον βασανίσει. 

– "Βασιλιά όσο πιο πολύ με βασανίσεις τόσο πιο πολύ θα ευφραίνεται η ψυχή μου".

Μόλις άκουσε αυτά τα λόγια ο τύραννος, πλημμύρισε από άγριο εγωϊσμό και κακία. Διέταξε αμέσως να συντρίψουν με πέτρες το σαγόνι του και να του κάψουν την γενειάδα και το σώμα με αναμμένες λαμπάδες. Πράγματι ένα στρατιωτικό απόσπασμα τον οδήγησε στη φυλακή όπου εκεί γύμνωσαν το σώμα του και άρχισαν να καίνε το σώμα του με τις αναμμένες λαμπάδες. Και όπως εκείνος σφάδαζε από τους πόνους, οι βασανιστές ειδωλολάτρες έκαιγαν το σώμα του με τις αναμμένες λαμπάδες κρατώντας τες με σατανική επιμονή. Πονούσε, υπέφερε, συγκλονιζόταν ο Άγιος από φρικτούς πόνους, αλλά με την δύναμη του Σωτήρα Χριστού, άντεχε. Πάλευε, δεν άφηνε να τον κυριέψει ο τρόμος και η απελπισία.

– "Μετά το μαρτύριο ο θάνατος. Και με τον μαρτυρικό υπέρ του Χριστού θάνατο ανατέλλει η αιώνια ζωή και το ανεκτίμητο στεφάνι της νίκης", ψιθύριζε ο Μάρτυρας. Η φωτιά ξαφνικά σαν να σκεφτόταν άλλαξε πορεία και κατάκαψε τους δήμιους. Μαθαίνοντας λοιπόν ο τύραννος, ότι το βασανιστήριο δεν είχε το αποτέλεσμα που ήθελε άρχισε να ρωτάει τους άρχοντες σχετικά με το ποιος είναι ο Χριστός που κάνει τόσο θαυμαστά και εκπληκτικά πράγματα. Την απάντηση την πήρε από τον βλάσφημο Κρίσπο.

– "Είναι κάποιος που γεννήθηκε από την αμαρτία μιας γυναίκας που ονομαζόταν Μαρία".

Ο Αρίσταρχος όμως ακούγοντας τον έπαρχο να βλασφημεί του είπε να μην βλασφημεί αφού δεν γνωρίζει τέτοιου είδους μυστήρια. Ο βασιλιάς θύμωσε και οργισμένος πήρε ένα τόξο και μια φαρέτρα με βέλη και βγήκε έξω και άρχισε να πετά βέλη προς τον ουρανό φωνάζοντας:

– "Χριστέ κατέβα στη γη τώρα να πολεμήσουμε γιατί αλλιώς θα ανέβω εγώ για να Σε βρω και να διαλύσω το στερέωμα και να σβήσω τον ήλιο".

Ακολούθησε ένας πολύ μεγάλος σεισμός που έδειξε την οργή του Κυρίου και στην συνέχεια ο Σεβήρος και ο Κρίσπος σαν να ήταν κρεμασμένοι στον αέρα αιωρούνταν. Ο Σεβήρος τρομαγμένος απευθύνθηκε προς Άγιο λέγοντάς του:

– "Κύριέ μου Χαράλαμπε. Είναι δικαιοσύνη αυτό που μου συμβαίνει. Σε παρακαλώ προσευχήσου προς τον Χριστό να με λυτρώσει από αυτή την τιμωρία και εγώ υπόσχομαι ότι θα στείλω μια επιστολή σε όλες τις πόλεις για να τον δοξάζουν και επίσημα".

Εκείνη τη στιγμή ήρθε και η κόρη του βασιλιά που ονομαζόταν Γαλήνη και απευθυνόμενη προς τον πατέρα της τον παρότρυνε να πιστέψει στον Κύριο που είναι οικτίρμων και Πανάγαθος όπως του ανέφερε για να σταματήσει έτσι και η τιμωρία του. Απευθυνόμενη έπειτα προς τον Άγιο τον παρακάλεσε να προσευχηθεί προς τον Κύριο να λυτρώσει τους τιμωρημένους. Ο Άγιος προσευχήθηκε και αμέσως κατέβηκαν και πάτησαν τα πόδια τους στη γη οι δύο άρχοντες. Στην συνέχεια αναχώρησαν για το παλάτι όπου ήθελαν να μείνουν κάποιες μέρες για να τους φύγει ο τρόμος και ο φόβος που βίωσαν.

