Δέκα κεφάλαια περί ησυχίας και προσευχής και περί των τεκμηρίων της χάρης και της πλάνης
- Hits: 3244
- Εκτύπωση
Δέκα κεφάλαια περί ησυχίας και προσευχής και περί των τεκμηρίων της χάρης και της πλάνης
Θα έπρεπε να πούμε, μαζί με το μεγάλο διδάσκαλο(άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο), ότι θα έπρεπε να μη χρειαζόμαστε τη βοήθεια των Γραφών ή των άλλων πατερικών λόγων, θαυμάσιε Λογγίνε, αλλά να είμαστε θεοδίδακτοι, σύμφωνα με το ρητό: «Θα διδάσκει όλους ο ίδιος ο Θεός»(Ησ. 54, 13), ώστε να μαθαίνομε και να διδασκόμαστε από το Θεό και μέσω του Θεού αυτά που μας ωφελούν.
Κι όχι μόνον εμείς, αλλά και κάθε πιστός, ώστε ο νόμος του Πνεύματος να είναι γραμμένος στις πλάκες των καρδιών μας(Εβρ. 8, 10) και να αξιωνόμαστε —πράγμα εξαίσιο— να συνομιλούμε με το Χριστό μέσω της καθαρής προσευχής με τρόπο άμεσο και χερουβικό.
Επειδή όμως είμαστε νήπια κατά τον καιρό της αναπλάσεώς μας με το βάπτισμα, και μήτε τη χάρη εννοούμε μήτε την καινότητά μας αντιλαμβανόμαστε, αλλά μάλλον αγνοούμε το υπερβολικό μέγεθος της τιμής και της δόξας που δεχόμαστε, και ότι οφείλομε να αυξηθούμε ψυχικά και πνευματικά μέσω των εντολών και να δούμε νοερά εκείνο που λάβαμε, γι' αυτό από την αμέλειά μας και την εμπαθέστατη έξη μας πέφτομε οι περισσότεροι σε αναισθησία και σκοτισμό.
Κι έτσι δε γνωρίζομε ούτε αν υπάρχει Θεός, ούτε ποιοι είμαστε ή ποιοι γίναμε με το βάπτισμα, παρόλο που γίναμε υιοί Θεού και υιοί φωτός και τέκνα και μέλη Χριστού. Αν πάλι βαπτιζόμαστε σε ανδρική ηλικία, αισθανόμαστε μόνο το νερό και όχι το πνεύμα. Κι αν ανακαινιζόμαστε πνευματικά, έχομε μόνο τυπική πίστη, που είναι νεκρή και όχι ενεργός, και λέμε πως βρισκόμαστε σε διψυχία. Κι έτσι είμαστε σάρκες και σαρκικά ζούμε και βαδίζομε.
Κι αν συμβεί να μετανοήσομε, κατανοούμε και πράττομε τις εντολές σωματικά μόνο κι όχι πνευματικά. Κι αν ύστερα από πολλούς κόπους η χάρη από φιλανθρωπία μας αξιώσει κάποιων εμφανίσεών της, την αντιμετωπίζομε σαν απάτη. Αν πάλι ακούσομε ότι η χάρη ενεργεί σε άλλους, από φθόνο τη θεωρούμε πλάνη. Έτσι λοιπόν μένομε νεκροί μέχρι θανάτου, χωρίς τη ζωή και τις ενέργειες του Χριστού.
Και όπως λέει η Γραφή, ό,τι έχομε, κατά τον καιρό του θανάτου μας ή της κρίσεως θα αφαιρεθεί από μας(Ματθ. 25, 29) εξαιτίας της απιστίας ή της απογνώσεως. Δεν καταλαβαίνομε ότι τα τέκνα πρέπει να είναι όμοια με τον πατέρα, δηλαδή να είναι θεοί από το Θεό, και από το πνεύμα πνευματικοί, όπως λέει ο Κύριος: «Ό,τι γεννήθηκε από το πνεύμα, είναι πνεύμα»(Ιω. 3, 6).
Εμείς, αν και έχομε γίνει πιστοί και επουράνιοι, είμαστε σάρκες και γι' αυτό το πνεύμα του Θεού δε μένει μέσα μας(Γεν. 6, 3). Αυτός είναι κι ο λόγος που ο Θεός παραχώρησε συμφορές και αιχμαλωσίες και πολλές σφαγές, θέλοντας ίσως να διορθώσει ή να κόψει ή να θεραπεύσει την κακία με ισχυρότερα φάρμακα.
