fbpx

Ψαλμοί

ΨΑΛΜΟΣ 60

ΨΑΛΜΟΣ 60 - ΑΙΩΝΙΑ ΘΑ 'ΘΕΛΑ ΝΑ ΜΕΝΩ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ ΣΟΥ

1 Εἰς τὸ τέλος, ἐν ὕμνοις· τῷ Δαυΐδ.
1 -
1 Στον πρωτοψάλτη· με λαούτα. Του Δαβίδ.
2 Εἰσάκουσον, ὁ Θεός, τῆς δεήσεώς μου, πρόσχες τῇ προσευχῇ μου.
2 Ακουσε, ω Θεέ μου, και κάμε δεκτήν την δέησίν μου. Δώσε προσοχήν εις την προσευχήν μου.
2 'Aκουσε, Θεέ, την έκκλησή μου· δώσε προσοχή στην προσευχή μου.
3 ἀπὸ τῶν περάτων τῆς γῆς πρὸς σὲ ἐκέκραξα ἐν τῷ ἀκηδιάσαι τὴν καρδίαν μου· ἐν πέτρᾳ ὕψωσάς με, ὡδήγησάς με,
3 Από τα πέρατα της γης, μακράν από την Σιών, κράζω προς σε εις περίοδον, κατά την οποίαν η καρδία μου έχει καταληφθή από μεγάλην λύπην και ατονίαν. Και συ, Κυριε, όπως στο παρελθόν έτσι και τώρα, με ύψωσες και με εστήριξες εις απρόσιτους από τους εχθρούς μου βράχους. Εκεί, συ ο ίδιος με οδήγησες ασφαλή.
3 Από τα πέρατα της γης σ' εσέ φωνάζω μ' αδύναμη καρδιά· στο βράχο, που πιο πάνω από μένα υψώνεται, ανέβασέ με.
4 ὅτι ἐγενήθης ἐλπίς μου, πύργος ἰσχύος ἀπὸ προσώπου ἐχθροῦ.
4 Διότι εγώ και στο παρελθόν εις σε είχα στηρίξει τας ελπίδας μου και με επροστάτευσες ως πύργον και φρούριον απόρθητον εναντίον του οιουδήποτε εχθρού μου.
4 Γιατί είσ' εσύ για μένα καταφύγιο κάστρο ισχυρό μπρος στον εχθρό.
5 παροικήσω ἐν τῷ σκηνώματί σου εἰς τοὺς αἰῶνας, σκεπασθήσομαι ἐν σκέπει τῶν πτερύγων σου. (διάψαλμα).
5 Πιστεύω, ότι και τώρα θα ευδοκήσης να κατοικήσω παντοτεινά πλησίον του ιερού σου σκηνώματος εις την Ιερουσαλήμ, ώστε να ευρίσκωμαι υπό την ακατανίκητον σκέπην των πτερύγων της θείας σου προστασίας.
5 Αιώνια θα 'θελα να μένω στη σκηνή σου· να καταφεύγω κάτω απ' τις φτερούγες σου. (Διάψαλμα)
6 ὅτι σύ, ὁ Θεός, εἰσήκουσας τῶν εὐχῶν μου, ἔδωκας κληρονομίαν τοῖς φοβουμένοις τὸ ὄνομά σου.
6 Διότι συ, ω Θεέ μου, ήκουσες και έκαμες ευμενώς δεκτάς τας προσευχάς μου και τα τάματά μου, και έδωσες εις ημάς, που σε ευλαβούμεθα, την γην της Επαγγελίας ως κληρονομίαν.
6 Γιατί εσύ, Θεέ, τα τάματά μου δέχτηκες· και μου 'δωσες κληρονομιά οπού σ' αυτούς ταιριάζει, που τ' όνομά σου σέβονται.
7 ἡμέρας ἐφ᾿ ἡμέρας τοῦ βασιλέως προσθήσεις, τὰ ἔτη αὐτοῦ ἕως ἡμέρας γενεᾶς καὶ γενεᾶς.
7 Ημέρας εις τας ημέρας του βασιλέως θα προσθέσης, ώστε τα έτη του δια των απογόνων του, και μάλιστα δια του Μεσσίου, να συνεχισθούν αιωνίως από των ημερών της μιας γενεάς μέχρι και των ημερών της άλλης εις αιώνας αιώνων.
7 Στου βασιλιά τις μέρες, μέρες πρόσθεσε· τα χρόνια του ας επεκταθούν σε γενιές και γενιές.
8 διαμενεῖ εἰς τὸν αἰῶνα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· ἔλεος καὶ ἀλήθειαν αὐτοῦ τίς ἐκζητήσει;
8 Και έτσι θα παραμένη αυτός αιώνιος βασιλεύς ενώπιόν σου. Ποιός από τους θνητούς θα ημπορέση ποτε να ερευνήση και να κατανοήση το βάθος του ελέους και την πιστότητα των υποσχέσεών σου;
8 Ας βασιλεύει αιώνια στο Θεό μπροστά. Η αγάπη σου και η αλήθεια σου πάνω του ας αγρυπνούνε.
9 οὕτως ψαλῶ τῷ ὀνόματί σου εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος τοῦ ἀποδοῦναί με τὰς εὐχάς μου ἡμέραν ἐξ ἡμέρας.
9 Γεμάτος θαυμασμόν προ του απείρου μεγαλείου σου θα ψάλλω ύμνον εις δόξαν του Ονόματός σου δια μέσου όλων των αιώνων και ωσάν χρέος οφειλόμενον θα αποδίδω εις σε τα τάματά μου καθημερινώς από την μίαν ημέραν εις την άλλην.
9 Έτσι θα εξυμνώ κι εγώ για πάντα τ' όνομά σου, το τάμα μου εκπληρώνοντας από μέρα σε μέρα.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Τό ἔθνος σέ ἦττα.
α2 Γιά νά πάρου θάρρος οἱ διστακτικοί ἄνθρωποι καί νά βροῦνε προκοπή.
γ Γι' αὐτούς πού δυσκολεύονται στήν ἐργασία, εἴτε ἀπό τεμπελιά εἴτε ἀπό δειλία.
στ Ὅταν βρισκόμαστε ξενιτεμένοι σέ ξένο καί ἄγνωστο τόπο.
θ "Ἔκφρασις ἐλπίδος πρός τόν Θεό ἐν περιπτώσει δεινῶν περιπετειῶν καί θλίψεων".