Η Θαρραλέα Γαλήνη

Η αφορμή για να συναντηθεί η κόρη του Σεβήρου η Γαλήνη με τον Άγιο Χαράλαμπο ήταν ένα όραμα που είχε δει και που την είχε συγκλονίσει. Πιο συγκεκριμένα η Γαλήνη είδε ότι είχε βρεθεί σε ένα πανέμορφο περιβόλι που είχε πολλά δέντρα και φυτά που ευωδίαζαν καθώς και μια πηγή. Εκεί κοντά λοιπόν είδε τον πατέρα της μαζί με τον Κρίσπο, τους οποίους όμως ο φύλακας του κήπου τους έδιωχνε με ένα πύρινο ραβδί ενώ την Γαλήνη την σήκωσε και την τοποθέτησε σε μια τιμητική θέση λέγοντάς της:

– "Το περιβόλι είναι ο παράδεισος και επειδή πίστεψες ήσουν εκεί μέσα. Το πατέρα σου και τον έπαρχο τους έδιωξε ο Κύριος γιατί θα αποστατήσουν ξανά και θα εκπέσουν".

Δεν είχε περάσει ένας μήνας και ο  Σεβήρος κάλεσε τον Άγιο στο παλάτι του με σκοπό να του υπενθυμίσει να θυσιάσει στα είδωλα. Η επιμονή του Αγίου να μην θυσιάσει είχε σαν αποτέλεσμα να του περάσουν χαλινάρι στο στόμα όπως κάνουν στα άλογα και να τον διαπομπεύουν από πόλη σε πόλη. Η Γαλήνη βλέποντας όλα αυτά παρακάλεσε τον πατέρα της να σταματήσει τη θηριωδία αυτή και σαν απάντηση ο Σεβήρος την διέταξε να θυσιάσει στα είδωλα. Η Γαλήνη για να εμπαίξει τα είδωλα αποκρίθηκε ότι θα τα προσκυνήσει και ξεκίνησε για τον ναό του Δία και του Απόλλωνα. 

– "Πολύ καλά για να προσκυνήσω και εγώ τον Επουράνιο Θεό".

Η καρδιά του Σεβήρου φτερούγησε στην απάντηση της κόρης του. Νόμιζε ο άμυαλος ότι η Γαλήνη θα προσκυνήσει τα είδωλα.

Με στρατιωτική συνοδεία και τιμές οδηγήθηκε στο ναό αφού ο Σεβήρος νόμισε ότι αλλαξοπίστησε η κόρη του. Η Γαλήνη όμως προσευχήθηκε στον Πανάγαθο Θεό:

– "Κύριε, ο Θεός ο ουράνιος, ο δημιουργός και κτίστης όλης της πλάσης, άκουσε και εμέ τη δούλη σου και δώσε μου την άδεια να γκρεμίσω αυτά τα είδωλα".

Φτάνοντας εκεί αντίκρισε τους ιερείς και τους είπε:

– "Παρακαλέστε τους θεούς να δεχτούν την προσευχή μου γιατί τους έχω βλασφημίσει".

Οι ιερείς, για χάρη, όπως είπαν, του πατέρα της, παρακάλεσαν τους θεούς τους και η Γαλήνη πήρε το άγαλμα του Δία και είπε:

– "Αφού είσαι θεός πως και δεν ξέρεις πώς σκέφτομαι;"

Αμέσως γκρέμισε τα αγάλματα του Δία και του Απόλλωνα και οι ιερείς σαστισμένοι έτρεξαν να πουν το νέο στο πατέρα της με την αγωνία ότι τώρα πια θα χανόταν ο κόσμος που η κόρη του κατέστρεψε τα αγάλματα των θεών. Ο Σεβήρος τους διέταξε να βρουν γρήγορα πενήντα μαστόρους για να αποκατασταθεί η ζημιά μέχρι το ξημέρωμα της άλλης μέρας. Το σχέδιο του ήταν να προσπαθήσει να παραπλανήσει την κόρη του την επόμενη μέρα όταν την κάλεσε να δει το θαύμα της ανάστασης των θεών του. Η Γαλήνη βλέποντας τα αγάλματα και καταλαβαίνοντας το τι είχε συμβεί διέταξε τα αγάλματα να καταποντιστούν και αυτά με μιας γκρεμίστηκαν. Ο Σεβήρος οργίστηκε για άλλη μια φορά ενώ η Γαλήνη του εξηγούσε για την πλάνη στην οποία είχε πέσει πολύ καιρό πριν.

Η Χήρα

Για να εξευτελίσει τον Άγιο νόμιζε ο δυστυχής Σεβήρος ότι το επόμεν σχέδιό του θα ήταν το πιο πετυχημένο από όλα. Διέταξε να κλείσουν τον Άγιο στο σπίτι μιας γυναίκας που είχε πεθάνει ο άντρας της και που η φήμη που υπήρχε για αυτήν στην περιοχή, δεν ήταν και η καλύτερη. Η χήρα βέβαια αντικρίζοντας το επόμενο περιστατικό κατάλαβε γρήγορα την Αγιότητα του. Πιο συγκεκριμένα όταν ο Άγιος ακούμπησε σε ένα ξύλινο δοκάρι εκείνο βλάστησε και έκανε τόσα πολλά κλαδιά και άνθη που γέμισε όλο το σπίτι.

