fbpx

Επιστολή Ιάκωβου

Επιστολή Ιάκωβου 1, 2, 3, 4, 5

Η πρώτη από τις καθολικές επιστολές έχει ως αποστολέα τον Ιάκωβο, ο οποίος προσδιορίζεται ως “δούλος του Θεού και του Κυρίου Ιησού Χριστού” και απευθύνεται στους Χριστιανούς που είναι σκορπισμένοι σε όλο τον κόσμο. Πρόκειται προφανώς για τον αδελφόθεο Ιάκωβο, Το παραινετικό και προτρεπτικό ύφος της και ο αυθεντικός τρόπος με τον οποίον εκφράζεται ο συγγραφέας της, δείχνουν πράγματι ότι το κείμενο αυτό προέρχεται από μια ηγετική μορφή της πρώτης εκκλησίας, μορφή που είχε σεβαστή θέση στις συνειδήσεις των αναγνωστών.

Τα θέματα που αναπτύσσονται στην επιστολή είναι τα ακόλουθα: α) Το νόημα των πειρασμών και ο τρόπος αντιμετώπισης τους. β) Η διαγωγή των πλουσίων έναντι των φτωχών της κοινότητας και η μεροληπτική προς τους πλουσίους στάση ορισμένων διδασκάλων. γ) Η σημασία των έργων για την πίστη. Πολλές δοκιμασίες της κοινότητας προέρχονται από την αδυναμία μελών της να χαλιναγωγήσουν τη γλώσσα τους, ενώ τέλειος είναι αυτός που ελέγχει τη γλώσσα του. δ) Πραγματική σοφία είναι αυτή που προέρχεται από το Θεό και εκδηλώνεται με ανάλογο τρόπο ζωής. ε) Η προσκόλληση στα αγαθά του κόσμου αποβαίνει τελικά έχθρα προς το Θεό. Η κρίση όμως του Θεού θα είναι αυστηρή για όσους παραγνωρίζουν το θέλημα του και στηριζόμενοι στις δικές τους δυνάμεις κάνουν σχέδια που αντιστρατεύονται την εντολή του Θεού. στ) Οι πιστοί πρέπει να δείξουν καρτερία γιατί πλησιάζει η κρίση, να προσεύχονται, να εξομολογούνται τα αμαρτήματα τους και να προσπαθούν να επαναφέρουν τους αμαρτωλούς από την πλάνη στην οδό του Θεού.

Όταν ο Ιάκωβος υπογραμμίζει ότι «ο άνθρωπος δικαιώνεται από τα έργα κι όχι μόνο από την πίστη» (2,24) δεν στρέφεται κατά της γνωστής παύλειας διδασκαλίας, αλλά κατά της παρερμηνείας της από ορισμένους χριστιανούς. Όσο κι αν ο τόνος είναι διαφορετικός στους δύο συγγραφείς, ο Απόστολος Παύλος τονίζει ιδιαίτερα την πίστη, ο Ιάκωβος τα έργα. Πρόκειται για την ίδια διδασκαλία και στους δύο, για την πίστη που εκδηλώνεται με έργα. Ούτε για τον Παύλο είναι δυνατή η πίστη που δεν «εκδηλώνεται έμπρακτα με αγάπη» (Γαλ 5,6), ούτε για τον Ιάκωβο μπορούν να υπάρχουν έργα χωρίς πίστη. Όπως η πίστη χωρίς τα έργα είναι νεκρή (Ιακ 2,26), έτσι και τα έργα, ιδίως τα έργα του νόμου, δεν σώζουν τον άνθρωπο αν δεν έχει πίστη στον Ιησού Χριστό.

Πηγή: Οι πληροφορίες για τα βιβλία της Καινής Διαθήκης προέρχονται από την Αγία Γραφή, της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρείας, Εκδ. 1997

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ 1

ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΣΟΦΙΑ - Η ΕΜΠΡΑΚΤΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Ιακ. 1,1 Ἰάκωβος, Θεοῦ καὶ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ δοῦλος, ταῖς δώδεκα φυλαῖς ταῖς ἐν τῇ διασπορᾷ χαίρειν· Ιακ. 1,1 Ιάκωβος, δούλος του Θεού και του Κυρίου Ιησού Χριστού, προς τις δώδεκα φυλές που είναι στη διασπορά. χαίρετε.

ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΣΟΦΙΑ

Ιακ. 1,2 Πᾶσαν χαρὰν ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις, Ιακ. 1,2 Όλη τη χαρά να θεωρήσετε πως έχετε, αδελφοί μου, όταν περιπέσετε μέσα σε ποικίλες δοκιμασίες, Ιακ. 1,3 γινώσκοντες ὅτι τὸ δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως κατεργάζεται ὑπομονήν· Ιακ. 1,3 γνωρίζοντας ότι η δοκιμή της πίστης σας κατεργάζεται υπομονή. Ιακ. 1,4 ἡ δὲ ὑπομονὴ ἔργον τέλειον ἐχέτω, ἵνα ἦτε τέλειοι καὶ ὁλόκληροι, ἐν μηδενὶ λειπόμενοι. Ιακ. 1,4 Και η υπομονή ας έχει έργο τέλειο, για να είστε τέλειοι και ολόκληροι, χωρίς να σας λείπει τίποτε. Ιακ. 1,5 Εἰ δέ τις ὑμῶν λείπεται σοφίας, αἰτήτω παρὰ τοῦ διδόντος Θεοῦ πᾶσιν ἁπλῶς καὶ οὐκ ὀνειδίζοντος, καὶ δοθήσεται αὐτῷ· Ιακ. 1,5 Και αν κάποιος από εσάς έχει έλλειψη σοφίας, ας ζητά από το Θεό που δίνει σε όλους απλόχερα και χωρίς να επιπλήττει, και θα του δοθεί. Ιακ. 1,6 αἰτείτω δὲ ἐν πίστει, μηδὲν διακρινόμενος· ὁ γὰρ διακρινόμενος ἔοικε κλύδωνι θαλάσσης ἀνεμιζομένῳ καὶ ριπιζομένῳ. Ιακ. 1,6 Ας ζητάει όμως με πίστη, χωρίς καθόλου να αμφιβάλλει. Γιατί αυτός που αμφιβάλλει μοιάζει με κύμα της θάλασσας, που κινείται και ωθείται από τον άνεμο εδώ κι εκεί. Ιακ. 1,7 μὴ γὰρ οἰέσθω ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ὅτι λήψεταί τι παρὰ τοῦ Κυρίου. Ιακ. 1,7 Ας μη νομίζει, βεβαίως, ο άνθρωπος εκείνος ότι θα λάβει κάτι από τον Κύριο. Ιακ. 1,8 ἀνὴρ δίψυχος ἀκατάστατος ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ. Ιακ. 1,8 είναι άνθρωπος δίγνωμος, ακατάστατος σε όλες τις οδούς του.

Η ΠΛΕΟΝΕΚΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΩΝ ΦΤΩΧΩΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΥΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ

Ιακ. 1,9 καυχάσθω δὲ ὁ ἀδελφὸς ὁ ταπεινὸς ἐν τῷ ὕψει αὐτοῦ, Ιακ. 1,9 Ας καυχιέται, λοιπόν, ο αδελφός ο ταπεινός στην ανύψωσή του, Ιακ. 1,10 ὁ δὲ πλούσιος ἐν τῇ ταπεινώσει αὐτοῦ, ὅτι ὡς ἄνθος χόρτου παρελεύσεται. Ιακ. 1,10 και ο πλούσιος στην ταπείνωσή του, γιατί σαν άνθος χορταριού θα παρέλθει. Ιακ. 1,11 ἀνέτειλε γὰρ ὁ ἥλιος σὺν τῷ καύσωνι καὶ ἐξήρανε τὸν χόρτον, καὶ τὸ ἄνθος αὐτοῦ ἐξέπεσε, καὶ ἡ εὐπρέπεια τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἀπώλετο. οὕτω καὶ ὁ πλούσιος ἐν ταῖς πορείαις αὐτοῦ μαρανθήσεται. Ιακ. 1,11 Γιατί ανάτειλε ο ήλιος μαζί με τον καύσωνα και ξέρανε το χορτάρι και το άνθος του κατέπεσε και η ομορφιά της όψης του χάθηκε. Έτσι και ο πλούσιος θα μαραθεί μέσα στις πορείες της ζωής του.