ΨΑΛΜΟΣ 41

ΨΑΛΜΟΣ 41 - ΟΠΩΣ Η ΕΛΑΦΙΝΑ ΑΠΟΖΗΤΑΕΙ

1 Εἰς τὸ τέλος· εἰς σύνεσιν τοῖς υἱοῖς Κορέ.
1 -
1 Στον πρωτοψάλτη, ψαλμός διδακτικός· για τη συγγένεια του Κορέ.
2 Ὅν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων, οὕτως ἐπιποθεῖ ἡ ψυχή μου πρός σέ, ὁ Θεός.
2 Οπως η διψασμένη έλαφος ποθεί πολύ και τρέχει εις τας πηγάς των καθαρών υδάτων, έτσι και η ψυχή μου ποθεί σέ, ω Θεέ μου.
2 Όπως η ελαφίνα αποζητάει τα τρεχούμενα νερά έτσι η ψυχή μου σ' αποζητάει Θεέ μου!
3 ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεόν, τὸν ἰσχυρόν, τὸν ζῶντα· πότε ἥξω καὶ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ;
3 Μεγάλην δίψαν ησθάνθη και αισθάνεται η ψυχή μου δια σε τον αιωνίως ζώντα, τον πραγματικόν Θεόν. Ποτε λοιπόν θα αξιωθώ της χαράς να έλθω και να ίδω τον ναόν, τον ιερόν τόπον της παρουσίας σου, του Θεού μου;
3 Είν' η ψυχή μου διψασμένη για το Θεό, για τον αληθινό Θεό. Πότε θα 'ρθώ να δω το πρόσωπό σου, Θεέ μου;
4 ἐγενήθη τὰ δάκρυά μου ἐμοὶ ἄρτος ἡμέρας καὶ νυκτὸς ἐν τῷ λέγεσθαί μοι καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν· ποῦ ἐστιν ὁ Θεός σου;
4 Επέρασα περιπετείας και θλίψεις. Τα δάκρυά μου έγιναν δι' εμέ φαγητόν μου ημέραν και νύκτα, διότι οι εχθροί έλεγαν εναντίον μου κάθε ημέραν· Που είναι ο Θεός σου;
4 Τα δάκρυά μου είναι ψωμί για μένα μέρα νύχτα, όταν ακούω να μου λένε ολημερίς, «πού είναι ο Θεός σου;»
5 ταῦτα ἐμνήσθην καὶ ἐξέχεα ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν ψυχήν μου, ὅτι διελεύσομαι ἐν τόπῳ σκηνῆς θαυμαστῆς ἕως τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ ἐν φωνῇ ἀγαλλιάσεως καὶ ἐξομολογήσεως ἤχου ἑορτάζοντος.
5 Αυτόν ενεθυμήθην και η ψυχή μου εξεχύθη εις θερμήν προσευχήν. Πιστεύω ότι θα αξιωθώ της μεγάλης τιμής και χαράς να περάσω και πάλιν από τον ιερόν χώρον της θαυμαστής Σκηνής του Μαρτυρίου σου, από τον ιερόν ναόν του Θεού μου, με φωνήν αγαλλιάσεως και δοξολογίας, με εορταστικούς ψαλμούς και ύμνους.
5 Θυμάμαι -και λιώνει μέσα μου η καρδιά- όταν με ένδοξη, πολυπληθή πορεία βάδιζα προς τον οίκο του Θεού, μες σε φωνές χαράς κι ευχαριστίας, στο θόρυβο των πανηγυριστών.
6 ἱνατί περίλυπος εἶ, ἡ ψυχή μου, καὶ ἱνατί συνταράσσεις με; ἔλπισον ἐπὶ τὸν Θεόν, ὅτι ἐξομολογήσομαι αὐτῷ· σωτήριον τοῦ προσώπου μου καὶ ὁ Θεός μου.
6 Διατί λοιπόν, ω ψυχή μου, είσαι περίλυπος; Διατί αναταράσσεσαι εξ ολοκλήρου από αυτά, που ακούεις; Εχε την ελπίδα σου στον Θεόν, διότι θα έλθη πάλιν η ημέρα, κατά την οποίαν θα τον δοξολογήσω ως σωτήρα μου και Θεόν μου. Η ψυχή μου εταράχθη και πάλιν εντός μου.
6 Ψυχή μου, γιατί λυπάσαι και μ' αναστατώνεις; Έλπιζε στο Θεό· θα τον υμνήσω πάλι της ύπαρξής μου το σωτήρα και Θεό μου.
7 πρὸς ἐμαυτὸν ἡ ψυχή μου ἐταράχθη· διὰ τοῦτο μνησθήσομαί σου ἐκ γῆς Ἰορδάνου καὶ Ἐρμωνιείμ, ἀπὸ ὄρους μικροῦ.
7 Δια τούτο από την περιοχήν αυτήν, που ευρίσκομαι, κοντά στον Ιορδάνην, από τας κορυφάς του όρους Ερμών, από τον μικρόν λόφον, ενθυμούμαι και πάλιν σε και ζητώ παρηγορίαν από την ανάμνησίν σου.
7 Θλίβεται μέσα μου η ψυχή μου· για τούτο, Κύριε, θα σε θυμηθώ απ' του Ιορδάνη τις πηγές, πλάι στο βουνό Μισάρ, κι απ' του Ερμών τα υψώματα.
8 ἄβυσσος ἄβυσσον ἐπικαλεῖται εἰς φωνὴν τῶν καταῤῥακτῶν σου, πάντες οἱ μετεωρισμοί σου καὶ τὰ κύματά σου ἐπ᾿ ἐμὲ διῆλθον.
8 Οπως εδώ τα ύδατα του Ιορδάνου σαν κύματα έρχονται και σαν να επικαλήται το ένα το άλλο, όπως ακούεται η βοή των καταρρακτών, που ξεχύνονται από το όρος Ερμών, έτσι επήλθαν και επέρχονται εναντίον μου αλλεπάλληλα όλα τα αγριεμένα κύματα της δικαίας σου οργής, αι συμφοραί μου.
8 Η μια στην άλλη άβυσσο φωνάζει με των καταρραχτών σου τη βοή· όλα τα κύματά σου κι οι φουρτούνες σου πέρασαν από πάνω μου.
9 ἡμέρας ἐντελεῖται Κύριος τὸ ἔλεος αὐτοῦ, καὶ νυκτὸς ᾠδὴ αὐτῷ παρ᾿ ἐμοί, προσευχὴ τῷ Θεῷ τῆς ζωῆς μου.
9 Αλλά ο Κυριος θα με βοηθήση, θα αποστείλη εις εμέ το έλεός του, θα με επισκεφθή κάποιον ημέραν και κατά την επακολουθούσαν νύκτα θα αναπέμψω ευχαριστηριον ωδήν, προσευχήν, προς τον Θεόν και Κυριον της ζωής μου.
9 Τη μέρα στέλνει ο Κύριος το έλεός του, κι εγώ θα λέω τη νύχτα το τραγούδι του, την προσευχή μου στης ζωής μου το Θεό.
10 ἐρῶ τῷ Θεῷ· ἀντιλήπτωρ μου εἶ· διατί μου ἐπελάθου; καὶ ἱνατί σκυθρωπάζων πορεύομαι ἐν τῷ ἐκθλίβειν τὸν ἐχθρόν μου;
10 Θα είπω τότε, όπως λέγω και τώρα, στον Κυριον· Συ είσαι ο προστάτης μου, διατί έως τώρα με ελησμόνησες; Διατί να διέρχωμαι τας ημέρας μου κατηφής και πενθών και ο εχθρός μου να με καταθλίβη;
10 Θα λέω στο Θεό, στο βράχο μου: «Γιατί μ' απολησμόνησες; γιατί να ζω με λύπη, κάτω απ' του εχθρού μου την καταπίεση;»
11 ἐν τῷ καταθλᾶσθαι τὰ ὀστᾶ μου ὠνείδιζόν με οἱ ἐχθροί μου, ἐν τῷ λέγειν αὐτούς μοι καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν· Ποῦ ἐστιν ὁ Θεός σου;
11 Ενῷ από την πολλήν ταλαιπωρίαν και οδύνην συντρίβονται τα οστά μου, οι εχθροί μου με υβρίζουν, με εμπαίζουν και μου λέγουν κάθε ημέραν· Που είναι λοιπόν ο Θεός σου, δια να σε σώση;
11 Τσακίζονται τα κόκαλά μου όταν μ' εξευτελίζουν οι δυνάστες μου, καθώς μου λένε ολημερίς, «πού είναι ο Θεός σου;»
12 ἱνατί περίλυπος εἶ, ἡ ψυχή μου; καὶ ἱνατί συνταράσσεις με; ἔλπισον ἐπὶ τὸν Θεόν, ὅτι ἐξομολογήσομαι αὐτῷ· σωτήριον τοῦ προσώπου μου καὶ ὁ Θεός μου.
12 Διατί, λοιπόν, είσαι τόσον λυπημένη, ω ψυχή μου; Διατί με συγκλονίζεις; Εχε την ελπίδα σου στον Θεόν, διότι θα έλθη και πάλιν ημέρα, που θα δοξολογήσω τον Κυριον, τον σωτήρα μου και Θεόν μου, στον ιερόν ναόν του.
12 Ψυχή μου, γιατί λυπάσαι και μ' αναστατώνεις; Έλπιζε στο Θεό· θα τον υμνήσω πάλι της ύπαρξής μου το σωτήρα και Θεό μου.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Προσευχή ἑνός ἀρρώστου καί μοναχικοῦ ἀνθρώπου.
α2 Γιά ἀρρώστους πού βρίσκονται στά νοσοκομεῖα, νά θεραπευτοῦν γρήγορα.
β Ὅταν σέ κοροϊδεύουν οἱ ἐχθροί γιά τόν θεῖο ζῆλο καί νά παρηγορῆς τήν ψυχή σου.
γ Γιά νέους πού ἀρρωσταίνουν ἀπό ἔρωτα, ἤ ὅταν τραυματίζεται τό ἕνα πρόσωπο καί θλίβεται.
στ Ὅταν διακατεχόμαστε ἀπό θλίψεις καί οἱ ἄνθρωποι πού βρίσκονται μκράν τοῦ Θεοῦ μᾶς εἰρωνεύονται.
ζ Ἀναφαίρεται στή μακοθυμία τοῦ Θεοῦ.