– "Φύγε από το σπίτι μου αφού ξέρω ότι δεν είμαι άξια να μένω κοντά σου", του είπε.

Ο Άγιος την καθησύχασε και το νέο μαθεύτηκα παντού. Έτσι το κατάμεσο από λουλούδια σπίτι γέμισε και με κόσμο που διψούσε να ακούσει την διδασκαλία του Αγίου. Αυτό το γεγονός όταν το έμαθε όμως ο Σεβήρος οργίστηκε και διέταξε για να μην κάνει άλλα θαύματα και πιστέψει και άλλος κόσμος στον Χριστό, να τον αποκεφαλίσουν.

Το Τέλος του Αγίου

Τον πήρανε τότε τον Άγιο οι δήμιοι και τονοδήγησαν στον τόπο της τελείωσης. Ο κόσμος έφθασε ως τον τόπο, όπου επρόκειτο ν' αποκεφαλιστεί ο Άγιος. Εκεί ο Μάρτυρας του Χριστού ζήτησε από τον δήμιο να σεβαστεί την τελευταία του επιθυμία και να του δώσει τη άδεια να προσευχηθεί. Η άδεια του δόθηκε. Και αμέσως σε μια ατμόσφαιρα νεκρικής σιγής, ενώ όλοι τον ακούγανε με κατανηκτική συγκίνηση, ο Άγιος προσευχήθηκε ως εξής:

– "Κύριε, Θεέ μου, Παντοκράτορα, Σ' ευχαριστώ. Σε όλα και με όλα με βοήθησες. Ντρόπιασες τον εχθρό μου τον διάβολο και τους υπηρέτες του. Τώρα, Πανάγαθε Θεέ, που ήρθε η στιγμή του τέλους της επίγειας ζωής μου, σε παρακαλώ βοήθησέ με. Δέξου ειρηνικά το πνεύμα μου. Κατάταξέ με στους ευτελέστερους δούλους σου. Σε παρακαλώ ακόμη Θεέ μου, να βοηθήσεις τους χριστιανούς και να τους απαλλάξεις από τους σκανδαλισμούς του διαβόλου. Πολυεύσπλαχνε Κύριε, δώσε την Χάρη Σου στο σώμα μου, να διώχνει του δαίμονες, όπου βρεθεί μέρος από το λείψανό μου. Δώσε την Χάρη Σου, Κύριε, ώστε να μην συμβεί ποτέ πείνα, καταστροφή από χαλάζι, και από ότι άλλο κακό, εκεί όπου θα υπάρχει έστω κι' ένα μικρό μέρος από το λείψανο μου. Φύλαγε, Κύριε, από κάθε κακό, σώους, γέρους κι ανέγγιχτους από κάθε κακό εκείνους που γιορτάζουν την μνήμη του Μαρτυρίου μου. Έτσι θα δοξάζεται το όνομά Σου το ευλογημένο".

Και ενώ έτσι τελείωσε την προσευχή του ο Άγιος, ήρθε φωνή από τον Ουρανό σαν απάντηση, που έλεγε:

– "Όλα όσα μου ζήτησες τα εκπληρώνω, για να χαρείς. Σου λέγω όμως και κάτι παραπάνω. Εάν κάποιος με ζητήσει σε βοήθειά του στην προσευχή του και θυμηθεί το όνομά σου, αμέσως, πολύ γρήγορα θα έχει την βοήθειά μου. Έλα, λοιπόν, σε περιμένω. Έλα να χαρείς τώρα την μεγάλη κι' ασύγκριτη χαρά, που σου ετοίμασα. Πάλεψες, υπέφερες, αγωνίστηκες και νίκησες. Το στεφάνι της νίκης, που σε προσμένει είναι βαρύτιμο".

Μόλις άκουσε αυτά ο Άγιος πλημμύρισε από χαρά κι ευτυχία. Με μάτια, που αστράφτανε από λάμψη ουράνια, κοίταξε τον δήμιο με καλοσύνη και του είπε:

– "Κάνε, παιδί μου, εκείνο που σε προστάξανε".

Πριν προλάβει ο δήμιος να του κόψει το κεφάλι, ο Άγιος παρέδωσε το πνεύμα του και ο δήμιος με ανάμικτα αισθήματα, πλησίασε ευλαβικά τον Άγιο κι έπειτα τρέμοντας, τον αποκεφάλισε. Έτσι εξετέλεσε μια διαταγή, στην οποία ο ίδιος δεν συμφωνούσε.