Η ΑΙΤΙΑ ΤΩΝ ΔΟΚΙΜΑΣΙΩΝ

Ιακ. 1,12 Μακάριος ἀνὴρ ὃς ὑπομένει πειρασμόν· ὅτι δόκιμος γενόμενος λήψεται τὸν στέφανον τῆς ζωῆς, ὃν ἐπηγγείλατο ὁ Κύριος τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν. Ιακ. 1,12 Μακάριος είναι ο άνθρωπος που υπομένει δοκιμασία, γιατί όταν γίνει δόκιμος, θα λάβει το στέφανο της ζωής, τον οποίο ο Κύριος υποσχέθηκε σ’ αυτούς που τον αγαπούν. Ιακ. 1,13 Μηδεὶς πειραζόμενος λεγέτω ὅτι ἀπὸ Θεοῦ πειράζομαι· ὁ γὰρ Θεὸς ἀπείραστός ἐστι κακῶν, πειράζει δὲ αὐτὸς οὐδένα. Ιακ. 1,13 Κανείς, όταν πειράζεται, ας μη λέει: «Από το Θεό πειράζομαι». Γιατί ο Θεός δεν πειράζεται από κακά και αυτός δεν πειράζει κανέναν. Ιακ. 1,14 ἕκαστος δὲ πειράζεται ὑπὸ τῆς ἰδίας ἐπιθυμίας ἐξελκόμενος καὶ δελεαζόμενος· Ιακ. 1,14 Αλλά καθένας πειράζεται από τη δική του επιθυμία, όταν έλκεται ισχυρά και δελεάζεται. Ιακ. 1,15 εἶτα ἡ ἐπιθυμία συλλαβοῦσα τίκτει ἁμαρτίαν, ἡ δὲ ἁμαρτία ἀποτελεσθεῖσα ἀποκύει θάνατον. Ιακ. 1,15 Έπειτα η επιθυμία, όταν συλλάβει, γεννά την αμαρτία. και η αμαρτία, όταν αποπερατωθεί, γεννά το θάνατο.

Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΗΓΗ ΚΑΘΕ ΑΓΑΘΟΥ

Ιακ. 1,16 Μὴ πλανᾶσθε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί· Ιακ. 1,16 Μην πλανιέστε, αδελφοί μου αγαπητοί. Ιακ. 1,17 πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἀπὸ τοῦ πατρὸς τῶν φώτων, παρ' ᾧ οὐκ ἔνι παραλλαγὴ ἢ τροπῆς ἀποσκίασμα. Ιακ. 1,17 Κάθε δόση αγαθή και κάθε δώρο τέλειο είναι από επάνω και κατεβαίνει από τον Πατέρα των φώτων, κοντά στον οποίο δεν υπάρχει παραλλαγή φωτεινότητας ή σκιά που να πέφτει από την περιστροφή ουράνιων σωμάτων. Ιακ. 1,18 βουληθεὶς ἀπεκύησεν ἡμᾶς λόγῳ ἀληθείας εἰς τὸ εἶναι ἡμᾶς ἀπαρχήν τινα τῶν αὐτοῦ κτισμάτων. Ιακ. 1,18 Επειδή το θέλησε, μας γέννησε με το λόγο της αλήθειας, για να είμαστε μια κάποια απαρχή των κτισμάτων του.

ΑΚΡΟΑΣΗ ΚΑΙ ΕΜΠΡΑΚΤΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Ιακ. 1,19 ῞Ωστε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, ἔστω πᾶς ἄνθρωπος ταχὺς εἰς τὸ ἀκοῦσαι, βραδὺς εἰς τὸ λαλῆσαι, βραδὺς εἰς ὀργήν· Ιακ. 1,19 Να ξέρετε αυτά, αδελφοί μου αγαπητοί: ας είναι, λοιπόν, κάθε άνθρωπος γρήγορος στο να ακούσει, αργός στο να μιλήσει, αργός στην οργή. Ιακ. 1,20 ὀργὴ γὰρ ἀνδρὸς δικαιοσύνην Θεοῦ οὐ κατεργάζεται. Ιακ. 1,20 Γιατί η οργή του ανθρώπου δεν εργάζεται τη δικαιοσύνη του Θεού. Ιακ. 1,21 διὸ ἀποθέμενοι πᾶσαν ρυπαρίαν καὶ περισσείαν κακίας ἐν πραΰτητι δέξασθε τὸν ἔμφυτον λόγον τὸν δυνάμενον σῶσαι τὰς ψυχὰς ὑμῶν. Ιακ. 1,21 Γι’ αυτό, να αποβάλετε κάθε ρύπο και κάθε περίσσευμα κακίας, και με πραότητα να δεχτείτε το λόγο που φυτεύτηκε μέσα σας, ο οποίος δύναται να σώσει τις ψυχές σας. Ιακ. 1,22 Γίνεσθε δὲ ποιηταὶ λόγου καὶ μὴ μόνον ἀκροαταί, παραλογιζόμενοι ἑαυτούς. Ιακ. 1,22 Να γίνεστε όμως εκτελεστές του λόγου και όχι μόνο ακροατές, εξαπατώντας τους εαυτούς σας. Ιακ. 1,23 ὅτι εἴ τις ἀκροατὴς λόγου ἐστὶ καὶ οὐ ποιητής, οὗτος ἔοικεν ἀνδρὶ κατανοοῦντι τὸ πρόσωπον τῆς γενέσεως αὐτοῦ ἐν ἐσόπτρῳ· Ιακ. 1,23 Γιατί αν είναι κάποιος ακροατής του λόγου και όχι εκτελεστής, αυτός μοιάζει με άνθρωπο που παρατηρεί το πρόσωπο με το οποίο γεννήθηκε σε καθρέφτη. Ιακ. 1,24 κατενόησε γὰρ ἑαυτὸν καὶ ἀπελήλυθε, καὶ εὐθέως ἐπελάθετο ὁποῖος ἦν. Ιακ. 1,24 Γιατί παρατήρησε τον εαυτό του και μετά απομακρύνθηκε, και αμέσως ξέχασε ποιος ήταν. Ιακ. 1,25 ὁ δὲ παρακύψας εἰς νόμον τέλειον τὸν τῆς ἐλευθερίας καὶ παραμείνας, οὗτος οὐκ ἀκροατὴς ἐπιλησμονῆς γενόμενος, ἀλλὰ ποιητὴς ἔργου, οὗτος μακάριος ἐν τῇ ποιήσει αὐτοῦ ἔσται. Ιακ. 1,25 Εκείνος όμως που έσκυψε από πάνω και είδε προσεκτικά μέσα στον τέλειο νόμο της ελευθερίας και παράμεινε, ο οποίος δεν έγινε ακροατής που λησμονεί αλλά εκτελεστής του έργου, αυτός θα είναι μακάριος κατά την εκτέλεσή του. Ιακ. 1,26 Εἴ τις δοκεῖ θρῆσκος εἶναι ἐν ὑμῖν μὴ χαλιναγωγῶν γλῶσσαν αὐτοῦ, ἀλλ' ἀπατῶν καρδίαν αὐτοῦ, τούτου μάταιος ἡ θρησκεία. Ιακ. 1,26 Αν κάποιος νομίζει πως είναι θρήσκος και δε χαλιναγωγεί τη γλώσσα του, αλλά απατά την καρδιά του, αυτού η θρησκεία είναι μάταιη. Ιακ. 1,27 θρησκεία καθαρὰ καὶ ἀμίαντος παρὰ τῷ Θεῷ καὶ πατρὶ αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανοὺς καὶ χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν, ἄσπιλον ἑαυτὸν τηρεῖν ἀπὸ τοῦ κόσμου. Ιακ. 1,27 Θρησκεία καθαρή και αμόλυντη μπροστά στο Θεό και Πατέρα είναι αυτή: το να επισκέπτεται κανείς ορφανούς και χήρες μέσα στη θλίψη τους, και να τηρεί τον εαυτό του άσπιλο από τον κόσμο.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ 2