ΨΑΛΜΟΣ 43

ΨΑΛΜΟΣ 43 - ΚΙ ΟΜΩΣ ΕΣΥ ΜΑΣ ΑΠΕΡΡΙΨΕΣ

1 Εἰς τὸ τέλος· τοῖς υἱοῖς Κορὲ εἰς σύνεσιν ψαλμός.
1 -
1 Στον πρωτοψάλτη· ψαλμός διδακτικός· για τη συγγένεια του Κορέ.
2 Ὁ Θεὸς, ἐν τοῖς ὠσὶν ἡμῶν ἠκούσαμεν, καὶ οἱ πατέρες ἡμῶν ἀνήγγειλαν ἡμῖν ἔργον, ὃ εἰργάσω ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν, ἐν ἡμέραις ἀρχαίαις.
2 Με τα αυτιά μας, ω Θεέ, ηκούσαμεν, όταν ακόμη είμεθα παιδιά, και οι πατέρες μας σύμφωνα με την εντολήν σου μας διηγήθησαν το θαυμαστόν έργον, το οποίον συ εις εκείνας τας ημέρας των έκαμες.
2 Με τα ίδια μας τ' αυτιά ακούσαμε, Θεέ, όσα μας εξιστόρησαν οι προγονοί μας· τα έργα που έκανες στις μέρες τους, σ' αλλοτινούς καιρούς.
3 ἡ χείρ σου ἔθνη ἐξωλόθρευσε, καὶ κατεφύτευσας αὐτούς, ἐκάκωσας λαοὺς καὶ ἐξέβαλες αὐτούς.
3 Η παντοδύναμος δεξιά σου εξωλόθρευσε τα κατοικούντα την Χαναάν αμαρτωλά ειδωλολατρικά έθνη και κατεφύτευσας εις την Χαναάν ως μονίμους κατοίκους της αυτούς. Ετιμώρησες εν τη δικαιοσύνη σου λαούς ασεβείς και τους εξεδίωξες από την γην της Επαγγελίας.
3 Εσύ με τη δική σου δύναμη αλλόπιστους ξερίζωσες, αυτούς για να φυτέψεις· για να τους δώσεις άνεση κατέστρεψες λαούς.
4 οὐ γὰρ ἐν τῇ ῥομφαίᾳ αὐτῶν ἐκληρονόμησαν γῆν, καὶ ὁ βραχίων αὐτῶν οὐκ ἔσωσεν αὐτούς, ἀλλ᾿ ἡ δεξιά σου καὶ ὁ βραχίων σου καὶ ὁ φωτισμὸς τοῦ προσώπου σου, ὅτι ηὐδόκησας ἐν αὐτοῖς.
4 Οι πρόγονοί μας δεν κατέκτησαν με την ρομφαίαν των ως κληρονομίαν των παντοτεινήν την γην Χαναάν. Δεν τους έσωσε κατά τας μάχας εναντίον των ειδωλολατρικών εθνών η δύναμις του βραχίονός των, αλλά η παντοδύναμος δεξιά σου, Κυριε, και ο ιδικός σου βραχίων, η προσωπική σου εμφάνισις και εύνοια, αυτά τους έσωσαν. Διότι συ από τον εαυτόν σου ευδόκησες να τους προσφέρης την γην Χαναάν.
4 Δεν κατακτήσανε τη χώρα αυτή με τα σπαθιά τους, κι ούτε τους βόηθησαν τα μπράτσα τους, αλλά η ευνοϊκή σου δύναμη κι η ισχύς· το φως της παρουσίας σου, επειδή τους ευνόησες.
5 σὺ εἶ αὐτὸς ὁ Βασιλεύς μου καὶ ὁ Θεός μου ὁ ἐντελλόμενος τὰς σωτηρίας Ἰακώβ·
5 Συ ο ίδιος είσαι και σήμερον ο ιδικός μου βασιλεύς και Θεός, ο οποίος διέταξες και επραγματοποιήθησαν νικηφόροι πόλεμοι του Ισραήλ κατά το παρελθόν.
5 Εσύ 'σαι βασιλιάς μου, Θεέ μου· δώσε τη νίκη σου στον Ιακώβ.
6 ἐν σοὶ τοὺς ἐχθροὺς ἡμῶν κερατιοῦμεν καὶ ἐν τῷ ὀνόματί σου ἐξουδενώσομεν τοὺς ἐπανισταμένους ἡμῖν.
6 Δια σου και τώρα θα συντρίψωμεν και θα καταβάλωμεν τους εχθρούς μας και εν τω ονόματί σου θα εκμηδενίσωμεν εκείνους, οι οποίοι επέρχονται εναντίον μας.
6 Μαζί μ' εσένα συντρίψαμε τους αντιπάλους μας· με τη δική σου ύπαρξη κατανικήσαμε αυτούς που μας επιτεθήκαν.
7 οὐ γὰρ ἐπὶ τῷ τόξῳ μου ἐλπιῶ, καὶ ἡ ῥομφαία μου οὐ σώσει με·
7 Δεν στηρίζω εγώ σήμερον τας ελπίδας μου στο τόξον μου, ούτε πιστεύω ότι η ρομφαία μου θα με σώση, αλλά Συ θα με σώσης.
7 Εγώ δεν εμπιστεύομαι το τόξο μου ούτε και το σπαθί για να με σώσει.
8 ἔσωσας γὰρ ἡμᾶς ἐκ τῶν θλιβόντων ἡμᾶς καὶ τοὺς μισοῦντας ἡμᾶς κατῄσχυνας.
8 Διότι και στο παρελθόν συ μας διέσωσες από εκείνους, οι οποίοι μας κατέθλιβαν, και κατεξηυτέλισες εκείνους, οι οποίοι μας εμισούσαν.
8 Εσύ μας έσωσες από τους αντιπάλους μας, εσύ εξουθενώνεις τους εχθρούς μας.
9 ἐν τῷ Θεῷ ἐπαινεθησόμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ ἐν τῷ ὀνόματί σου ἐξομολογηθησόμεθα εἰς τὸν αἰῶνα. (διάψαλμα).
9 Εις σέ, λοιπόν, τον παντοδύναμον και πανάγαθον Θεόν θα καυχώμεθα όλας τας ημέρας της ζωής μας και θα δοξολογούμεν την παντοδυναμίαν σου ακαταπαύστως.
9 Όλη τη μέρα θα σ' εξυμνούμε Θεέ, την ύπαρξή σου αιώνια θα δοξάζουμε. (Διάψαλμα)
10 νυνὶ δὲ ἀπώσω καὶ κατῄσχυνας ἡμᾶς καὶ οὐκ ἐξελεύσῃ, ὁ Θεός, ἐν ταῖς δυνάμεσιν ἡμῶν.
10 Τωρα όμως μας έσπρωξες μακρυά σου και μας εντρόπιασες εις τα μάτια των άλλων λαών. Δεν εκστρατεύεις πλέον, ω Θεέ μου, μαζή με τας στρατιωτικάς δυνάμεις μας.
10 Εσύ όμως μας απέρριψες, μας ντρόπιασες και πια δε συμπορεύεσαι με το στρατό μας.
11 ἀπέστρεψας ἡμᾶς εἰς τὰ ὀπίσω παρὰ τοὺς ἐχθροὺς ἡμῶν, καὶ οἱ μισοῦντες ἡμᾶς διήρπαζον ἑαυτοῖς.
11 Παρεχώρησες να γυρίσωμεν νικημένοι τις πλάτες προ των εχθρών μας και εκείνοι, που μας εμισούσαν, μας ελαφυραγωγούσαν, δια να θησαυρίζουν εις βάρος μας.
11 Μας έκανες να φύγουμε μπροστά στους αντιπάλους μας και μας λεηλατήσαν οι εχθροί μας.
12 ἔδωκας ἡμᾶς ὡς πρόβατα βρώσεως καὶ ἐν τοῖς ἔθνεσι διέσπειρας ἡμᾶς·
12 Μας παρέδωκες στους εχθρούς μας σαν πρόβατα προωρισμένα εις σφαγήν και εις βρώσιν. Μας διεσκόρπισες μεταξύ των ειδωλολατρικών εθνών αιχμαλώτους.
12 Μας παραδίνεις σαν αρνιά για τη σφαγή· μέσα στα έθνη μάς διασκορπίζεις.
13 ἀπέδου τὸν λαόν σου ἄνευ τιμῆς, καὶ οὐκ ἦν πλῆθος ἐν τοῖς ἀλαλάγμασιν αὐτῶν.
13 Επέτρεψες να πωληθή ο λαός σου δια το τίποτε, σαν άχρηστοι και χωρίς καμμίαν αξίαν δούλοι. Και όλα αυτά, καθ' ον χρόνον δεν ήτο πολύ το πλήθος εκείνων, οι οποίοι με αλαλαγμούς επετέθησαν εναντίον μας και μας κατενίκησαν.
13 Πούλησες το λαό σου δίχως τίμημα και δεν κέρδισες τίποτε απ' αυτόν.