ΜΕΡΟΣ Γ'

Ο ΙΕΡΕΥΣ ΚΑΙ Η ΙΕΡΟΣΥΝΗ

Η καταστρεπτική φλόγα του φθόνου περιστοιχίζει τους ιερομένους, υψώνεται από παντού, έρχεται ακριβώς επάνω τους και εξετάζει εξονυχιστικά το βίο τους, περισσότερο από την φωτιά που τριγύριζε τότε τα σώματα των τριών παίδων. Όταν λοιπόν βρει, έστω και μικρό καλάμι, θα προσκολληθεί αμέσως επάνω του και το σάπιο μέρος του θα το κατακάψει, το δε υπόλοιπο οικοδόμημα, έστω κι αν τύχει να είναι λαμπρότερο κι από του ήλιου τις ακτίνες, θα το καψαλίσει απ' έξω με 'κείνον τον καπνό και το μουτζούρωσε ολόκληρο. Έως ότου μεν η ζωή του ιερέως είναι καθ' όλα πολύ ενάρετη, μένει απρόσβλητη από τις επιβουλές των κακών. Εάν δε τύχει να παραβλέψει κάτι μικρό, όπως εύλογο είναι, αφού άνθρωπος είναι κι αυτός και περνά το φουτρουνιασμένο πέλαγος της ζωής αυτής, όσο μεγάλα και καλά κι αν είναι τ' άλλα του έργα, κανένα όφελος δε θα 'χει απ' αυτά, ώστε να μπορέσει να σωθεί από τα στόματα των κατηγόρων του, αλλά θα τα σκιάσει το μικρό αυτό αμάρτημα του. Και όχι σα να έχει σάρκα και σα να είναι απλός άνθρωπος κι ο ιερεύς, αλλά σα να ήταν άγγελος, χωρίς καμιά ανθρώπινη αδυναμία, θέλουν όλοι να τον καταδικάσουν.

Όταν παρακαλεί το Άγιο Πνεύμα ο ιερεύς και κάνει την τόσο φρικτή θυσία και αδιάκοπα αγγίζει τον Κύριο των όλων, ποια θέση του δίνουμε, πες μου, και πόση ψυχική αγνότητα θα απαιτήσουμε απ' αυτόν και πόση ευλάβεια;

Κατάλαβε λοιπόν πως πρέπει να είναι αυτά τα χέρια, που εκτελούν τέτοιες υπηρεσίες, ποια πρέπει να είναι αυτή η γλώσσα, που τέτοια άγια λόγια βγάζει από το στόμα, αυτή δε η ψυχή που υποδέχτηκε τόση Χάρη του Αγίου Πνεύματος, πόσο πιο καθαρή και πιο άγια από το κάθε τι πρέπει να είναι. Εκείνες τις στιγμές και άγγελοι έχουν σταθεί κοντά στον ιερέα και όλο το τάγμα των ουρανίων δυνάμεων φωνάζει και όλος ο χώρος, γύρω από το θυσιαστήριο γεμίζει, για τιμή του Θείου Αμνού, που θυσιάστηκε για χάρη μας.

Μεγάλη είναι η αξία των ιερέων, γιατί συ φροντίζεις για τα δικά σου, κι αν τα τακτοποίησες καλά, κανείς δεν θα σε κατηγορήσει για τα ξένα. Όμως, ο ιερεύς, αν την μεν δική του ζωή καλά κυβερνήσει, για την δική σου όμως, δηλαδή για όλους τους γύρω του, δε φροντίσει με προσοχή, πηγαίνει στην κόλαση με όλους τους κακούς. Και πολλές φορές, ενώ δεν προδόθηκε από τη δική του ζωή, χάνεται, αν δεν κάνει τέλεια όλα τα καθήκοντά του. Γνωρίζοντας λοιπόν πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος, πρέπει να προσφέρετε σ' αυτούς πολλή συμπάθεια. Αυτό εννοεί κι ο Παύλος, λέγοντας πως "αγρυπνούν για τις ψυχές μας. Κι όχι απλώς αγρυπνούν, αλλά και, ως υπεύθυνοι, θα δώσουν λόγο στο Θεό" (Εβρ. 13, 17).

Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά όλα, και το Θεό να φοβούμαστε, και τους ιερείς Του να σεβόμαστε, προσφέροντας σ' αυτούς, ανάλογα με την αξία τους κάθε τιμή.

Η ψυχή του ιερέως καθόλου δε διαφέρει από πλοίο, που το δέρνει η τρικυμία. Από παντού στιγματίζεται και κατακρίνεται βαριά, από φίλους, από δικούς του, από εχθρούς, από ξένους. 

Τίποτε άλλο δεν παροργίζει τόσο το Θεό, όσο οι ανάξιοι ιερείς. 

Ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα τα ενεργούν όλα, ο δε ιερεύς δανείζει τη γλώσσα του και δίνει το χέρι του, για την τέλεση των Μυστηρίων.