ΜΕΡΟΛΗΨΙΑ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΩΝ

Ιακ. 2,1 Ἀδελφοί μου, μὴ ἐν προσωποληψίαις ἔχετε τὴν πίστιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τῆς δόξης. Ιακ. 2,1 Αδελφοί μου, προσέχετε να μη έχετε και εκδηλώνετε την πίστιν σας προς τον ένδοξον Κύριον μας Ιησούν Χριστόν με προσωποληψίας και μάλιστα στον τόπον και τον χρόνον της λατρείας. Ιακ. 2,2 ἐὰν γὰρ εἰσέλθῃ εἰς τὴν συναγωγὴν ὑμῶν ἀνὴρ χρυσοδακτύλιος ἐν ἐσθῆτι λαμπρᾷ, εἰσέλθῃ δὲ καὶ πτωχὸς ἐν ῥυπαρᾷ ἐσθῆτι, Ιακ. 2,2 Διότι, -ας υποθέσωμεν- εάν εισέλθη εις την λατρευτικήν σας συγκέντρωσιν άνθρωπος με χρυσά δακτυλίδια, με ενδύματα πολυτελή και φαντακτερά, εισέλθη δε και ένας πτωχός με φθηνά και λερωμένα ρούχα Ιακ. 2,3 καὶ ἐπιβλέψητε ἐπὶ τὸν φοροῦντα τὴν ἐσθῆτα τὴν λαμπρὰν καὶ εἴπητε αὐτῷ, σὺ κάθου ὧδε καλῶς, καὶ τῷ πτωχῷ εἴπητε, σὺ στῆθι ἐκεῖ ἢ κάθου ὧδε ὑπὸ τὸ ὑποπόδιόν μου, Ιακ. 2,3 και στρέψετε τα βλέματά σας με θαυμασμόν και εκτίμησιν προς εκείνον, που φορεί το λαμπρόν ένδυμα, και του πήτε· “συ κάθισε εδώ αναπαυτικά στο τιμητικόν κάθισμα” και στον πτωχόν πήτε· “συ στάσου εκεί πέρα όρθιος”, ή “κάθισε εδώ, πιο χαμηλά, από το υποπόδιόν μου”, Ιακ. 2,4 καὶ οὐ διεκρίθητε ἐν ἑαυτοῖς καὶ ἐγένεσθε κριταὶ διαλογισμῶν πονηρῶν; Ιακ. 2,4 σας ερωτώ, με την προσωποληψίαν σας αυτήν και την μεροληπτικήν συμπεριφοράν σας δεν εκάματε μέσα σας μεροληπτικήν διάκρισιν μεταξύ πλουσίου και πτωχού και δεν εγίνατε άδικοι κριταί, εφ' όσον κατελήξατε εις απόφασιν στηριχθείσαν εις πονηρούς διαλογισμούς, αντιθέτους προς την αγάπην και την δικαιοσύνην του Θεού; Ιακ. 2,5 Ἀκούσατε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί. οὐχ ὁ Θεὸς ἐξελέξατο τοὺς πτωχοὺς τοῦ κόσμου πλουσίους ἐν πίστει καὶ κληρονόμους τῆς βασιλείας ἧς ἐπηγγείλατο τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν; Ιακ. 2,5 Ακούσατε, αδελφοί μου αγαπητοί, δεν εξέλεξεν ο Θεός τους πτωχούς και γυμνούς από τα υλικά αγαθά του κόσμου τούτου, δια να γίνουν πλούσιοι στον ουράνιον κόσμον, τον οποίον μας χαρίζει η πίστις, και κληρονόμοι της βασιλείας, που υπεσχέθη ο Θεός εις όσους τον αγαπούν; Ιακ. 2,6 ὑμεῖς δὲ ἠτιμάσατε τὸν πτωχόν. οὐχ οἱ πλούσιοι καταδυναστεύουσιν ὑμῶν, καὶ αὐτοὶ ἕλκουσιν ὑμᾶς εἰς κριτήρια; Ιακ. 2,6 Σεις όμως, επεριφρονήσατε και εξηυτελίσατε τον πτωχόν, δια να τιμήσετε μεροληπτικώς τον πλούσιον. Αλλά σας ερωτώ· δεν είναι οι πλούσιοι, οι οποίοι σας καταπιέζουν, και δεν είναι αυτοί, που σας τραβούν εις τα δικαστήρια; Ιακ. 2,7 οὐκ αὐτοὶ βλασφημοῦσι τὸ καλὸν ὄνομα τὸ ἐπικληθὲν ἐφ᾿ ὑμᾶς; Ιακ. 2,7 Δεν διαβάλλουν αυτοί με την συμπεριφοράν των και δεν εξευτελίζουν το καλόν όνομα του Χριστού, με το οποίον ονομάζεσθε xριστιανοί και λαός του Χριστού; Ιακ. 2,8 εἰ μέντοι νόμον τελεῖτε βασιλικὸν κατὰ τὴν γραφήν, ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν, καλῶς ποιεῖτε· Ιακ. 2,8 Εάν όμως συμπεριφέρεσθε έτσι προς τους πλουσίους, όχι διότι προσωποληπτείτε, αλλά διότι εφαρμόζετε τον νόμον του βασιλέως Χριστού, όπως περιέχεται εις την Αγίαν Γραφήν “αγαπήσστον πλησίον σου ως σεαυτόν”. καλώς πράττετε, φερόμενοι έτσι ενώπιον των πλουσίων. Ιακ. 2,9 εἰ δὲ προσωποληπτεῖτε, ἁμαρτίαν ἐργάζεσθε, ἐλεγχόμενοι ὑπὸ τοῦ νόμου ὡς παραβάται. Ιακ. 2,9 Εάν όμως φέρεσθε μεροληπτικά, επηρεασμένοι από αδίκους προσωποληψίας, τότε διαπράττετε αμαρτίαν και αποδεικνύεσθε από αυτόν τούτον τον Νόμον του Θεού ως παραβάται, έστω και αν δεν έχετε παραβή άλλας εντολάς. Ιακ. 2,10 ὅστις γὰρ ὅλον τὸν νόμον τηρήσῃ, πταίσῃ δὲ ἐν ἑνί, γέγονε πάντων ἔνοχος. Ιακ. 2,10 Διότι, εκείνος που θα τηρήση όλον τον Νόμον, θα πταίση δε και θα παραβή μίαν εντολήν, έγινεν ένοχος παραβάσεως όλων των εντολών. Ιακ. 2,11 ὁ γὰρ εἰπὼν μὴ μοιχεύσῃς, εἶπε καὶ μὴ φονεύσῃς· εἰ δὲ οὐ μοιχεύσεις, φονεύσεις δέ, γέγονας παραβάτης νόμου. Ιακ. 2,11 Διότι ο Θεός, ο οποίος είπε “μη φονεύσης”. Εάν δε δεν μοιχεύσης, αλλά φονεύσης, έγινες παραβάτης όλου του Νόμου. (Τον νομοθέτην Θεόν επεριφρόνησες και ύβρισες με την παράβασίν σου αυτήν). Ιακ. 2,12 οὕτω λαλεῖτε καὶ οὕτω ποιεῖτε, ὡς διὰ νόμου ἐλευθερίας μέλλοντες κρίνεσθαι· Ιακ. 2,12 Να ομιλήτε μεταξύ σας και να πράττετε έτσι, όπως ταιριάζει εις ανθρώπους, που μέλλουν να κριθούν με τον νόμον, ο οποίος αναδεικνύει τον άνθρωπον ελεύθερον (και όχι δούλον της προσωποληψίας και ανθρωπαρεσκείας). Ιακ. 2,13 ἡ γὰρ κρίσις ἀνέλεος τῷ μὴ ποιήσαντι ἔλεος· κατακαυχᾶται ἔλεος κρίσεως. Ιακ. 2,13 Μη παρασύρεσθε από από την προσωποληψίαν και φαίνεσθε σκληροί και άσπλαγχνοι απέναντι των πτωχών και ασήμων, διότι η κρίσις του Θεού θα είναι χωρίς έλεος, δι' εκείνον, που δεν έδειξε έλεος προς τους αδελφούς του. Το έλεος και η ευσπλαγχνία κατανικά και εξουδετερώνει την καταδίκην.

ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑ

Ιακ. 2,14 Τί τὸ ὄφελος, ἀδελφοί μου, ἐὰν πίστιν λέγῃ τις ἔχειν, ἔργα δὲ μὴ ἔχῃ; μὴ δύναται ἡ πίστις σῶσαι αὐτόν; Ιακ. 2,14 Τι ωφελεί, αδελφοί μου, εάν λέγη κανείς ότι έχει πίστιν, αλλά δεν έχει έργα, που επιβάλλει η πίστις; Μήπως αυτή η θεωρητική και γυμνή από καλά έργα πίστις ημπορεί να τον σώση; Ιακ. 2,15 ἐὰν δὲ ἀδελφὸς ἢ ἀδελφὴ γυμνοὶ ὑπάρχωσι καὶ λειπόμενοι ὦσι τῆς ἐφημέρου τροφῆς, Ιακ. 2,15 Εάν ένας αδελφός χριστιανός ή μία αδελφή χριστιανή δεν έχουν τα απαραίτητα ενδύματα, δια να προφυλαχθούν από το ψύχος του χειμώνος, και επί πλέον στερούνται από την αναγκαίαν τροφήν της ημέρας, Ιακ. 2,16 εἴπῃ δέ τις αὐτοῖς ἐξ ὑμῶν, ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ, θερμαίνεσθε καὶ χορτάζεσθε, μὴ δῶτε δὲ αὐτοῖς τὰ ἐπιτήδεια τοῦ σώματος, τί τὸ ὄφελος; Ιακ. 2,16 τους είπη δε ένας από σας, “πηγαίνετε στο καλό. Εύχομαι να ζεσταθήτε και να χορτασθήτε καλά”, δεν τους δώσετε όμως αυτά, που τους χρειάζονται δια την συντήρησιν του σώματος, τι ωφελούν τα καλά σας λόγια; Ιακ. 2,17 οὕτω καὶ ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔργα ἔχῃ, νεκρά ἐστι καθ᾿ ἑαυτήν. Ιακ. 2,17 Έτσι και η πίστις, εάν δεν έχη έργα, είναι εξ ολοκλήρου νεκρά. Ιακ. 2,18 ἀλλ᾿ ἐρεῖ τις· σὺ πίστιν ἔχεις, κἀγὼ ἔργα ἔχω· δεῖξόν μοι τὴν πίστιν σου ἐκ τῶν ἔργων σου, κἀγὼ δείξω σοι ἐκ τῶν ἔργων μου τὴν πίστιν μου. Ιακ. 2,18 Αλλά θα πη κάποιος· “συ έχεις και κρατείς θεωρητικήν την πίστιν, ενώ εγώ έχω έργα αρετής”. Και οι δύο ευρίσκονται εις την πλάνην. Διότι εγώ θα τους είπω· Δείξε μου την πίστιν σου από τα έργα σου, διότι αυτά επιβεβαιούν την πίστιν, και εγώ από τα έργα μου, που είναι καρπός της πίστεως, θα σου αποδείξω την πίστιν μου. Ιακ. 2,19 σὺ πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς εἷς ἐστι· καλῶς ποιεῖς· καὶ τὰ δαιμόνια πιστεύουσι καὶ φρίσσουσι. Ιακ. 2,19 Συ πιστεύεις, ότι ένας είναι ο αληθινός Θεός· και καλά κάμνεις. Αλλά και τα δαιμόνια πιστεύουν εις την ύπαρξιν του αληθινού Θεού, χωρίς όμως να ωφελούνται από αυτήν, την άνευ έργων πίστιν, αλλά τουναντίον καταλαμβάνονται από φόβον και τρόμον προ του δικαίου Θεού. Ιακ. 2,20 θέλεις δὲ γνῶμαι, ὦ ἄνθρωπε κενέ, ὅτι ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστιν; Ιακ. 2,20 Θέλεις δε να μάθης, ω κούφιε και ανόητε άνθρωπε, ότι η πίστις χωρίς τα έργα της αρετής είναι νεκρά, εντελώς ανωφελής, μάλλον δε και επιβλαβής, όπως το νεκρόν και αποσυντιθέμενον σώμα; Ιακ. 2,21 Ἀβραὰμ ὁ πατὴρ ἡμῶν οὐκ ἐξ ἔργων ἐδικαιώθη, ἀνενέγκας Ἰσαὰκ τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον; Ιακ. 2,21 Ο πρόγονος μας Αβραάμ, δεν επήρε από τον Θεόν την δικαίωσιν και έγινε δίκαιος, δια τα έργα της αρετής του, και μάλιστα, όταν προσέφερε ως θυσίαν επάνω στο θυσιαστήριον το παιδί του, τον Ισαάκ; Ιακ. 2,22 βλέπεις ὅτι ἡ πίστις συνήργει τοῖς ἔργοις αὐτοῦ, καὶ ἐκ τῶν ἔργων ἡ πίστις ἐτελειώθη, Ιακ. 2,22 Βλέπεις, ότι η ζωντανή πίστις ωδηγούσε και υποβοηθούσε εις τα έργα του, και από τα έργα η πίστις ετελειοποιήθη. Ιακ. 2,23 καὶ ἐπληρώθη ἡ γραφὴ ἡ λέγουσα· ἐπίστευσε δὲ Ἀβραὰμ τῷ Θεῷ, καὶ ἐλογίσθη αὐτῷ εἰς δικαιοσύνην, καὶ φίλος Θεοῦ ἐκλήθη. Ιακ. 2,23 Και εξεπληρώθη έτσι η Γραφή, η οποία λέγει· “επίστευσεν ο Αβραάμ στον Θεόν με ζωντανήν και ενεργόν αυτήν πίστιν και ελογαριάσθη τούτο εκ μέρους του Θεού εις αυτόν ως δικαιοσύνη και ωνομάσθη εκλεκτός φίλος του Θεού”. Ιακ. 2,24 ὁρᾶτε τοίνυν ὅτι ἐξ ἔργων δικαιοῦται ἄνθρωπος καὶ οὐκ ἐκ πίστεως μόνον. Ιακ. 2,24 Βλέπετε, λοιπόν, ότι κάθε άνθρωπος γίνεται και αναδεικνύεται δίκαιος από τα έργα και όχι μόνον από την θεωρητικήν πίστιν. Ιακ. 2,25 ὁμοίως δὲ καὶ Ῥαὰβ ἡ πόρνη οὐκ ἐξ ἔργων ἐδικαιώθη, ὑποδεξαμένη τοὺς ἀγγέλους καὶ ἑτέρᾳ ὁδῷ ἐκβαλοῦσα; Ιακ. 2,25 Επίσης και η Ραάβ, η πόρνη, δεν εδικαιώθη ενώπιον του Θεού από τα έργα της, όταν με κίνδυνον της ζωής της υπεδέχθη τους απεσταλμένους των Ιουδαίων και τους έβγαλε από άλλον δρόμον, δια να φύγουν από την Ιεριχώ; Ιακ. 2,26 ὥσπερ γὰρ τὸ σῶμα χωρὶς πνεύματος νεκρόν ἐστιν, οὕτω καὶ ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι. Ιακ. 2,26 Τα έργα αξιοποιούν και ζωντανεύουν την πίστιν. Διότι, όπως το σώμα χωρίς την ψυχήν είναι νεκρόν και καταλήγει εις την αποσύνθεσιν, έτσι και η πίστις χωρίς τα ενάρετα έργα είναι νεκρά και ανωφελής.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ 3