14 ἔθου ἡμᾶς ὄνειδος τοῖς γείτοσιν ἡμῶν, μυκτηρισμὸν καὶ χλευασμὸν τοῖς κύκλῳ ἡμῶν·
14 Παρεχώρησες να γίνωμεν εμπαιγμός στους γειτονικούς μας λαούς. Χλευασμός και περίγελως εις τα τριγύρω από ημάς έθνη.
14 Μας άφησες στη χλεύη των γειτόνων μας, στο όνειδος όσων μας τριγυρίζουν.
15 ἔθου ἡμᾶς εἰς παραβολὴν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, κίνησιν κεφαλῆς ἐν τοῖς λαοῖς.
15 Παροιμιώδης κατήντησεν η τρομερά κατάπτωσίς μας μεταξύ των ειδωλολατρικών εθνών, των οποίων οι λαοί κινούν εμπαικτικώς τας κεφαλάς των δια την καταστροφήν μας.
15 Μας έκανες περίγελο στα έθνη· για μας κουνάνε το κεφάλι ειρωνικά οι λαοί.
16 ὅλην τὴν ἡμέραν ἡ ἐντροπή μου κατεναντίον μού ἐστι, καὶ ἡ αἰσχύνη τοῦ προσώπου μου ἐκάλυψέ με
16 Καθ' όλην αυτήν την περίοδον, ο εξευτελισμός του ταπεινωμένου λαού ευρίσκεται προ των οφθαλμών μου και η έντροπή μου έχει απλωθή και έχει σκεπάσει το πρόσωπόν μου
16 Ολημερίς θωρώ την καταφρόνια μου· το πρόσωπό μου το σκεπάζει η ντροπή
17 ἀπὸ φωνῆς ὀνειδίζοντος καὶ καταλαλοῦντος, ἀπὸ προσώπου ἐχθροῦ καὶ ἐκδιώκοντος.
17 Και τούτο εξ αιτίας των εμπαιγμών από εκείνους, οι οποίοι μας υβρίζουν και μας περιφρονούν, εξ αιτίας της καταφρονήσεως, η οποία διαγράφεται έντονα στο πρόσωπον και το βλέμμα των εχθρών μας και των καταδιωκόντων ημάς.
17 στ' άκουσμα της φωνής του χλευαστή του βλάσφημου, στην παρουσία του εχθρού και του εκδικητή.
18 ταῦτα πάντα ἦλθεν ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ οὐκ ἐπελαθόμεθά σου καὶ οὐκ ἠδικήσαμεν ἐν τῇ διαθήκῃ σου,
18 Ολα αυτά τα δεινά εξέσπασαν εναντίον μας, και όμως ημείς δεν σε ελησμονήσαμεν. Δεν κατεπατήσαμεν τον νόμον σου και την διαθήκην σου.
18 Αυτά όλα μας βρήκανε κι εμείς δε σε ξεχάσαμε· ούτε τη διαθήκη σου προδώσαμε.
19 καὶ οὐκ ἀπέστη εἰς τὰ ὀπίσω ἡ καρδία ἡμῶν καὶ ἐξέκλινας τὰς τρίβους ἡμῶν ἀπὸ τῆς ὁδοῦ σου.
19 Η καρδία μας δεν απεμακρύνθη από σέ. Συ όμως, Κυριε, επέτρεψες με τας θλίψεις αυτάς να χάσωμεν τον δρόμον μας και να παρεκκλίνωμεν από τον ιδικόν σου δρόμον.
19 Και δεν άλλαξε φρόνημα η καρδιά μας, και δεν ξεστράτισαν τα βήματά μας από τα μονοπάτια σου,
20 ὅτι ἐταπείνωσας ἡμᾶς ἐν τόπῳ κακώσεως, καὶ ἐπεκάλυψεν ἡμᾶς σκιὰ θανάτου.
20 Διότι μας εταπείνωσες στον τόπον αυτόν της ταλαιπωρίας και υποδουλώσεως. Εκεί μας εκάλυψεν η ζοφερά σκια του θανάτου.
20 τότε που εσύ μας σύντριψες στων τσακαλιών τον τόπο και με σκοτάδι θανατερό μας σκέπασες.
21 εἰ ἐπελαθόμεθα τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ ἡμῶν καὶ εἰ διεπετάσαμεν χεῖρας ἡμῶν πρὸς Θεὸν ἀλλότριον,
21 Εάν είχαμεν λησμονήσει το όνομα του Θεού μας, εάν είχαμεν υψώσει ικετευτικάς τας χείρας προς άλλον θεόν ψευδή ειδωλολατρικόν,
21 Αν είχαμε ξεχάσει του Θεού μας την ύπαρξη κι είχαμε επικαλεσθεί ξένους θεούς,
22 οὐχὶ ὁ Θεὸς ἐκζητήσει ταῦτα; αὐτὸς γὰρ γινώσκει τὰ κρύφια τῆς καρδίας.
22 ο Θεός μας δεν θα είχε αντιληφθή τούτο και δεν θα μας εζητούσε τον λόγον; Αυτός γνωρίζει και τα πλέον απόκρυφα αισθήματα και βουλεύματα των καρδιών μας.
22 μη δε θα το 'χες μάθει Θεέ, εσύ, που της καρδιάς τα μυστικά γνωρίζεις;
23 ὅτι ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν, ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς.
23 Αλλ' ημείς, Κυριε, προς χάριν σου υφιστάμεθα θανάσιμα μαρτύρια όλην την ημέραν. Εθεωρήθημεν ως πρόβατα συρόμενα εις την σφαγήν.
23 Για σένα καθημερινά μη δε μας εξοντώνουνε; Μας λογαριάζουν σαν αρνιά για τη σφαγή.
24 ἐξεγέρθητι· ἱνατί ὑπνοῖς, Κύριε; ἀνάστηθι καὶ μὴ ἀπώσῃ εἰς τέλος.
24 Σηκω επάνω. Διατί φαίνεται ότι κοιμάσαι, Κυριε; Σηκω και μη μας σπρώχνης μακρυά από κοντά σου, δια να μη καταστραφώμεν εξ ολοκλήρου.
24 Σήκω! Γιατί ησυχάζεις, Κύριε; Δράσε! Για πάντα μη μας απωθείς.
25 ἱνατί τὸ πρόσωπόν σου ἀποστρέφεις; ἐπιλανθάνῃ τῆς πτωχείας ἡμῶν καὶ τῆς θλίψεως ἡμῶν;
25 Διατί γυρίζεις αλλού το πρόσωπόν σου; Λησμονείς την δυστυχίαν και την θλίψιν μας;
25 Την παρουσία σου γιατί την κρύβεις και λησμονάς τη δυστυχία και την ανάγκη μας;
26 ὅτι ἐταπεινώθη εἰς χοῦν ἡ ψυχὴ ἡμῶν, ἐκολλήθη εἰς γῆν ἡ γαστὴρ ἡμῶν.
26 Σπλαγχνίσου μας, Κυριε, διότι η ζωη μας κατέπεσεν στο χώμα του τάφου. Η κοιλία μας εκολλήθη στο έδαφος και εποδοπατήθημεν από τους εχθρούς μας.
26 Δες, η ζωή μας έπεσε στο χώμα, και το κορμί μας κόλλησε στη γη.
27 ἀνάστα, Κύριε, βοήθησον ἡμῖν καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
27 Σηκω, Κυριε, βοήθησέ μας, και γλύτωσέ μας εις δόξαν του αγίου σου Ονόματος.
27 Σήκω, βοήθησέ μας και λύτρωσέ μας, συ που μας αγαπάς.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Ἡ ἐπιθυμία γιά τόν Θεό.
α2 Γιά νά ἐλευθερωθοῦν οἱ δαιμονισμένοι.
β Ὅταν ἐπιμένουν οἱ ἐχθροί νά σέ κακοποιήσουν.
Γιά νά ἐνθυμῆσαι τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἀγαθός, οἱ δέ ἄνθρωποι ἀχάριστοι.
γ Γιά νά φανερώση ὁ Θεός τήν ἀλήθεια στά παρεξηγημένα ἀνδρόγυνα καί νά συμφιλιωθοῦν.
δ. Ἄν νοιώθεις μόνος, ἀπογοητευμένος.
θ "Ἐν παραλήσει θρησκευτικῶν καθηκόντων.
Ἐν θλίψει ἕνεκα διωγμῶν".