Το χέρι του Επισκόπου είναι τοποθετημένο πάνω στον άνθρωπο, όλα όμως τα κάνει ο Θεός και το χέρι του Θεού είναι που ακουμπά στο κεφάλι του χειροτονουμένου, αν χειροτονείται όπως πρέπει. 

Και διαμέσου αναξίων συνηθίζει να ενεργεί ο Θεός και διόλου δεν βλάπτεται η Χάρη των Μυστηρίων από τη ζωή του ιερέως.

Αυτή η εξουσία, η ιεροσύνη, είναι τόσο ανώτερη από την πολιτική, για σύγκριση, όσο ο ουρανός από τη γη κι ακόμη πολύ περισσότερο.

Όλους τους κληρικούς δεν του χειροτονεί ο Θεός, διαμέσου όλων, όμως, Αυτός ενεργεί.

Άλλη είναι η εξουσία της βασιλείας κι άλλη η εξουσία της ιεροσύνης, αλλ' αυτή είναι μεγαλύτερη από εκείνη. Γιατί δε φανερώνεται ο βασιλιάς απ' όσα φαίνονται, ούτε πρέπει να κρίνεται από τα πολύτιμα πετράδια που φέρνει πάνω του κι από τα χρυσαφικά του φορεί. Αυτός έτυχε να διοικεί τα πράγματα της γης, της ιεροσύνης όμως το αξίωμα έχει οριστεί από τον ουρανό. Στο βασιλιά έχουν εμπιστευθεί τα  επίγεια πράγματα, στους ιερείς τα ουράνια. Μη λοιπόν κατηγορήσεις την ιεροσύνη, όταν δεις ιερέα ανάξιο. Δεν πρέπει να κατηγορήσεις το θεσμό, αλλ' αυτόν που έχει κάνει κακή κρίση του καλού. Επειδή και ο Ιούδας προδότης έγινε, αλλά δεν είναι αυτό κατηγορία της αποστολής του, αλλά της κακής διαθέσεώς του.

Της ιεροσύνης ο θρόνος έχει στηθεί στα ουράνια και αυτά της έχουν επιτρέψει να διαχειρίζεται. Ποιος τα λέει αυτά; ο ίδιος ο ουράνιος Βασιλιάς. Γιατί λέει "όσα δε θα συγχωρέσετε κάτω στη γη, δεν θα είναι συγχωρεμένα στους ουρανούς και όσα συγχωρέσετε στη γη θα είναι συγχωρεμένα στους ουρανούς" (Ιωάν. 20, 22-23). Ποιο θα γίνει άρα ίσο μ' αυτήν την τιμή;

Επειδή ο κριτής κάθεται στη γη, ο Δεσπότης ακολουθεί το δούλο και όσα αυτός κάτω αποφασίσει, τα επικυρώνει Εκείνος επάνω. Ανάμεσα στο Θεό και την ανθρώπινη φύση έχει σταθεί ο ιερεύς, κατεβάζοντας σε μας τις ευλογίες κι ανεβάζοντας εκεί πάνω τις θερμές μας παρακλήσεις. Όταν Εκείνος οργίζεται, Τον συμφιλιώνει με την κοινή ανθρώπινη φύση και μας αρπάζει από τα χέρια Του, όταν παραβαίνουμε τις εντολές Του. Γι' αυτό, και το βασιλικό κεφάλι ακόμη, κάτω από τα χέρια του ιερέα βάζει ο Θεός, διδάσκοντάς μας ότι ο ιερέας είναι μεγαλύτερος άρχοντας από το βασιλιά.

ΜΕΡΟΣ Δ'

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Διδάγματα για όλους μας 

Η μεγαλειώδης πορεία και το μαρτυρικό τέλος του Αγίου Χαραλάμπους έδωσαν απαντήσεις και δίνουν ακόμα σε όλους τους ανθρώπους. Για παράδειγμα μας έδειξε ότι κάθε άνθρωπος έχει την δική του προσωπικότητα και τον δικό του χαρακτήρα και οι Άγιοι δεν αποτελούν εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα. Οι Άγιοι άλλωστε, είναι και αυτοί άνθρωποι σαν όλους τους άλλους. Επομένως και ο δρόμος προς την θέωση μπορεί να είναι και ο ίδιος και οι εμπειρίες μπορεί να είναι παρόμοιες ή και ίδιες. Ωστόσο όμως ο κάθε άνθρωπος εκφράζει την δική του προσωπική εμπειρία με το μοναδικό προσωπικό του λόγο. Έτσι όπως βλέπουμε το Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μοιάζει με κήπο, που είναι γεμάτος με λουλούδια. Κάθε ένα από αυτά τα λουλούδια είναι μοναδικό και αναδίδει την δική του μοναδική ευωδία. Ο χαρακτήρας του ανθρώπου δεν αλλάζει πολύ εύκολα. Μπορεί όμως πολύ εύκολα να διαφοροποιηθεί ή και να αλλοιωθεί εντελώς από τη δύναμη της Χάρης του Θεού. Όταν η άκτιστη θεία Χάρη έλθει μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη, την αγιάζει και την ανακαινίζει.