Η ΑΧΑΛΙΝΩΤΗ ΓΛΩΣΣΑ

Ιακ. 3,1 Μὴ πολλοὶ διδάσκαλοι γίνεσθε, ἀδελφοί μου, εἰδότες ὅτι μεῖζον κρῖμα ληψόμεθα· Ιακ. 3,1 Ας μη γίνεστε πολλοί δάσκαλοι, αδελφοί μου, γιατί ξέρετε ότι μεγαλύτερη καταδίκη θα λάβουμε. Ιακ. 3,2 πολλὰ γὰρ πταίομεν ἅπαντες. εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ, δυνατὸς χαλιναγωγῆσαι καὶ ὅλον τὸ σῶμα. Ιακ. 3,2 Γιατί σε πολλά φταίμε όλοι. Αν κάποιος δε φταίει στα λόγια, αυτός είναι τέλειος άνθρωπος, δυνατός να χαλιναγωγήσει και όλο του το σώμα. Ιακ. 3,3 ἴδε τῶν ἵππων τοὺς χαλινοὺς εἰς τὰ στόματα βάλλομεν πρὸς τὸ πείθεσθαι αὐτοὺς ἡμῖν, καὶ ὅλον τὸ σῶμα αὐτῶν μετάγομεν. Ιακ. 3,3 Και αν βάζουμε τα χαλινάρια των ίππων στα στόματά τους, για να υποτάσσονται αυτοί σ’ εμάς, τότε διευθύνουμε όλο το σώμα τους. Ιακ. 3,4 ἰδοὺ καὶ τὰ πλοῖα, τηλικαῦτα ὄντα καὶ ὑπὸ σκληρῶν ἀνέμων ἐλαυνόμενα, μετάγεται ὑπὸ ἐλαχίστου πηδαλίου ὅπου ἂν ἡ ὁρμὴ τοῦ εὐθύνοντος βούληται. Ιακ. 3,4 Ιδού και τα πλοία, ενώ είναι τόσο μεγάλα και ωθούνται από σφοδρούς ανέμους, διευθύνονται από ένα πολύ μικρό πηδάλιο όπου θέλει η επιθυμία εκείνου που τα κατευθύνει. Ιακ. 3,5 οὕτω καὶ ἡ γλῶσσα μικρὸν μέλος ἐστὶ καὶ μεγαλαυχεῖ. ἰδοὺ ὀλίγον πῦρ ἡλίκην ὕλην ἀνάπτει! Ιακ. 3,5 Έτσι και η γλώσσα είναι μικρό μέλος, αλλά καυχιέται μεγάλα πράγματα. Ιδού, πόσο μικρή φωτιά ανάβει και κατακαίει πόσο μεγάλο δάσος! Ιακ. 3,6 καὶ ἡ γλῶσσα πῦρ, ὁ κόσμος τῆς ἀδικίας. οὕτως ἡ γλῶσσα καθίσταται ἐν τοῖς μέλεσιν ἡμῶν ἡ σπιλοῦσα ὅλον τὸ σῶμα καὶ φλογίζουσα τὸν τροχὸν τῆς γενέσεως καὶ φλογιζομένη ὑπὸ τῆς γεέννης. Ιακ. 3,6 Και η γλώσσα είναι φωτιά. Η γλώσσα καθίσταται ο κόσμος της αδικίας ανάμεσα στα μέλη μας, αυτή που σπιλώνει όλο το σώμα και φλογίζει τον κύκλο της ανθρώπινης ζωής και φλογίζεται από τη γέεννα. Ιακ. 3,7 πᾶσα γὰρ φύσις θηρίων τε καὶ πετεινῶν ἑρπετῶν τε καὶ ἐναλίων δαμάζεται καὶ δεδάμασται τῇ φύσει τῇ ἀνθρωπίνῃ, Ιακ. 3,7 Γιατί κάθε άγρια φύση θηρίων και πτηνών, ερπετών και θαλάσσιων ζώων δαμάζεται και έχει δαμαστεί από τη φύση την ανθρώπινη, Ιακ. 3,8 τὴν δὲ γλῶσσαν οὐδεὶς δύναται ἀνθρώπων δαμάσαι· ἀκατάσχετον κακόν, μεστὴ ἰοῦ θανατηφόρου. Ιακ. 3,8 αλλά τη γλώσσα κανείς από τους ανθρώπους δε δύναται να τη δαμάσει. Είναι ακατάστατο κακό, γεμάτη από δηλητήριο θανατηφόρο. Ιακ. 3,9 ἐν αὐτῇ εὐλογοῦμεν τὸν Θεὸν καὶ πατέρα, καὶ ἐν αὐτῇ καταρώμεθα τοὺς ἀνθρώπους τοὺς καθ' ὁμοίωσιν Θεοῦ γεγονότας· Ιακ. 3,9 Με αυτήν ευλογούμε τον Κύριο και Πατέρα, και με αυτήν καταριόμαστε τους ανθρώπους που έχουν γίνει καθ’ ομοίωση του Θεού. Ιακ. 3,10 ἐκ τοῦ αὐτοῦ στόματος ἐξέρχεται εὐλογία καὶ κατάρα. οὐ χρή, ἀδελφοί μου, ταῦτα οὕτω γίνεσθαι. Ιακ. 3,10 Από το ίδιο στόμα εξέρχεται ευλογία και κατάρα. Δεν πρέπει, αδελφοί μου, αυτά έτσι να γίνονται. Ιακ. 3,11 μήτι ἡ πηγὴ ἐκ τῆς αὐτῆς ὀπῆς βρύει τὸ γλυκὺ καὶ τὸ πικρόν; Ιακ. 3,11 Μήπως η πηγή από το ίδιο άνοιγμα αναβρύζει το γλυκό και το πικρό νερό; Ιακ. 3,12 μὴ δύναται, ἀδελφοί μου, συκῆ ἐλαίας ποιῆσαι ἢ ἄμπελος σῦκα; οὕτως οὐδεμία πηγὴ ἁλυκὸν καὶ γλυκὺ ποιῆσαι ὕδωρ. Ιακ. 3,12 Μήπως δύναται, αδελφοί μου, η συκιά να κάνει ελιές ή η άμπελος σύκα; Ούτε το αλμυρό δύναται να κάνει γλυκό νερό.

ΟΥΡΑΝΙΑ ΚΑΙ ΓΗΙΝΗ ΣΟΦΙΑ

Ιακ. 3,13 Τίς σοφὸς καὶ ἐπιστήμων ἐν ὑμῖν; δειξάτω ἐκ τῆς καλῆς ἀναστροφῆς τὰ ἔργα αὐτοῦ ἐν πραΰτητι σοφίας. Ιακ. 3,13 Ποιος είναι σοφός και επιστήμονας μεταξύ σας; Ας δείξει από την καλή συμπεριφορά του τα έργα του με πραότητα σοφίας. Ιακ. 3,14 εἰ δὲ ζῆλον πικρὸν ἔχετε καὶ ἐριθείαν ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν, μὴ κατακαυχᾶσθε καὶ ψεύδεσθε κατὰ τῆς ἀληθείας. Ιακ. 3,14 Αν όμως έχετε πικρή ζήλια και φατριασμό μέσα στην καρδιά σας, μην καυχιέστε και μην ψεύδεστε ενάντια στην αλήθεια. Ιακ. 3,15 οὐκ ἔστιν αὕτη ἡ σοφία ἄνωθεν κατερχομένη, ἀλλ' ἐπίγειος, ψυχική, δαιμονιώδης. Ιακ. 3,15 Δεν είναι αυτή η σοφία που κατεβαίνει από επάνω, αλλά είναι επίγεια, ψυχική, δαιμονιώδης. Ιακ. 3,16 ὅπου γὰρ ζῆλος καὶ ἐριθεία, ἐκεῖ ἀκαταστασία καὶ πᾶν φαῦλον πρᾶγμα. Ιακ. 3,16 Γιατί όπου υπάρχει ζήλια και φατριασμός, εκεί υπάρχει ακαταστασία και κάθε φαύλο πράγμα. Ιακ. 3,17 ἡ δὲ ἄνωθεν σοφία πρῶτον μὲν ἁγνή ἐστιν, ἔπειτα εἰρηνική, ἐπιεικής, εὐπειθής, μεστὴ ἐλέους καὶ καρπῶν ἀγαθῶν, ἀδιάκριτος καὶ ἀνυπόκριτος. Ιακ. 3,17 Ενώ η σοφία από επάνω, πρώτα αφενός είναι αγνή, έπειτα ειρηνική, επιεικής, ευπειθής, γεμάτη από έλεος και καρπούς αγαθούς, αμερόληπτη, ανυπόκριτη. Ιακ. 3,18 καρπὸς δὲ τῆς δικαιοσύνης ἐν εἰρήνῃ σπείρεται τοῖς ποιοῦσιν εἰρήνην. Ιακ. 3,18 Και ο καρπός της δικαιοσύνης σπείρεται με ειρήνη από αυτούς που πράττουν την ειρήνη.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ 4