ΨΑΛΜΟΣ 44

ΨΑΛΜΟΣ 44 - ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΓΑΜΟ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ

1 Εἰς τὸ τέλος, ὑπὲρ τῶν ἀλλοιωθησομένων· τοῖς υἱοῖς Κορὲ εἰς σύνεσιν· ᾠδὴ ὑπὲρ τοῦ ἀγαπητοῦ.
1 -
1 Στον πρωτοψάλτη, όπως το «Σοσανίμ» (τα Κρίνα)· για τη συγγένεια του Κορέ· Μασχίλ· τραγούδι της αγάπης.
2 Ἐξηρεύξατο ἡ καρδία μου λόγον ἀγαθόν, λέγω ἐγὼ τὰ ἔργα μου τῷ βασιλεῖ, ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου.
2 Από την γεμάτην ιερά αισθήματα καρδίαν μου υπερεξεχείλισε και εξεπήγασε λόγος έξοχος, ωραίος, σωτήριος. Ναι· απαγγέλλω εγώ το ποίημά μου στον βασιλέα. Η γλώσσά μου θα μεταβληθή εις πένναν ταχογράφου γραμματέως, δια να εκφράση τα ιερά συναισθήματα της καρδίας μου.
2 Μ' εμπνέουν οι χαρμόσυνες στιγμές, στο βασιλιά θα πω τα ποιήματά μου· η γλώσσα μου ωραία θα μιλήσει σαν πέννα γραμματέα έμπειρου.
3 ὡραῖος κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, ἐξεχύθη χάρις ἐν χείλεσί σου· διὰ τοῦτο εὐλόγησέ σε ὁ Θεὸς εἰς τὸν αἰῶνα.
3 Είσαι συ, ω Χριστέ και Μεσσία, ωραιότατος. Η ωραιότης σου υπερβαίνει όλας τας καλλονάς των ανθρώπων. Ιδιαιτέρα χάρις έχει χυθή στους λόγους των χειλέων σου. Δια τούτο ο Θεός σε ηυλόγησε, σου έδωσε χάριτας και δωρεάς εις όλους τους αιώνας.
3 Είσαι ο ωραιότερος απ' όλους, χαριτωμένα λόγια βγαίνουν από το στόμα σου, για τούτο και σ' ευλόγησε για πάντα ο Θεός.
4 περίζωσαι τὴν ῥομφαίαν σου ἐπὶ τὸν μηρόν σου, δυνατέ, τῇ ὡραιότητί σου καὶ τῷ κάλλει σου
4 Ζώσε γύρω από τη μέσην σου και κρέμασε παρά τον μηρόν σου την ρομφαίαν σου, ω δυνατέ, ώστε αυτή να είναι ο επί πλέον οπλισμός εις την ωραιότητά σου και το κάλλος σου.
4 Ζώσε στη μέση το σπαθί σου, δυνατέ, μεγαλόπρεπε κι ένδοξε!
5 καὶ ἔντεινον καὶ κατευοδοῦ καὶ βασίλευε ἕνεκεν ἀληθείας καὶ πρᾳότητος καὶ δικαιοσύνης, καὶ ὁδηγήσει σε θαυμαστῶς ἡ δεξιά σου.
5 Τέντωσε το τόξον σου και προχώρει με επιτυχίαν. Στήσε το βασίλειον της αληθείας σου, της πραότητος και της δικαιοσύνης. Και ασφαλώς η παντοδύναμος δεξιά σου θα σε οδηγήση εις θαυμαστά κατορθώματα.
5 Δώσε τις μάχες σου λαμπρός, θριάμβευε για την αλήθεια και για το δίκιο του αδυνάτου· οι πράξεις σου τρόμο θα προκαλούν.
6 τὰ βέλη σου ἠκονημένα, δυνατέ -λαοὶ ὑποκάτω σου πεσοῦνται- ἐν καρδίᾳ τῶν ἐχθρῶν τοῦ βασιλέως.
6 Τα βέλη σου, ω δυνατέ, είναι ακονισμένα και αιχμηρά. Πλήθος από τους εχθρούς σου θα πέσουν νεκροί κάτω εις την γην, διότι αυτά θα εμπηγνύωνται εις τας καρδίας των εχθρών του βασιλέως.
6 Τα βέλη σου τα αιχμηρά την καρδιά των εχθρών του βασιλιά θα διαπερνούνε, λαοί κάτω από σε θα πέφτουνε.
7 ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος, ῥάβδος εὐθύτητος ἡ ῥάβδος τῆς βασιλείας σου.
7 Ο βασιλικός σου θρόνος, ω Θεέ Χριστέ μου, θα παραμένη ακλόνητος εις όλους τους αιώνας και η βασιλική σου ράβδος θα είναι εξουσία ευθύτητος και δικαιοσύνης.
7 Ο θρόνος σου είναι θρόνος του Θεού αιώνιος και παντοτινός· σκήπτρο χρηστής διοίκησης το σκήπτρο το βασιλικό σου.
8 ἠγάπησας δικαιοσύνην καὶ ἐμίσησας ἀνομίαν· διὰ τοῦτο ἔχρισέ σε ὁ Θεὸς ὁ Θεός σου ἔλαιον ἀγαλλιάσεως παρὰ τοὺς μετόχους σου.
8 Ηγάπησες την δικαιοσύνην και εμίσησες την παρανομίαν. Δια τούτο, ω Θεέ Χριστέ μου, ο Θεός πατήρ σου σε έχρισε με πνευματικόν χρίσμα αγαλλιάσεως, ασυγκρίτως ανώτερον από το χρίσμα του ελαίου, με το οποίον εχρίοντο οι ιερείς, οι προφήται και οι βασιλείς, αυτοί που συμβρλικώς μετείχον εις ομοίαν χρίσιν με την ιδικήν σου.
8 Δικαιοσύνη αγάπησες και μίσησες την αδικία· γι' αυτό σε διάλεξε ο Θεός, ο Θεός σου, σ' εσένα έδωσε χαρά πιότερη απ' τους συντρόφους σου.
9 σμύρνα καὶ στακτὴ καὶ κασσία ἀπὸ τῶν ἱματίων σου, ἀπὸ βάρεων ἐλεφαντίνων, ἐξ ὧν εὔφρανάν σε.
9 Ευώδη μύρα, σμύρνα, αρωματώδες δάκρυ πολυτίμου δένδρου και κασία, εκπέμπουν την ευωδίαν των από τα ιμάτιά σου, τα οποία μόλις τώρα εξήχθησαν από πολύτιμα κιβώτια ελεφαντοστού και σε ηύφραναν με την γλυκείαν ευωδίαν των.
9 Σμύρνας, κασίας κι αλόης άρωμα είναι στη φορεσιά σου· στα φιλντισένια ανάκτορά σου άρπας σε τέρπουν οι χορδές.
10 θυγατέρας βασιλέων ἐν τῇ τιμῇ σου· παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένη.
10 Πριγκίπισσαι, θυγατέρες βασιλέων, αποτελούν την τιμητικήν συνοδείαν σου. Εις τα δεξιά σου μεγαλοπρεπής ίσταται η βασίλισσα, στολισμένη και φέρουσα φόρεμα υφασμένον με χρυσάς κλωστάς και ποικίλα κεντήματα και χρώματα.
10 Βασιλοκόρες είναι η συνοδεία σου· στέκει η βασίλισσα στα δεξιά σου με τα χρυσάφια στολισμένη της Οφείρ.
11 ἄκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου·
11 Συ, ω μελλόνυμφος κόρη, άκουσε την συμβουλήν μου. Κλίνε το αυτί σου, ώστε να ακούη με προσοχήν και να δέχεται τας εντολάς του και λησμόνησε εντελώς τον λαόν, στον οποίον μέχρι τώρα ανήκες, και αυτόν ακόμη τον πατρικόν σου οίκον.
11 'Aκουσε, κόρη μου, και δες, δώσε την προσοχή σου· ξέχασε το λαό σου και το σπίτι του πατέρα σου.
12 καὶ ἐπιθυμήσει ὁ βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου, ὅτι αὐτός ἐστι Κύριός σου,
12 Τοτε ο βασιλεύς νυμφίος σου θα αγαπήση το κάλλος σου. Επειδή όμως αυτός είναι και ο Κυριος σου,
12 Ο βασιλιάς επιθυμεί την ομορφιά σου· ο κύριός σου είν' αυτός, προσκύνησε μπροστά του.
13 καὶ προσκυνήσεις αὐτῷ. καὶ θυγάτηρ Τύρου ἐν δώροις· τὸ πρόσωπόν σου λιτανεύσουσιν οἱ πλούσιοι τοῦ λαοῦ.
13 θα προσκυνήσης αυτόν. Η περίφημος και πλουσιωτάτη Τυρος θα αποστείλη, τιμής ένεκεν, πολλά δώρα. Οι πλούσιοι άρχοντες των λαών θα ζητούν ικετευτικώς, ώσαν εις λιτανείαν, την εύνοιαν του προσώπου σου.
13 Της Τύρου οι κόρες με δώρα μπροστά σου θα 'ρθουν, οι πλούσιοι του λαού θα σε παινέψουν.
14 πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρὸς τοῦ βασιλέως ἔσωθεν, ἐν κροσσωτοῖς χρυσοῖς περιβεβλημένη, πεποικιλμένη.
14 Ολη η δόξα της νύμφης, η οποία είναι θυγάτηρ του βασιλέως, προέρχεται από τον πλούσιον εσωτερικόν στολισμόν της αρετής και των πνευματικών της χαρίτων. Με κροσσωτόν χρυσοκέντητον ένδυμα είναι περιβεβλημένη και στολισμένη.
14 Όλο μεγαλοπρέπεια η βασιλοκόρη στα διαμερίσματά της μέσα με χρυσοΰφαντη τη φορεσιά.
15 ἀπενεχθήσονται τῷ βασιλεῖ παρθένοι ὀπίσω αὐτῆς, αἱ πλησίον αὐτῆς ἀπενεχθήσονταί σοι·
15 Θα προσαχθούν στον βασιλέα παρθένοι, αι οποίαι θα ακολουθούν οπίσω από αυτήν ως τιμητική της συνοδεία. Αι φίλαι της, που την συνοδεύουν, θα προσαχθούν εις σε τον βασιλέα και νυμφίον.
15 Πολύχρωμα ντυμένη θα οδηγηθεί στο βασιλιά· θα την ακολουθούν παρθένες· η συνοδεία της σ' εσένα θα οδηγηθεί.
16 ἀπενεχθήσονται ἐν εὐφροσύνῃ καὶ ἀγαλλιάσει, ἀχθήσονται εἰς ναὸν βασιλέως.
16 Ούτως αι δύο μεγαλοπρεπείς πομπαί, νυμφίου και νύμφης, θα προχωρούν με χαράν και αγαλλίασιν και θα φθάσουν στο ανάκτορον του βασιλέως νυμφίου.
16 Με αλαλαγμούς και με χαρές μπαίνουν μέσα στου βασιλιά τ' ανάκτορα.
17 ἀντὶ τῶν πατέρων σου ἐγενήθησάν σοι υἱοί· καταστήσεις αὐτοὺς ἄρχοντας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν.
17 Ω βασίλισσα, αντί των προγόνων σου τους οποίους εγκατέλειψες και ηρνήθης, θα είναι τώρα εις την θέσιν αυτών τα τέκνα σου, τα οποία εγεννήθησαν εις σε από τον πνευματικόν σου γάμον με τον νυμφίον Χριστόν. Θα αναδείξης και θα καταστήσης αυτούς άρχοντας εις ολόκληρον την γην.
17 Τη θέση των προγόνων σου οι γιοι σου θα την πάρουν, άρχοντες θα 'ναι μες στη χώρα ολόκληρη.
18 μνησθήσομαι τοῦ ὀνόματός σου ἐν πάσῃ γενεᾷ καὶ γενεᾷ· διὰ τοῦτο λαοὶ ἐξομολογήσονταί σοι εἰς τὸν αἰῶνα καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος.
18 Ω βασιλεύ, θα μνημονεύω και θα διαλαλώ το Ονομά σου εις τας γενεάς των γενεών. Δια τούτο λαοί και φυλαί διάφοροι θα σε υμνολογούν ακατοπταύστως στον αιώνα του αιώνος.
18 Θα μνημονεύουν τ' όνομά σου από γενιά σ' άλλη γενιά· γι' αυτό οι λαοί θα σ' εξυμνούν παντοτινά κι αιώνια.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 ὁ ἐθνικός θρῆνος.
α2 Γιά νά μή νικηθῆ ὁ στρατός μας.
γ Γιά ὅσους πάσχουν ἀπό καρδιά ἤ νεφρά.
δ Ὅταν εἶσαι ἀπογοητευμένος.
θ "Προφητικοί, ἐν οἷς προλέγονται καί προδιαγράφονται ἀκριβῶς μέλλοντα γενέσθαι γεγονότα ἀφορῶντα ἰδίως εἰς τό πρόσωπον τοῦ προσδοκωμένου Μεσσίου".