Οι φυσικές αρετές δεν κατηγορούνται, αλλά και δεν επαινούνται από τους Πατέρες της Εκκλησίας, επειδή από μόνες τους δεν είναι ούτε καλές ούτε κακές. Για παράδειγμα η φυσική αγάπη των γονέων προς τα παιδιά, την οποία έχουν και αυτά τα άλογα ζώα, δεν κατηγορείται, αλλά και δεν επαινείται. Υπάρχει, όμως, η δυνατότητα να μεταβληθεί, με την Χάρη του Θεού, σε ανιδιοτελή αγάπη, όπως μπορεί να εξελιχθεί, χωρίς την θεία Χάρη, σε εμπαθή αγάπη. Η εμπαθής αγάπη δεν είναι αληθινή, αλλά ψεύτικη, επειδή είναι συνδεδεμένη με τα πάθη, ήτοι με την φιλαυτία, την φιλαργυρία, την φιληδονία, την κενοδοξία κ.λ.π. Γι' αυτό και συναντάμε το τραγικό φαινόμενο της έχθρας μεταξύ γονέων και παιδιών ή μεταξύ αδελφών, η οποία έχθρα οδηγεί, κάποιες φορές, και στο έγκλημα. Και δεν φταίει γι' αυτό "η κακιά η ώρα", όπως έχουμε συνηθίσει να λέμε, αλλά η εμπαθής αγάπη. Οι Άγιοι με την άσκηση, την θεία Λατρεία και την αδιάλειπτη προσευχή καθάρισαν την καρδιά τους από τα πάθη και απέκτησαν την άκτιστη θεία Χάρη, καρπός της οποίας είναι και η ανιδιοτελής αγάπη, η οποία αγκαλιάζει και τους εχθρούς.

Η παραμονή στην Εκκλησία δια της μετανοίας, της ταπεινώσεως και της υπακοής στους εκκλησιαστικούς θεσμούς, αναγεννά, αγιάζει και σώζει τελικά τον άνθρωπο.

Ο ησυχαστικός τρόπος ζωής οδηγεί στην εύρεση νοήματος ζωής και στην πνευματική ωρίμανση. Ανάλογα με τον τόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει κανείς τα διάφορα προβλήματα που αναφύονται καθημερινά, ιδιαίτερα τα μεγάλα και πιεστικά, φανερώνει την εσωτερική του κατάσταση, τον τρόπο που σκέπτεται, καθώς και το μέγεθος της πνευματικής του ηλικίας, η οποία δεν συμβαδίζει πάντοτε με την βιολογική. Ο ησυχαστικός τρόπος ζωής που βιώνεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία βοηθά στην απόκτηση εσωτερικής ειρήνης και πνευματικής ωριμότητας και καρά συνέπεια στην σωστή αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων, ιδιαίτερα των μεγάλων και πιεστικών.