2. Με τη βοήθεια λοιπόν του Θεού που δίνει δύναμη λόγου σ' όσους ευαγγελίζονται(Ψαλμ. 67, 12) τέτοια αγαθά, ας εξετάσομε πρώτα πώς θα βρει κανείς, ή μάλλον πώς έχει βρεθεί ο Χριστός, τον οποίο έχει αφού Τον έλαβε πνευματικά με το βάπτισμα, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος: «Δεν ξέρετε ότι ο Ιησούς Χριστός κατοικεί στις καρδιές σας;»(Β΄ Κορ. 13, 50. Έπειτα θα πούμε και πώς θα προοδεύσει κανείς, και στη συνέχεια πώς θα φυλάξει εκείνο που βρήκε.
Άριστος και σύντομος τρόπος είναι να πούμε σύντομα τα άκρα και το μέσο, γιατί έχουν μεγάλο πλάτος. Γιατί πολλοί είναι που αγωνίστηκαν ώσπου να βρουν ό,τι ζητούσαν, σταμάτησαν όμως την επιθυμία τους ως εδώ? δεν προχωρούν παραπέρα κι ούτε τους μέλλει, αλλά αρκούνται στην αρχή που βρήκαν. Βρίσκοντας δε εμπόδια και βγαίνοντας χωρίς να καταλάβουν σε μονοπάτι, νομίζουν ότι βαδίζουν καλά, ενώ προχωρούν ανώφελα έξω από το δρόμο.
Άλλοι πάλι, αφού έφτασαν στο μέσο του φωτισμού, κουράστηκαν και από ραθυμία δε συνέχισαν για το τέλος, ή γύρισαν πίσω με την αδιάφορη πολιτεία τους και ξανάγιναν αρχάριοι. Άλλοι τέλος που έφτασαν στην τελειότητα, πέφτουν από απροσεξία λόγω οιήσεως, στρέφονται προς τα πίσω και γίνονται ίσοι κατά το έργο με τους μέσους και τους αρχαρίους. Αυτό τώρα που ταιριάζει στους αρχαρίους, είναι η ενέργεια του Πνεύματος· στους μέσους, ο φωτισμός· στους τελείους, η κάθαρση και η ανάσταση της ψυχής.
Πώς θα βρούμε την ενέργεια του Πνεύματος
3. Την ενέργεια του Πνεύματος, την οποία έχομε λάβει μυστικά στο βάπτισμα, τη βρίσκομε με δύο τρόπους. Και πρώτον, να πούμε γενικά, η δωρεά αποκαλύπτεται με την εργασία των εντολών με πολύ κόπο και χρόνο, όπως λέει ο άγιος Μάρκος. Και όσο εργαζόμαστε τις εντολές, τόσο φανερώτερα ακτινοβολεί πάνω μας τις μαρμαρυγές της.
Δεύτερον, φανερώνεται μέσα στη ζωή της υπακοής με την επιστημονική και συνεχή επίκληση του Κυρίου Ιησού, δηλαδή με τη μνήμη του Θεού. Με τον πρώτο τρόπο βρίσκεται πιο αργά, με το δεύτερο συντομότερα, αν βέβαια κανείς μάθει να σκάβει τη γη με κόπο και καρτερία, ψάχνοντας για το χρυσό.
Αν θέλομε λοιπόν να βρούμε και να γνωρίσομε την αλήθεια και να μην πλανηθούμε, ας ζητήσομε να έχομε μόνο την καρδιακή ενέργεια ολότελα χωρίς μορφή και σχήμα, μη ζητώντας να βλέπομε με τη φαντασία μορφές και όψεις Αγίων δήθεν ή διάφορα φώτα. Γιατί η πλάνη έχει στη φύση της, και μάλιστα στις αρχές, να εξαπατά με τέτοια ψεύτικα φαντάσματα το νου των απείρων. Αλλά να αγωνιστούμε να έχομε μόνο την ενέργεια της προσευχής μέσα στην καρδιά μας, η οποία να θερμαίνει και να ευφραίνει το νου μας και να φλογίζει την ψυχή για την ανέκφραστη αγάπη Θεού και ανθρώπων. Έτσι, μπορούμε να δούμε να προξενείται και ταπείνωση και συντριβή όχι λίγη από την προσευχή. Αφού προσευχή στους αρχαρίους είναι η αεικίνητη νοερή ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, στην αρχή ως φωτιά ευφροσύνης που ξεπηδά από την καρδιά και στο τέλος ως φως που ευωδιάζει με θεία ενέργεια.
4. Θα πούμε τώρα τα τεκμήρια της αρχής της ενέργειας του Πνεύματος σ' όσους την επιζητούν αληθινά κι όχι σαν να δοκιμάζουν το Θεό, σύμφωνα με τη Σοφία που λέει ότι «βρίσκεται απ' όσους δεν τη δοκιμάζουν και παρουσιάζεται σ' όσους δεν απιστούν γι' αυτήν»(Σ. Σολ. 1, 2). Σε μερικούς φαίνεται σαν φως που ανατέλλει. Σε άλλους σαν αγαλλίαση μαζί με τρόμο. Σε άλλους σαν χαρά. Σε άλλους, χαρά ανάμικτη με φόβο.