ΨΑΛΜΟΣ 45

ΨΑΛΜΟΣ 45 - Ο ΚΥΡΙΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΑΖΙ ΜΑΣ

1 Εἰς τὸ τέλος· ὑπὲρ τῶν υἱῶν Κορέ, ὑπὲρ τῶν κρυφίων ψαλμός.
1 -
1 Στον πρωτοψάλτη· για τη συγγένεια του Κορέ· τραγούδι όπως το «Αλαμώθ» (Παρθένες).
2 Ὁ Θεὸς ἡμῶν καταφυγὴ καὶ δύναμις, βοηθὸς ἐν θλίψεσι ταῖς εὑρούσαις ἡμᾶς σφόδρα.
2 Ο Θεός μας στο παρελθόν υπήρξε το απόρθητον καταφύγιόν μας, η ακατανίκητος δύναμίς μας, ο βοηθός εις τας μεγάλας θλίψεις, αι οποίαι μας είχαν εύρει.
2 Είν' ο Θεός για μας καταφύγιο και δύναμη· στάθηκε στις ανάγκες μας βοήθεια σπουδαία.
3 διὰ τοῦτο οὐ φοβηθησόμεθα ἐν τῷ ταράσσεσθαι τὴν γῆν καὶ μετατίθεσθαι ὄρη ἐν καρδίαις θαλασσῶν.
3 Δια τούτο δεν θα φοβηθώμεν και τώρα, έστω και αν συγκλονίζεται εκ θεμελίων όλη η γη, και βουνά ολόκληρα αποσπώνται και βυθίζωνται στο μέσον των ωκεανών.
3 Γι' αυτό και δε φοβόμαστε όταν σαλεύει η γη κι αλλάζουν θέση τα βουνά στου ωκεανού τα βάθη.
4 ἤχησαν καὶ ἐταράχθησαν τὰ ὕδατα αὐτῶν, ἐταράχθησαν τὰ ὄρη ἐν τῇ κραταιότητι αὐτοῦ. (διάψαλμα).
4 Εστω και αν ταραχθούν και βουΐζουν τα ύδατα των θαλασσών, και αν αναστατωθούν τα όρη με την τρομεράν δύναμιν του Κυρίου, ημείς δεν θα φοβηθώμεν.
4 Παφλάζουν τα νερά του και ταράζονται· φουσκώνουν και τραντάζουν τα βουνά. Μαζί μας είν' ο Κύριος του σύμπαντος, πύργος για μας ο Θεός του Ιακώβ. (Διάψαλμα)
5 τοῦ ποταμοῦ τὰ ὁρμήματα εὐφραίνουσι τὴν πόλιν τοῦ Θεοῦ· ἡγίασε τὸ σκήνωμα αὐτοῦ ὁ Ὕψιστος.
5 Η Ιερουσαλήμ κατά τον καιρόν αυτόν της αναταραχής των στοιχείων θα διατηρηθή εν ασφαλεία. Τα ρεύματα του ποταμού, ο οποίος ρέει πλησίον της, ευφραίνουν την πόλιν του Θεού, την οποίαν ο Υψιστος ηγίασε, δια να είναι ιερός τόπος κατοικίας του.
5 Του ποταμού τα παρακλάδια κάνουν ν' αγάλλεται η πόλη του Θεού· η αγιότερη ανάμεσα στις κατοικίες του Υψίστου.
6 ὁ Θεὸς ἐν μέσῳ αὐτῆς καὶ οὐ σαλευθήσεται· βοηθήσει αὐτῇ ὁ Θεὸς τὸ πρὸς πρωΐ πρωΐ.
6 Ο Θεός κατοικεί εν τω μέσω αυτής και την προστατεύει, ώστε να μη σαλευθή. Ταχέως στον κατάλληλον καιρόν και αποτελεσματικώς θα την βοηθήση ο Κυριος.
6 Στο μέσο της είν' ο Θεός και δεν κλονίζεται· θα τη βοηθήσει ο Θεός στο χάραμα της μέρας.
7 ἐταράχθησαν ἔθνη, ἔκλιναν βασιλεῖαι· ἔδωκε φωνὴν αὐτοῦ, ἐσαλεύθη ἡ γῆ.
7 Εταράχθησαν τα έθνη εναντίον της Ιερουσαλήμ, εκινήθησαν εναντίον της βασίλεια ολόκληρα, αλλά ο Κυριος εξαπέλυσεν εκ των άνω φωνήν και εβροντησε και εσείσθη ολόκληρος η γη.
7 Έθνη ταράζονται, βασίλεια κλονίζονται· αντήχησε η φωνή του και τρόμαξε η γη.
8 Κύριος τῶν δυνάμεων μεθ᾿ ἡμῶν, ἀντιλήπτωρ ἡμῶν ὁ Θεὸς Ἰακώβ. (διάψαλμα).
8 Ο Κυριος όλων των δυνάμεων του ουρανού και της γης είναι μαζή μας. Προστάτης μας είναι αυτός ούτος ο Θεός του πατριάρχου μας Ιακώβ.
8 Μαζί μας είν' ο Κύριος του σύμπαντος, πύργος για μας ο Θεός του Ιακώβ. (Διάψαλμα)
9 δεῦτε καὶ ἴδετε τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ, ἃ ἔθετο τέρατα ἐπὶ τῆς γῆς.
9 Ελάτε όλοι και ίδετε τα μεγάλα έργα του Θεού. Τα θαυμαστά τρόπαια, τα οποία έστησεν εις την χώραν μας.
9 Ελάτε, δείτε του Κυρίου τα έργα, που καταπληκτικά πράγματα γέμισε τη γη.
10 ἀνταναιρῶν πολέμους μέχρι τῶν περάτων τῆς γῆς τόξον συντρίψει καὶ συνθλάσει ὅπλον καὶ θυρεοὺς κατακαύσει ἐν πυρί.
10 Αυτός είναι που καταπαύει τους πολέμους έως εις τα πέρατα της γης της Επαγγελίας. Συντρίβει τα τόξα των εχθρών, σπάζει τα όπλα των και κατακαίει τας μεγάλας ασπίδας των με φωτιά.
10 Πολέμους σταματάει στης γης τα πέρατα, τόξα τσακίζει και συντρίβει λόγχες κι ασπίδες καίει στη φωτιά.
11 σχολάσατε καὶ γνῶτε ὅτι ἐγώ εἰμι ὁ Θεός· ὑψωθήσομαι ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὑψωθήσομαι ἐν τῇ γῇ.
11 Αφήσατε κατά μέρος κάθε βιοτικόν περισπασμόν και μάθετε ότι εγώ είμαι ο αληθινός Θεός. Θα δοξασθώ δε και μεταξύ των άλλων εθνών, θα μεγαλυνθώ εις όλην την οικουμένην.
11 «Ηρεμήστε», λέει, «και μάθετε ότι εγώ είμ' ο Θεός· ψηλότερα απ' τα έθνη, ψηλότερα απ' τη γη».
12 Κύριος τῶν δυνάμεων μεθ᾿ ἡμῶν, ἀντιλήπτωρ ἡμῶν ὁ Θεὸς Ἰακώβ.
12 Ο Κυριος των αγγελικών δυνάμεων είναι μαζή μας, ο Θεός του Ιακώβ αυτός είναι ο βοηθός και προστάτης μας.
12 Μαζί μας είν' ο Κύριος του σύμπαντος, πύργος για μας ο Θεός του Ιακώβ. (Διάψαλμα)