Η ΠΙΣΤΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΘΕΟ

Ιακ. 4,1 Πόθεν πόλεμοι καὶ μάχαι ἐν ὑμῖν; οὐκ ἐντεῦθεν ἐκ τῶν ἡδονῶν ὑμῶν τῶν στρατευομένων ἐν τοῖς μέλεσιν ὑμῶν; Ιακ. 4,1 Από που προέρχονται και γεννώνται μεταξύ σας εχθρικαί καταστάσεις, έριδες και συγκρούσεις; Δεν προέρχονται από αυτήν την αιτίαν, δηλαδή από τας εμπαθείς επιθυμίας αμαρτωλών ηδονών, αι οποίαι επιθυμίαι έχουν επιστρατευθή και διεξάγουν πόλεμον μέσα εις τα μέλη σας, δια να σας υποδουλώσουν εις την φαυλότητα; Ιακ. 4,2 ἐπιθυμεῖτε, καὶ οὐκ ἔχετε· φονεύετε καὶ ζηλοῦτε, καὶ οὐ δύνασθε ἐπιτυχεῖν· μάχεσθε καὶ πολεμεῖτε, καὶ οὐκ ἔχετε, διὰ τὸ μὴ αἰτεῖσθαι ὑμᾶς· Ιακ. 4,2 Επιθυμείτε και δεν έχετε αυτό που επιθυμείτε. Και επάνω εις την επιθυμίαν σας να το αποκτήσετε, ημπορεί να φθάσετε ακόμη και μέχρι του φόνου. Φθονείτε και επιθυμείτε με εμπάθειαν και δεν ημπορείτε να επιτύχετε αυτό, που επιθυμείτε. Και το αποτέλεσμα είναι ότι καταλήγετε εις συγκρούσεις και εις εχθρικάς καταστάσεις. Και δεν έχετε αυτά που θέλετε, διότι δεν ζητείτε από τον Θεόν με πίστιν, ο,τι είναι καλόν και ωφέλιμον δια σας. Ιακ. 4,3 αἰτεῖτε καὶ οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε, ἵνα ἐν ταῖς ἡδοναῖς ὑμῶν δαπανήσητε. Ιακ. 4,3 Μερικές όμως φορές ζητείτε από τον Θεόν και όμως δεν λαβάνετε, διότι ζητείτε προς κακόν και επιβλαβή σκοπόν, δια να διαθέσετε δηλαδή και εξοδεύσετε αυτό που ζητείτε εις απόλαυσιν αμαρτωλών ηδονών. Ιακ. 4,4 μοιχοὶ καὶ μοιχαλίδες! οὐκ οἴδατε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἐστιν; ὃς ἂν οὖν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ καθίσταται. Ιακ. 4,4 Προδόται και προδότριαι, που καταπατείτε και μολύνετε την πίστιν και την αγάπην προς τον Χριστόν! Δεν γνωρίζετε ότι η αγάπη και η προσκόλλησις στον αμαρτωλόν κόσμον είναι έχθρα προς τον Θεόν; Όποιος θελήση να είναι φίλος του κόσμου, των αμαρτωλών διασκεδάσεων και ηδονών του κόσμου, γίνεται εχθρός του Θεού. Ιακ. 4,5 ἢ δοκεῖτε ὅτι κενῶς ἡ γραφὴ λέγει, πρὸς φθόνον ἐπιποθεῖ τὸ πνεῦμα ὃ κατῴκησεν ἐν ἡμῖν; Ιακ. 4,5 Ή νομίζετε ότι μάταια και χωρίς κανένα νόημα λέγει η Γραφή, ότι με απέραντον αγάπην, που φθάνει σαν μέχρι ζηλοτυπίας και φθόνου, μας ποθεί το Πνεύμα το Άγιον, που έχει κατοικήσει μέσα μας; (Προδοσία εκ μέρους μας αυτής της αγίας αγάπης του εξεγείρει τον αποτροπιασμόν του και την οργήν του εναντίον μας). Ιακ. 4,6 μείζονα δὲ δίδωσι χάριν· διὸ λέγει· ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν. Ιακ. 4,6 Εξ αντιθέτου, όταν μείνωμεν πιστοί εις την αγάπην του και αποκηρύξωμεν την αμαρτίαν του κόσμου, μας δίδει ακόμη μεγαλυτέραν χάριν, δι' αυτό και η Γραφή λέγει, ότι “ο Θεός αντιτάσσεται στους υπερηφάνους, που τον εγκαταλείπουν, δια να απολαύσουν αλαζονικώς τον κόσμον· ενώ αντιθέτως, δίδει χάριν στους ταπεινούς και τους υποταγμένους εις αυτόν”. Ιακ. 4,7 Ὑποτάγητε οὖν τῷ Θεῷ. ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ, καὶ φεύξεται ἀφ᾿ ὑμῶν· Ιακ. 4,7 Υποταχθήτε, λοιπόν, με ταπείνωσιν στον Θεόν. Αντισταθήτε στον διάβολον, που σας δελεάζει και σας φλογίζει με τας αμαρτωλάς ηδονάς του κόσμου, και θα φύγη μακρυά από σας νικημένος και εξευτελισμένος. Ιακ. 4,8 ἐγγίσατε τῷ Θεῷ, καὶ ἐγγιεῖ ὑμῖν. καθαρίσατε χεῖρας ἁμαρτωλοὶ καὶ ἁγνίσατε καρδίας δίψυχοι. Ιακ. 4,8 Πλησιάστε κοντά στον Θεόν και ο Θεός θα πλησιάση κοντά εις σας. Αμαρτωλοί άνθρωποι, καθαρίσατε τα χέρια σας από κάθε αμαρτωλήν πράξιν και ενόχην, εξαγνίσατε το εσωτερικόν σας σεις οι δίγνωμοι, που κυμαίνεσθε μεταξύ Θεού και αμαρτωλού κόσμου. Ιακ. 4,9 ταλαιπωρήσατε καὶ πενθήσατε καὶ κλαύσατε· ὁ γέλως ὑμῶν εἰς πένθος μεταστραφήτω καὶ ἡ χαρὰ εἰς κατήφειαν. Ιακ. 4,9 Συναισθανθήτε την αμαρτωλότητά σας και την ενόχην σας, μετανοήσατε, πενθήσατε και κλαύσατε, δια τας αθλιότητάς σας. Τα αμαρτωλά σας γέλοια μέσα εις τα ξεφαντώματα της αμαρτίας ας αλλάξουν και ας γίνουν λύπη και συντριβή μετανοίας, και η ψεύτικη χαρά του κόσμου ας μετατραπή εις συναίσθησιν και κατήφειαν. Ιακ. 4,10 ταπεινώθητε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καὶ ὑψώσει ὑμᾶς. Ιακ. 4,10 Ταπεινωθήτε ενώπιον του Κυρίου και θα σας υψώση εις την παρούσαν ζωήν ως προσωπικότητα αρετής, θα σας δοξάση δε εις την μέλλουσαν.