Σε μερικούς, τρόμος και χαρά. Κάποτε σε μερικούς, δάκρυα και φόβος· χαίρεται δηλαδή η ψυχή για την επίσκεψη του Θεού και το έλεός Του, φοβάται όμως και τρέμει την παρουσία Του, γιατί είναι υπεύθυνη για πολλές αμαρτίες. Σε άλλους πάλι γίνεται στις αρχές ανείπωτη συντριβή και πόνος άφατος της ψυχής, η οποία πονεί σαν τη γυναίκα στην ώρα του τοκετού, όπως λέει η Γραφή(Ησ. 26, 12). Γιατί ο ζωντανός και δραστικός Λόγος, δηλαδή ο Ιησούς, εισχωρεί βαθιά ως εκεί που χωρίζει η ψυχή και το σώμα, το κόκκαλο και το μεδούλι, όπως λέει ο Απόστολος(Εβρ. 4, 12), για να λιώσει την εμπάθεια διά της βίας από όλα τα μέρη της ψυχής και του σώματος.
Σε άλλους εκδηλώνεται ως αγάπη προς όλους και ειρήνη άμαχη. Σε άλλους ως αγαλλίαμα, το οποίο οι Πατέρες έχουν συχνά ονομάσει σκίρτημα, και είναι δύναμη πνεύματος και κίνηση καρδιάς ζωντανής. Τούτο λέγεται και παλμός και στεναγμός του πνεύματος που μεσιτεύει για μας στο Θεό με ανείπωτους στεναγμούς(Ρωμ. 8, 26). Ο Ησαΐας(Ησ. 26, 18) το ονόμασε γέννημα της δικαιοσύνης του Θεού. Ο μέγας Εφραίμ το ονομάζει νυγμό, δηλαδή κέντημα, ενώ ο Κύριος, πηγή νερού που αναβρύζει ζωή αιώνια(Ιω. 4, 14) —νερό λέει το πνεύμα— και που ξεπηδά από την καρδιά και κοχλάζει από τη σφοδρότητα της δυνάμεως.
5. Πρέπει να γνωρίζεις ότι το σκίρτημα, δηλαδή το αγαλλίαμα, είναι δύο ειδών: το γαληνόμορφο (που λέγεται και παλμός και στεναγμός και μεσίτευση του πνεύματος(Ρωμ. 8, 26)), και το μεγάλο σκίρτημα της καρδιάς (που λέγεται και σκίρτημα και άλμα, δηλαδή πήδημα, και ανυψωτική πτήση καρδιάς ζωντανής προς τον θεϊκό αιθέρα).
Γιατί η ψυχή, καθώς αναπτερώνεται από το θείο έρωτα κι ελευθερώνεται από τα δεσμά των παθών, δοκιμάζει να πετάξει προς τα άνω πριν ακόμη χωριστεί από το σώμα, ποθώντας να χωριστεί από το βάρος του σώματος.
Τούτο λέγεται και ταραγμός —δηλαδή κοχλασμός και κίνηση— του πνεύματος, όπως στη φράση: «Ο Ιησούς ταράχθηκε πνευματικά και κινήθηκε με ορμή λέγοντας· "πού τον έχετε αποθέσει;"»(Ιω. 11, 34). Τη διαφορά του μεγάλου και του μικρού σκιρτήματος τη δείχνει ο θείος Δαβίδ λέγοντας πως «τα όρη σκίρτησαν σαν κριάρια και τα βουνά σαν μικρά αρνιά»(Ψαλμ. 113, 4). Εννοούσε μ' αυτό τους τελείους και τους αρχαρίους· αν αναφερόταν σε αισθητά όρη και βουνά, θα ήταν περιττό να πει ότι σκιρτούν, αφού δεν έχουν ζωή.
6. Πρέπει να γνωρίζομε ότι ο θείος φόβος δεν περιέχει τρόμο (τρόμο εννοώ όχι εκείνον που προέρχεται από τη χαρά, αλλά από τη θεία οργή, δηλαδή την παιδαγωγία και την εγκατάλειψη από το Θεό)· έχει όμως αγαλλίαση έντρομη που προξενείται από την προσευχή με τη φωτιά του θείου φόβου. Και φόβο εννοώ όχι τον έντρομο που προξενείται από τη θεία οργή, δηλαδή την τιμωρία, αλλά το φόβο της σοφίας, ο οποίος λέγεται και αρχή της σοφίας(Παροιμ. 1, 7). Ο φόβος διαιρείται σε τρία (αν και οι Πατέρες έχουν πει σε δύο), στον εισαγωγικό και στον τέλειο, κι ακόμα στο φόβο της οργής του Θεού, τον οποίο και πρέπει κυρίως να ονομάζομε τρόμο, δηλαδή συγκλονισμό και συντριβή.