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Ἕνας βασιλικός γαμήλιος ὕμνος.
α2 Γιά νά πηγαίνουν καλά τά οἰκογενειακά θέματα.
β Γιά νά εὐχαριστήσης τόν Θεό πού σέ διέσωσε ἀπό θλίψεις καί νά διαλαλῆς τήν φιλανθρωπία Του.
γ Γιά τούς νέους πού ἐμποδίζει ὁ ἐχθρός ἀπό φθόνο νά μήν δημιουργήσουν οἰκογένεια, (νά παντρευτοῦν).
στ Σέ περιόδους καταστροφικῶν φυσικῶν φαινομένων (σεισμῶν, πλημμύρω κ.λ.π.) καθώς καί τῶν ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν πού κινοῦνται ἀπειλητικά κατά τῆς χώρας μας.
θ "Εὐχαριστία πρός τόν Θεόν τόν ἰσχυρόν, τόν βοηθόν καί σώζοντα".

ΨΑΛΜΟΣ 47

ΨΑΛΜΟΣ 47 - Η ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ

1 Ψαλμὸς ᾠδῆς τοῖς υἱοῖς Κορέ· δευτέρα σαββάτου.
1 -
1 Τραγούδι, ψαλμός για τη συγγένεια του Κορέ.
2 Μέγας Κύριος καὶ αἰνετὸς σφόδρα ἐν πόλει τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἐν ὄρει ἁγίῳ αὐτοῦ,
2 Μέγας είναι, ο Κυριος και άξιος να υμνολογήται ακαταπαύστως με το παραπάνω από όλους μας εις την πόλιν του και στον ιερόν λόφον της Σιών·
2 Μεγάλος είν' ο Κύριος κι άξιος πολύ να υμνείται στην πόλη του Θεού μας, στο άγιο του βουνό.
3 εὐρίζῳ ἀγαλλιάματι πάσης τῆς γῆς. ὄρη Σιών, τὰ πλευρὰ τοῦ βοῤῥᾶ, ἡ πόλις τοῦ βασιλέως τοῦ μεγάλου.
3 στο ασφαλώς και ακλονήτως ριζωμένον αγαλλίαμα αυτό όλου του κόσμου. Ποσον ωραία είναι τα υψώματά σου, Σιών! Μαλιστα τα προς βορράν υψωμένα πλευρά του, όπου είναι ο ναός και κάτω από αυτά η Ιερουσαλήμ, η πόλις του μεγάλου βασιλέως.
3 Το μεγαλόπρεπο βουνό χαρά της γης ολόκληρης, τ' όρος Σιών στη βορινή την άκρη, η πόλη του μεγάλου βασιλιά.
4 ὁ Θεὸς ἐν τοῖς βάρεσιν αὐτῆς γινώσκεται, ὅταν ἀντιλαμβάνηται αὐτῆς.
4 Ο Θεός καθιστά γνωστήν και εμφανή την παρουσίαν του στους οχυρούς πλουσίους πύργους της πόλεως, όταν προσφέρη την έγκαιρον βοήθειάν του και προστασίαν εις αυτήν.
4 Μέσα στους πύργους της ο Θεός αναδείχτηκε κάστρο.
5 ὅτι ἰδοὺ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς συνήχθησαν, διήλθοσαν ἐπὶ τὸ αὐτό·
5 Διότι ιδού, οι βασιλείς της γης συνεκεντρώθησαν από τας διαφόρους χώρας. Εισήλθον όλοι μαζή εις τα σύνορα της Ιουδαίας, έφθασαν απέναντι της Ιερουσαλήμ.
5 Οι βασιλιάδες συνασπίστηκαν, και βάδισαν όλοι μαζί ενάντια στην πόλη.
6 αὐτοὶ ἰδόντες οὕτως ἐθαύμασαν, ἐταράχθησαν, ἐσαλεύθησαν,
6 Μολις όμως αντίκρυσαν την πόλιν, κατεπλάγησαν, εταράχθησαν, συνεκλονίσθησαν,
6 Μα είδαν και ξαφνιάστηκαν· τρόμαξαν κι άτακτα υποχωρήσαν.
7 τρόμος ἐπελάβετο αὐτῶν, ἐκεῖ ὠδῖνες ὡς τικτούσης.
7 τρόμος τους κατέλαβε. Εδοκίμασαν πόνους, ωσάν εκείνους που αισθάνεται η επίτοκος γυνή.
7 Ρίγος εκεί τους έπιασε· κοιλόπονοι ετοιμόγεννης.
8 ἐν πνεύματι βιαίῳ συντρίψεις πλοῖα Θαρσεῖς.
8 Θα τους συντρίψης, συ Κυριε, με την δύναμίν σου, όπως με τον ορμητικόν άνεμον συντρίβεις τα περίφημα πλοία, τα οποία πλέουν εις την Θαρσίς, έως εις τα άκρα της Μεσογείου.
8 Με άνεμο ανατολικό τα πλοία τα μεγάλα τα συντρίβεις.
9 καθάπερ ἠκούσαμεν, οὕτω καὶ εἴδομεν ἐν πόλει Κυρίου τῶν δυνάμεων, ἐν πόλει τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ὁ Θεὸς ἐθεμελίωσεν αὐτὴν εἰς τὸν αἰῶνα. (διάψαλμα).
9 Καθώς ηκούσαμεν να μας διηγούνται οι πρόγονοί μας, έτσι είδαμεν σήμερον εις την πόλιν αυτήν του Κυρίου και βασιλέως των ουρανίων και επιγείων δυνάμεων, εις την πόλιν του Θεού μας. Είδομεν μεγάλα πράγματα. Ο Θεός έχει θεμελιώσει την Ιερουσαλήμ, δια να μένη ακλόνητος στον αιώνα.
9 Όπως τ' ακούσαμε, έτσι και το 'δαμε στην πόλη του Κυρίου του σύμπαντος, στην πόλη του Θεού μας· ο Θεός θα τη στηρίζει αιώνια. (Διάψαλμα)
10 ὑπελάβομεν, ὁ Θεός, τὸ ἔλεός σου ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ σου.
10 Από την προσωπικήν μας πείραν εγνωρίσαμεν, ω Θεέ μας, το έλεός σου, να πραγματοποιή θαυμαστά έργα εν μέσω του λαού σου.
10 Σκεφτόμαστε, Θεέ, το έλεός σου, στο μέσο του ναού σου.
11 κατὰ τὸ ὄνομά σου, ὁ Θεός, οὕτω καὶ ἡ αἴνεσίς σου ἐπὶ τὰ πέρατα τῆς γῆς· δικαιοσύνης πλήρης ἡ δεξιά σου.
11 Οπως το όνομά σου, ω Θεέ, είναι μέγα και φοβερόν, έτσι πρέπει και η δοξολογία σου κατά παρόμοιον τρόπον να ακουσθή έως εις τα πέρατα της γης. Η παντοδύναμος δεξιά σου είναι γεμάτη από δικαίας αμοιβάς αλλά και δικαίας τιμωρίας.
11 Η εξύμνησή σου Θεέ, όπως και τ' όνομά σου, φτάνει ως τα πέρατα της γης. Νίκη είναι το χέρι σου γεμάτο.
12 εὐφρανθήτω τὸ ὄρος Σιὼν καὶ ἀγαλλιάσθωσαν αἱ θυγατέρες τῆς Ἰουδαίας ἕνεκεν κριμάτων σου, Κύριε.
12 Ας ευφρανθή, λοιπόν, ο λόφος Σιών δια την προστασίαν, που απολαμβάνει εκ μέρους σου. Ας πλημμυρίσουν, Κυριε, από χαράν και αγαλλίασιν αι πόλεις της Ιουδαίας δια τας δικαίας αυτάς επί των λαών κρίσεις και αποφάσεις σου.
12 Χαίρεται το όρος της Σιών, αγάλλονται οι πόλεις του Ιούδα, για τη δίκαιη κρίση σου, Κύριε.
13 κυκλώσατε Σιὼν καὶ περιλάβετε αὐτήν, διηγήσασθε ἐν τοῖς πύργοις αὐτῆς,
13 Σεις δε οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ περιτριγυρίσατε με χαράν την πόλιν σας, κυττάξατέ την και μετρήσατε ένα προς ένα τους πύργους, οι οποίοι με την δύναμιν του Θεού διεφυλάχθησαν ακέραιοι και σώοι.
13 Περιδιαβείτε τη Σιών πάνω στα τείχη της, τους πύργους της μετρήστε.
14 θέσθε τὰς καρδίας ὑμῶν εἰς τὴν δύναμιν αὐτῆς καὶ καταδιέλεσθε τὰς βάρεις αὐτῆς, ὅπως ἂν διηγήσησθε εἰς γενεὰν ἑτέραν.
14 Αναλογισθήτε την δύναμίν της και κατανοήσατε, πόσον είναι ισχυρά. Περιεργασθήτε με ακόμη μεγαλυτέραν προσοχήν ένα προς ένα τους υπερηφάνους πύργους των θησαυρών, δια να διηγηθήτε αυτά και εις την άλλην γενεάν, η οποία και θα σας διαδεχθή·
14 Θαυμάστε την οχύρωση, δέστε με προσοχή τ' ανάκτορά της, για να τα λέτε στις γενιές που έρχονται.
15 ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ Θεὸς ἡμῶν εἰς τὸν αἰῶνα καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος· αὐτὸς ποιμανεῖ ἡμᾶς εἰς τοὺς αἰῶνας.
15 να διηγηθήτε ότι ο Θεός μας είναι εκείνος, ο οποίος έστειλε την σωτηρίαν μας. Ο Θεός μας, ο ζων στους αιώνας των αιώνων, αυτός θα μας προστατεύη και θα μας καθοδηγή δια παντός.
15 Γιατί αυτός είν' ο Θεός, Θεός μας στους αιώνες τους ατέλειωτους κι αυτός μας οδηγεί.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Νά ἀλαλάξατε καί νά ψάλλετε.
α2 Ὁμαδική προσευχή γιά νά ὑμνηθῆ ἡ Δόξα τοῦ Θεοῦ.
β Νά ὑμνῆς τόν Θεόν τήν Δευτέρα (ἡμέρα)
γ Ὅταν γίνονται μεγάλες καταστροφές καί ληστεῖες ἀπό βαρβαρικές συμμορίες (πειρατῶν). Νά διαβάζεται ἐπί σαράντα ἡμέρες.
θ "Εὐχαριστία πρός τόν Θεόν τόν ἰσχυρόν, τόν βοηθόν καί σώζοντα".