Τα πάθη για τον Άγιο Χαράλαμπο υποδουλώνουν τον άνθρωπο και τον κάνουν άχρηστο. Μπορεί να τα νικήσει και να απαλλαγή από την τυραννία τους με την ειλικρινή μετάνοια, η οποία αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της πνευματικής ζωής και ΄είναι ανανέωση του βαπτίσματος και συμφωνία με τον θεό για μια νέα ζωή, καθώς και με την βίωση του όλου τρόπου ζωής που προσφέρει η Εκκλησία. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι με το πέρασμα του χρόνου οι δυνάμεις του ανθρώπου αρχίζουν σταδιακά να τον εγκαταλείπουν και τότε τα πάθη, εάν δεν έχουν προηγουμένως νικηθεί, κατεξουσιάζουν την θέλησή του με αποτέλεσμα να διασύρεται και να εξευτελίζεται. Μάλιστα, κάποιες φορές συμβαίνει να πέφτει κανείς τόσο χαμηλά, σε σημείο που να καταντά θλιβερό θέαμα και να προκαλεί πόνο και θλίψη ή και σκανδαλισμό, εάν πρόκειται για πρόσωπο, το οποίο λόγω θέσεως, θα έπρεπε να αποτελεί πρότυπο στην κοινωνία. Από την άλλη η ελευθερία είναι κυρίως εσωτερικό γεγονός, που το βιώνει κανείς στην προσωπική του ύπαρξη ανεξάρτητα από τις εξωτερικές συνθήκες. Οι Άγιοι μέσα στη φυλακή ήταν αληθινά ελεύθεροι. Όταν ο άνθρωπος δεν είναι καθαρός από τα πάθη ή τουλάχιστον δεν αγωνίζεται να καθαρθεί από αυτά, είναι αδύνατο να είναι ελεύθερος και να χαίρεται αληθινά την ζωή του, επειδή, συν τοις άλλοις, υπάρχει περίπτωση να υποστεί παντός είδους εκβιασμούς. Και, ασφαλώς, δεν είναι δυνατόν να ενεργή κανείς ελεύθερα, όταν τελεί κάτω από πίεση και βρίσκεται μέσα σε κλίμα εκβιασμού και εκφοβισμού. Γίνεται τότε, δυστυχώς, υποχείριο όλων εκείνων, οι οποίοι, εκμεταλλευόμενοι τα πάθη και τα λάθη του τον "έχουν στο χέρι", κατά το κοινώς λεγόμενο, και τον εκβιάζουν. Και εξωτερικά μπορεί να φαίνεται ελεύθερος και άνετος, στην πραγματικότητα όμως είναι δέσμιος και δούλος. Νοσηρά φαινόμενα και αρρωστημένες καταστάσεις, όπως κλοπές, καταχρήσεις, διαπλοκές κ.λ.π., συναντά κανείς σε κάθε εποχή, και η δική μας, ασφαλώς, δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση, αγού ζούμε σε μία κοινωνία που βρίσκεται σε συνεχή πτώση. Στην πραγματικότητα, υγιή μέλη της κοινωνίας είναι οι Άγιοι, αλλά και όσοι αγωνίζονται να επιτύχουν τον προσωπικό τους αγιασμό. Οι Άγιοι με τον πνευματικό τους αγώνα νίκησαν τα πάθη τους, έφθασαν στον φωτισμό και την θέωση και βιώνουν την προ της πτώσης κατάσταση. Απέκτησαν την τέλεια αγάπη, που αποτελεί την θεραπεία της φιλαυτίας, η οποία είναι η γενεσιουργός αιτία της φιλαργυρίας, της φιληδονίας, της κενοδοξίας και όλων των άλλων παθών.  Επειδή στις μέρες μας λέγονται και γράφονται πολλά, πρέπει να τονισθεί ότι η Εκκλησία, δεν είναι ένα σωματείο "καθαρών" ανθρώπων, αλλά είναι το Θεανθρώπινο Σώμα του Χριστού. Κεφαλή της είναι ο Ίδιος ο Χριστός και μέλη της όλοι εκείνοι, κληρικοί και λαϊκοί. που δέχθηκαν το βάπτισμα και αγωνίζονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να ζουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Επίσης, η Εκκλησία, είναι πνευματικό θεραπευτήριο και επομένως, είναι φυσικό να έχει και άρρωστα μέλη, τα οποία προσπαθεί να θεραπεύσει, χωρίς όμως ποτέ να παραβιάζει την ελευθερία τους. Άλλωστε, δια τις αδυναμίες, τα πάθη και τα λάθη του φέρει ο καθένας προσωπικά την ευθύνη και είναι υπόλογος ενώπιον Θεού και ανθρώπων. 

Η Εκκλησία δεν χρειάζεται κάθαρση, επειδή είναι καθαρή, αγία και άμωμος. Εμείς χρειαζόμαστε κάθαρση και πνευματική αναγέννηση.

Να ευχηθούμε να αναδεικνύει ο Θεός και στις μέρες μας αληθινούς πνευματικούς πατέρες, οι οποίοι θα βοηθούν τους ανθρώπους να αναγεννηθούν, ούτως ώστε να αποκτήσουν την τέλεια αγάπη και από άχρηστοι δούλοι, να γίνουν εύχρηστοι και ελεύθεροι.

Ας γίνουμε ακούραστοι εργάτες

Ο Άγιος Χαράλαμπος δεν ήταν όμως μόνο ακούραστος ιερέας. Δεν ήταν μόνο σοφός. Ήταν και μεγάλος κοινωνικός εργάτης, σκαπανέας της έμπρακτου αγάπης προς τον συνάνθρωπο, τον πλησίον, που είναι η εικόνα του Θεού. Άνθρωπος του πόνου και του μόχθου, ο οποίος αγωνίστηκε για τον πνευματικό και ηθικό καταρτισμό του, καθώς και για την βελτίωση της κοινωνίας της εποχής του, που ήταν γεμάτη αδικία, άγρια μίση, εκμετάλλευση, συκοφαντία και πείνα. Άνθρωπος της συνεχούς εργασίας, της συνεχούς αγωνίας για το διψασμένο ποίμνιο, άνθρωπος της θυσίας και του θριάμβου.

Η Εκκλησία όπως μας διδάσκει και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, είναι μια ομάδα αγγέλων που θριαμβεύει και όχι χρυσοχοείο. Η Εκκλησία ζητάει ανθρώπινες ψυχές και μόνο χάρις των ψυχών αυτών ο Θεός δέχεται και άλλα δώρα. 