Η ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ

Ιακ. 4,11 Μὴ καταλαλεῖτε ἀλλήλων, ἀδελφοί. ὁ καταλαλῶν ἀδελφοῦ καὶ κρίνων τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καταλαλεῖ νόμου καὶ κρίνει νόμον· εἰ δὲ νόμον κρίνεις, οὐκ εἶ ποιητὴς νόμου, ἀλλὰ κριτής. Ιακ. 4,11 Αδελφοί, μη κατηγορείτε και μη κατακρίνετε ο ένας τον άλλον. Διότι εκείνος που κατηγορεί και κατακρίνει και καταδικάζει τον αδελφόν του, κατηγορεί και καταδικάζει τον θείον Νόμον, τον Νόμον της αγάπης και της καλωσύνης. Εάν δε με την συμπεριφοράν σου αυτήν καταδικάζης τον νόμον της αγάπης, που απαγορεύει την κατάκρισιν, τότε δεν είσαι πλέον τηρητής του νόμου, αλλά θρασύς κριτής και επικριτής του νόμου. Ιακ. 4,12 εἷς ἐστιν ὁ νομοθέτης καὶ κριτής. ὁ δυνάμενος σῶσαι καὶ ἀπολέσαι· σὺ δὲ τίς εἶ ὃς κρίνεις τὸν ἕτερον; Ιακ. 4,12 Ένας όμως είναι ο νομοθέτης, που έχει το δικαίωμα να νομοθετή το ορθόν και να κρίνη κάθε παραβάτην, ο δίκαιος Θεός, ο οποίος έχει την δύναμιν και να σώση και να καταδικάση εις απώλειαν. Συ δε, ασήμαντε άνθρωπε, ποίος είσαι, που τολμάς να κρίνης και να κατακρίνης τον άλλον;

ΑΠΟΦΥΓΗ ΤΗΣ ΑΛΑΖΟΝΕΙΑΣ

Ιακ. 4,13 Ἄγε νῦν οἱ λέγοντες· σήμερον καὶ αὔριον πορευσόμεθα εἰς τήνδε τὴν πόλιν καὶ ποιήσομεν ἐκεῖ ἐνιαυτὸν ἕνα καὶ ἐμπορευσόμεθα καὶ κερδήσομεν· Ιακ. 4,13 Ελάτε τώρα σεις, που χωρίς να λογαριάζετε τον Θεόν λέτε· “σήμερα ή αύριον θα πάμε εις αυτήν την πόλιν και θα μείνωμεν εκεί ένα έτος και θα επιδοθώμεν στο εμπόριον και θα κερδήσωμεν χρήματα”. Ιακ. 4,14 οἵτινες οὐκ ἐπίστασθε τὸ τῆς αὔριον· ποία γὰρ ἡ ζωὴ ὑμῶν; ἀτμὶς γὰρ ἔσται ἡ πρὸς ὀλίγον φαινομένη, ἔπειτα δὲ καὶ ἀφανιζομένη· Ιακ. 4,14 Τα λέγετε αυτά σεις, οι οποίοι δεν γνωρίζετε τι θα συμβή όχι μετά ένα έτος, αλλ' ούτε κατά την αυριανήν ημέραν. Διότι τι είναι η ζωή σας, την οποίαν θέλετε να θεωρήτε ατελείωτον; Είναι ένας λεπτός αχνός, που φαίνεται για λίγες στιγμές και αμέσως έπειτα διαλύεται και αφανίζεται. Ιακ. 4,15 ἀντὶ τοῦ λέγειν ὑμᾶς, ἐὰν ὁ Κύριος θελήσῃ, καὶ ζήσομεν καὶ ποιήσομεν τοῦτο ἢ ἐκεῖνο. Ιακ. 4,15 Σχεδιάζετε και λέγετε, ότι επί ένα έτος θα πάτε και θα κάμετε και θα κερδήσετε, αντί να λέτε, εάν ο Κύριος θελήση και ζήσωμεν, τότε και θα κάμωμεν τούτο και εκείνο. Ιακ. 4,16 νῦν δὲ καυχᾶσθε ἐν ταῖς ἀλαζονείαις ὑμῶν· πᾶσα καύχησις τοιαύτη πονηρά ἐστιν. Ιακ. 4,16 Τώρα δε, παραμερίζοντες τον Θεόν, καυχάσθε εις τα αλαζονικά σας σχέδια και εις τας ματαιοδόξους επιχειρήσεις σας. Κάθε τέτοια καύχησις είναι κακή και αμαρτωλή. Ιακ. 4,17 εἰδότι οὖν καλὸν ποιεῖν καὶ μὴ ποιοῦντι, ἁμαρτία αὐτῷ ἐστιν. Ιακ. 4,17 Ηκούσατε αυτά που σας είπα και εμάθατε ποιό είναι το καλόν. Αλλά μη λησμονείτε, ότι εκείνος που γνωρίζει ποίον είναι το καλόν, έχει δε και την δύναμιν να το πραγματοποιήση, και δεν το κάμνει, διαπράττει αμαρτίαν.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ 5

ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΟΥΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ

Ιακ. 5,1 Ἄγε νῦν οἱ πλούσιοι, κλαύσατε ὀλολύζοντες ἐπὶ ταῖς ταλαιπωρίαις ὑμῶν ταῖς ἐπερχομέναις· Ιακ. 5,1 Ελάτε τώρα οι πλούσιοι, κλάψτε κραυγάζοντας γοερά για τις ταλαιπωρίες σας που επέρχονται. Ιακ. 5,2 ὁ πλοῦτος ὑμῶν σέσηπε καὶ τὰ ἱμάτια ὑμῶν σητόβρωτα γέγονεν, Ιακ. 5,2 Ο πλούτος σας έχει σαπίσει και τα ρούχα σας τα έχει φάει ο σκόρος. Ιακ. 5,3 ὁ χρυσὸς ὑμῶν καὶ ὁ ἄργυρος κατίωται, καὶ ὁ ἰὸς αὐτῶν εἰς μαρτύριον ὑμῖν ἔσται καὶ φάγεται τὰς σάρκας ὑμῶν. ὡς πῦρ ἐθησαυρίσατε ἐν ἐσχάταις ἡμέραις. Ιακ. 5,3 Ο χρυσός σας και ο άργυρος έχουν σκουριάσει, και η σκουριά τους θα είναι μαρτυρία εναντίον σας και θα φάει τις σάρκες σας σαν φωτιά. Θησαυρίσατε για τις έσχατες ημέρες. Ιακ. 5,4 ἰδοὺ ὁ μισθὸς τῶν ἐργατῶν τῶν ἀμησάντων τὰς χώρας ὑμῶν ὁ ἀπεστερημένος ἀφ' ὑμῶν κράζει, καὶ αἱ βοαὶ τῶν θερισάντων εἰς τὰ ὦτα Κυρίου Σαβαὼθ εἰσεληλύθασιν. Ιακ. 5,4 Ιδού, ο μισθός των εργατών που θέρισαν τα χωράφια σας και που τους τον έχετε στερήσει κράζει, και οι κραυγές των θεριστών έχουν εισέλθει στα αυτιά του Κυρίου Σαβαώθ. Ιακ. 5,5 ἐτρυφήσατε ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐσπαταλήσατε, ἐθρέψατε τὰς καρδίας ὑμῶν ὡς ἐν ἡμέρᾳ σφαγῆς. Ιακ. 5,5 Ζήσατε τρυφηλή ζωή πάνω στη γη και σπαταλήσατε, θρέψατε τις καρδιές σας για την ημέρα της σφαγής. Ιακ. 5,6 κατεδικάσατε, ἐφονεύσατε τὸν δίκαιον· οὐκ ἀντιτάσσεται ὑμῖν. Ιακ. 5,6 Καταδικάσατε, φονεύσατε τον δίκαιο. Δε σας αντιστέκεται.

ΠΡΟΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑ

Ιακ. 5,7 Μακροθυμήσατε οὖν, ἀδελφοί, ἕως τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. ἰδοὺ ὁ γεωργὸς ἐκδέχεται τὸν τίμιον καρπὸν τῆς γῆς, μακροθυμῶν ἐπ' αὐτῷ ἕως λάβῃ ὑετὸν πρώϊμον καὶ ὄψιμον. Ιακ. 5,7 Μακροθυμήστε λοιπόν, αδελφοί, ως την παρουσία του Κυρίου. Ιδού, ο γεωργός αναμένει τον πολύτιμο καρπό της γης, περιμένοντάς τον με μακροθυμία, ωσότου λάβει πρώιμη και όψιμη βροχή . Ιακ. 5,8 μακροθυμήσατε καὶ ὑμεῖς, στηρίξατε τὰς καρδίας ὑμῶν, ὅτι ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου ἤγγικε. Ιακ. 5,8 Μακροθυμήστε και εσείς, στηρίξτε τις καρδιές σας, γιατί η παρουσία του Κυρίου έχει πλησιάσει. Ιακ. 5,9 μὴ στενάζετε κατ' ἀλλήλων, ἀδελφοί, ἵνα μὴ κριθῆτε· ἰδοὺ ὁ κριτὴς πρὸ τῶν θυρῶν ἕστηκεν. Ιακ. 5,9 Μη στενάζετε, αδελφοί, ο ένας εναντίον του άλλου, για να μην κατακριθείτε. ιδού, ο κριτής έχει σταθεί μπροστά στις θύρες. Ιακ. 5,10 ὑπόδειγμα λάβετε, ἀδελφοί μου, τῆς κακοπαθείας καὶ τῆς μακροθυμίας τοὺς προφήτας, οἳ ἐλάλησαν τῷ ὀνόματι Κυρίου. Ιακ. 5,10 Αδελφοί, λάβετε ως υπόδειγμα της κακοπάθειας και της μακροθυμίας τους προφήτες που λάλησαν στο όνομα του Κυρίου. Ιακ. 5,11 ἰδοὺ μακαρίζομεν τοὺς ὑπομένοντας· τὴν ὑπομονὴν ᾿Ιὼβ ἠκούσατε, καὶ τὸ τέλος Κυρίου εἴδετε, ὅτι πολύσπλαγχνός ἐστιν ὁ Κύριος καὶ οἰκτίρμων. Ιακ. 5,11 Ιδού, μακαρίζουμε αυτούς που υπέμειναν. Την υπομονή του Ιώβ την ακούσατε και το τέλος του Κυρίου το είδατε, γιατί ο Κύριος είναι πολυεύσπλαχνος και οικτίρμονας.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΡΟΤΡΟΠΕΣ

Ιακ. 5,12 Πρὸ πάντων δέ, ἀδελφοί μου, μὴ ὀμνύετε μήτε τὸν οὐρανὸν μήτε τὴν γῆν μήτε ἄλλον τινὰ ὅρκον· ἤτω δὲ ὑμῶν τὸ ναὶ ναί, καὶ τὸ οὒ οὔ, ἵνα μὴ εἰς ὑπόκρισιν πέσητε. Ιακ. 5,12 Προπάντων όμως, αδελφοί μου, μην ορκίζεστε μήτε στον ουρανό μήτε στη γη μήτε κανέναν άλλο όρκο. Αλλά ας είναι το ναι ναι και το όχι όχι, για να μην πέσετε σε κατάκριση. Ιακ. 5,13 Κακοπαθεῖ τις ἐν ὑμῖν; προσευχέσθω· εὐθυμεῖ τις; ψαλλέτω. Ιακ. 5,13 Κακοπαθεί κανείς μεταξύ σας; Ας προσεύχεται. Ευθυμεί κανείς; Ας ψάλλει. Ιακ. 5,14 ἀσθενεῖ τις ἐν ὑμῖν; προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας, καὶ προσευξάσθωσαν ἐπ' αὐτὸν ἀλείψαντες αὐτὸν ἐλαίῳ ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου· Ιακ. 5,14 Ασθενεί κανείς μεταξύ σας; Ας προσκαλέσει τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας και ας προσευχηθούν επάνω του, αφού τον αλείψουν με λάδι στο όνομα του Κυρίου. Ιακ. 5,15 καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα, καὶ ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ Κύριος· κἂν ἁμαρτίας ᾖ πεποιηκώς, ἀφεθήσεται αὐτῷ. Ιακ. 5,15 Και η προσευχή της πίστης θα σώσει τον αποκαμωμένο ασθενή και θα τον σηκώσει ο Κύριος. Κι αν έχει κάνει αμαρτίες, θα του αφεθούν. Ιακ. 5,16 ἐξομολογεῖσθε ἀλλήλοις τὰ παραπτώματα, καὶ εὔχεσθε ὑπὲρ ἀλλήλων, ὅπως ἰαθῆτε· πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη. Ιακ. 5,16 Εξομολογείστε, λοιπόν, ο ένας στον άλλο τις αμαρτίες σας και προσεύχεστε ο ένας για τον άλλο, για να γιατρευτείτε. Είναι πολύ ισχυρή, όταν ενεργείται η δέηση ενός δικαίου. Ιακ. 5,17 ᾿Ηλίας ἄνθρωπος ἦν ὁμοιοπαθὴς ἡμῖν, καὶ προσευχῇ προσηύξατο τοῦ μὴ βρέξαι, καὶ οὐκ ἔβρεξεν ἐπὶ τῆς γῆς ἐνιαυτοὺς τρεῖς καὶ μῆνας ἕξ· Ιακ. 5,17 Ο Ηλίας ήταν άνθρωπος ομοιοπαθής μ’ εμάς, και προσευχήθηκε ένθερμα να μη βρέξει, και δεν έβρεξε πάνω στη γη τρία έτη και έξι μήνες. Ιακ. 5,18 καὶ πάλιν προσηύξατο, καὶ ὁ οὐρανὸς ὑετὸν ἔδωκε καὶ ἡ γῆ ἐβλάστησε τὸν καρπὸν αὐτῆς. Ιακ. 5,18 Και πάλι προσευχήθηκε, και ο ουρανός έδωσε βροχή και η γη βλάστησε τον καρπό της. Ιακ. 5,19 ᾿Αδελφοί, ἐάν τις ἐν ὑμῖν πλανηθῇ ἀπὸ τῆς ἀληθείας, καὶ ἐπιστρέψῃ τις αὐτόν, Ιακ. 5,19 Αδελφοί μου, αν κάποιος μεταξύ σας πλανηθεί από την αλήθεια και τον κάνει κανείς να επιστρέψει, Ιακ. 5,20 γινωσκέτω ὅτι ὁ ἐπιστρέψας ἁμαρτωλὸν ἐκ πλάνης ὁδοῦ αὐτοῦ σώσει ψυχὴν ἐκ θανάτου καὶ καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν. Ιακ. 5,20 ας γνωρίζει ότι εκείνος που έκανε έναν αμαρτωλό να επιστρέψει από την πλανεμένη οδό του θα σώσει την ψυχή του από το θάνατο και θα καλύψει πλήθος αμαρτιών.

Πηγές

Το αρχαίο ελληνικό κείμενο της Καινής Διαθήκης με ερμηνευτική απόδοση ανήκει στον Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα και έχει ληφθεί από την ιστοσελίδα www.bibles.gr. Σε μερικά κείμενα το αρχαίο κείμενο είναι αντιγραφή από την Καινή Διαθήκη της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η μετάφραση είναι αντιγραφή από την "Α' Μεταγλώττιση της Καινής Διαθήκης" Σπύρου Κίμ. Καραλή, A' έκδοση 1991. Στα κείμενα αυτά ανήκουν οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου προς Γαλάτας, προς Κολοσσαείς, προς Β' Θεσσαλονικείς, Α' και Β' προς Τιμόθεον, προς Τίτον και προς Φιλήμονα. Ακόμη ανήκουν η Επιστολή του Ιακώβου, του Ιωάννου Β' και Γ', και του Ιούδα.

Το κείμενο της Καινής Διαθήκης βρίσκεται επίσης και στο site Ορθόδοξοι Ορίζοντες