7. Ο τρόμος είναι πολλών ειδών. Άλλος είναι της οργής και άλλος της χαράς και άλλος του θυμικού (όταν γίνεται υπερβολικό κόχλασμα, όπως λένε, του αίματος που είναι γύρω στην καρδιά), και άλλος εκείνος που προέρχεται από τα γηρατειά, και άλλος της αμαρτίας, δηλαδή της πλάνης, και άλλος της κατάρας, ο οποίος δόθηκε στο γένος των ανθρώπων μέσω του Κάιν(Γεν. 4, 12). Πλην όμως τον αγωνιστή στην αρχή τον πολεμεί ο τρόμος από τη χαρά και αυτός από την αμαρτία.
Δε συμβαίνει όμως έτσι σε όλους. Σημάδια σ' αυτούς τους δύο είναι? του πρώτου η έντρομη αγαλλίαση, όπου με πολλή ευφροσύνη και με δάκρυα η χάρη παρηγορεί την ψυχή, ενώ του δευτέρου η ανώμαλη θέρμη, η έπαρση και η σκληροκαρδία που φλογίζουν την ψυχή και πυρώνουν τα όργανα της συνουσίας προς σωματική ένωση και έρωτα και με τη φαντασία κάνουν εσωτερικά την αισχρή πράξη, με τη συγκατάθεση σ' αυτούς τους λογισμούς.
8. Δύο ειδών είναι η ενέργεια σε κάθε αρχάριο και με δύο τρόπους ενεργείται στην καρδιά και χωριστά ο ένας τρόπος με τον άλλον. Η μια ενέργεια προέρχεται από τη χάρη, η άλλη από την πλάνη. Μαρτυρεί ο Μέγας Μάρκος ο ασκητής που λέει: «Υπάρχει ενέργεια πνευματική και υπάρχει και ενέργεια σατανική, που δεν την ξεχωρίζει ο άπειρος». Και πάλι: «Τριών ειδών είναι η θέρμη που ανάβει από την ενέργεια μέσα στους ανθρώπους· η μία είναι από τη χάρη, η άλλη από την πλάνη, δηλαδή την αμαρτία, και η τρίτη από την αφθονία του αίματος», την οποία ο όσιος Θαλάσσιος ο Αφρικανός την ονομάζει κράση και συμβουλεύει να τη ρυθμίζομε και να την ειρηνεύομε με τη μετρημένη εγκράτεια.
9. Η ενέργεια της χάρης είναι ένα φούντωμα της φωτιάς του πνεύματος, που κινείται στην καρδιά με χαρά και ευφροσύνη και που στηρίζει, ζεσταίνει και καθαρίζει την ψυχή, παύοντας προσωρινά τους λογισμούς και νεκρώνοντας πρόσκαιρα την κίνηση του σώματος. Τα σημάδια της και οι καρποί που φανερώνουν την αλήθεια της είναι τα δάκρυα, η συντριβή, η ταπείνωση, η εγκράτεια, η σιωπή, η υπομονή, το να κρύβεσαι από τους άλλους, και άλλα παρόμοια, από τα οποία βεβαιωνόμαστε χωρίς δισταγμό.
10. Ενέργεια της πλάνης είναι η έξαψη της αμαρτίας που ανάβει την ψυχή με την ηδονή και διεγείρει ξέφρενη επιθυμία μέσα στο σώμα για συνουσία με άλλα σώματα. Είναι ολότελα απροσδιόριστη και άτακτη, κατά τον Άγιο Διάδοχο. Κι έχει χαρά άλογη και οίηση και ταραχή και ευφροσύνη απροσδιόριστη και —όπως θα ταίριαζε να πω— ατροφική, και με ηδονή χλιαρή επιδρά κατεξοχήν στο επιθυμητικό. Σαν υλικό της πυρώσεώς της προμηθεύεται τις ηδονές κι έχει συνεργό την αχόρταστη κοιλιά. Από αυτήν αντλεί και διεγείρει το σύνολο της σάρκας, και από αυτήν παίρνει αφορμή να ενεργεί και να καίει την ψυχή και να τη σέρνει προς τον εαυτό της, ώστε ο άνθρωπος με τον εθισμό στην ηδυπάθεια να διώξει σιγά-σιγά τη χάρη από μέσα του.
--------------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, δ΄τόμος, σελ. 215-219).