– "Το ποτήρι το οποίον ο Χριστός προσέφερε στους μαθητές του κατά τον Μυστικό Δείπνο δεν ήταν από χρυσό. Εντούτοις ήταν πολύτιμο. Εάν θέλετε να τιμήσετε τον Χριστό τιμήστε Τον, στο πρόσωπο των πτωχών. Σε τίποτε δεν ωφελεί η προσφορά μεταξιού και πολυτίμων λίθων στο ναό, εάν αφήσετε έξω τον Χριστό να υποφέρει από το ψύχος και την γυμνότητα. Σε τίποτε δεν ωφελεί να είναι ο ναός πλήρης χρυσών σκευών, εάν ο Χριστός πεινά. Κατασκευάζετε χρυσά ποτήρια, αλλά δεν δίνετε ποτήρι κρύο νερό σε αυτόν που το έχει ανάγκη. Ο Χριστός περιπλανάται, ως άστεγος, ξένος, επαίτης, ορφανός και εσείς αντί να τον δεχτείτε κάνετε άσεμνες διακοσμήσεις".

Όλα ανήκουν στον Θεό, πλην των καλών πράξεων του ανθρώπου. Είναι το μόνο πράγμα που ανήκει στον άνθρωπο. Το πνεύμα της ενότητας, των κοινών φροντίδων και υποχρεώσεων, το πνεύμα της εξυπηρέτησης, οδηγεί τον άνθρωπο στον Ουρανό. Ουδείς μπορεί να προοδεύσει στην αρετή, εάν δεν είναι εξυπηρετικός προς τους διπλανούς του. Δεν είναι αρκετό, λέγει, να υψώνουμε τα χέρια μας προς τον Ουρανό, πρέπει να τα τείνουμε σε αυτούς που έχουν ανάγκη και μόνο τότε θα εισακουστούμε από τον Θεό. Ο αληθινός βωμός είναι το σώμα του συνανθρώπου. Η μοναχική ζωή, η λιτότητα και η ολιγάρκεια, η διαρκής και αληθινή φροντίδα για τους ασθενείς, η γεμάτη ταπείνωση και πίστη, ζωή των Άγιων, έγινε αφορμή ώστε να δημιουργηθεί γύρω τους ένα επιτελείο από εθελοντές. Το επιτελείο αυτό αποτελούνταν από άνδρες και γυναίκες περίφημων οικογενειών με πλούτη, μόρφωση, με σπουδαίες κοινωνικές σχέσεις, με λαμπρές θέσεις στην κοινωνία.

Όλος αυτός ο εθελοντικός κόσμος πρέπει να τίθενται υπό την καθοδήγηση αγίων ανθρώπων στην υπηρεσία της αγάπης, στην βοήθεια των πτωχών, των ασθενών, των ορφανών, των γερόντων.

Ένας στρατός σωτηρίας δηλαδή, με όπλα την συμπόνια και την αγάπη, με επικεφαλής του τον επιτελάρχη της αγάπης, Άγιο Χαράλαμπο. Τόση ήταν η ανησυχία του Αγίου για την τύχη των πεινασμένων και δυστυχισμένων, ώστε όπου και να βρισκόταν δεν έπαυε ούτε στιγμή να σκέπτεται και να φροντίζει για τους πεινασμένους, τους γυμνούς και να τους στέλνει χρήματα που του έστελναν πλούσιοι, να γράφει σε πολλούς πλουσίους επιστολές, να εμψυχώνει, την στιγμή που ο ίδιος στερούνταν από όλα και αυτού ακόμη του ύπνου.

Η ιστορία πλέον μαρτύρησε ότι κανείς στον κόσμο δεν ήταν τόσο αφιλοκερδής και κανείς επίσκοπος, σε καμία εποχή, δεν υπήρξε πιο πολύ ελεήμων. Συμβούλευε δε όλους τους πλούσιους να έχουν στα σπίτια τους ένα δωμάτιο για τον Χριστό (τους ξένους), έστω ευτελές.

Είχε μια βαθιά αντιπάθεια για την ανισότητα. Ο πλούσιος, ο οποίος δεν συγκινείται από τα παθήματα του φτωχού, του φαινόταν ασεβής ιερόσυλος και κλέφτης του Θεού. Κατηγορεί δριμύτατα τις σπατάλες στις εορτές, τα θέατρα και τα ιπποδρόμια. Αυτός είναι Ιεράρχης. Η δόξα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μια πόλη, δεν θαυμάζεται από τις οικοδομές, αλλά από τον υψηλό ποιόν των κατοίκων της. Ο Αβραάμ κατοικούσε σε μία καλύβα. Τα Σόδομα είχαν μεγαλοπρεπείς πύργους. Εν τούτοις, οι Άγγελοι παρέκαμψαν τα Σόδομα και ήρθαν να στεγαστούν στην καλύβα του Αβραάμ.