ΨΑΛΜΟΣ 48

ΨΑΛΜΟΣ 48 - Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΕΘΑΙΝΟΝΤΑΣ ΔΕΝ ΠΑΙΡΝΕΙ ΤΙΠΟΤΑ ΜΑΖΙ ΤΟΥ

1 Εἰς τὸ τέλος· τοῖς υἱοῖς Κορὲ ψαλμός.
1 -
1 Στον πρωτοψάλτη· ψαλμός για τη συγγένεια του Κορέ.
2 Ἀκούσατε ταῦτα, πάντα τὰ ἔθνη, ἐνωτίσασθε πάντες οἱ κατοικοῦντες τὴν οἰκουμένην,
2 Ολα τα έθνη αυτά τα οποία θα σας πω. Ανοίξατε τα αυτιά σας και ακροασθήτε με προσοχήν όλοι οι κάτοικοι της γης,
2 Ετούτο ακούστε όλοι οι λαοί· όλοι της γης οι κάτοικοι προσέξτε,
3 οἵ τε γηγενεῖς καὶ οἱ υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων, ἐπὶ τὸ αὐτὸ πλούσιος καὶ πένης.
3 οι εντόπιοι κάθε περιοχής και οι άλλοι άνθρωποι, όλοι μαζή πλούσιοι και πτωχοί.
3 κοινοί κι επίσημοι, πλούσιοι και φτωχοί μαζί.
4 τὸ στόμα μου λαλήσει σοφίαν καὶ ἡ μελέτη τῆς καρδίας μου σύνεσιν·
4 Το στόμα μου θα λαλήση σοφίαν, βαθειά και εμπεριστατωμένη μελέτη της καρδίας και του νου μου θα εκφρασθή με λόγους γεμάτους σύνεσιν.
4 Λόγια σοφά θα πει το στόμα μου, και συνετές θα 'ναι οι σκέψεις της καρδιάς μου.
5 κλινῶ εἰς παραβολὴν τὸ οὖς μου, ἀνοίξω ἐν ψαλτηρίῳ τὸ πρόβλημά μου.
5 Εγώ ο ίδιος θα κλίνω το αυτί μου εις τας αληθείας, τας οποίας το Πνεύμα του Θεού υπό μορφήν παραβολής μου εμπνέει. Με την μουσικήν αρμονίαν του ψαλτηρίου θα εκθέσω το σκοτεινόν και δύσκολον πρόβλημα, που θα διαπραγματευθώ.
5 Στήνω τ' αυτί μου στου Κυρίου τη μυστική βουλή και με τον ήχο της κιθάρας προσπαθώ το αίνιγμα να λύσω.
6 ἱνατί φοβοῦμαι ἐν ἡμέρᾳ πονηρᾷ; ἡ ἀνομία τῆς πτέρνης μου κυκλώσει με.
6 Διατί να φοβούμαι κατά τας ημέρας των δοκιμασιών και των κινδύνων; Μονον η ιδική μου αμαρτία και ο κακός τρόπος της ζωής μου ημπορεί να με βλάψη, αλλά δεν μου καταμαρτυρεί κάτι τέτοιο η συνείδησίς μου.
6 Γιατί στης συμφοράς τις μέρες να σκιαχτώ από τη μοχθηρία αυτών που με καταδιώκουν;
7 οἱ πεποιθότες ἐπὶ τῇ δυνάμει αὐτῶν καὶ ἐπὶ τῷ πλήθει τοῦ πλούτου αὐτῶν καυχώμενοι,
7 Αλλοι είναι, που ζητούν την εξοντωσίν μου· εκείνοι που έχουν πεποίθησιν εις την δύναμίν των, αυτοί που καυχώνται δια τον πολύν αυτών πλούτον.
7 από εκείνους στ' αγαθά τους που στηρίζονται και για τα πλούτη τους τ' αμύθητα καυχιούνται;
8 ἀδελφὸς οὐ λυτροῦται, λυτρώσεται ἄνθρωπος; οὐ δώσει τῷ Θεῷ ἐξίλασμα ἑαυτοῦ
8 Θα αντικρύησουν όμως και αυτοί τον θάνατον, από τον οποίον ούτε ο στοργικώτερος αδελφός δεν ημπορεί να τους σώση. Πως λοιπόν είναι δυνατόν να τους γλυτώση ο οποιοσδήποτε ξένος άνθρωπος; Κανείς δεν ημπορεί να προσφέρη προς τον Θεόν εξιλεωτικήν προσφοράν, δια να διαφύγη τον θάνατον·
8 Κανένας δεν μπορεί κάποιου άλλου τα χρέη να πληρώσει ούτε και τα δικά του στο Θεό.
9 καὶ τὴν τιμὴν τῆς λυτρώσεως τῆς ψυχῆς αὐτοῦ καὶ ἐκοπίασεν εἰς τὸν αἰῶνα
9 να προσφέρη τίμημα, δια να εξαγοράση την ζωήν του από τον θάνατον, έστω και αν εκοπίασεν εις όλην του την ζωήν, ώστε να θησαυρίση πολλά χρήματα,
9 Είναι πανάκριβο το λύτρο της ζωής τους κι ουδέποτε πληρώνεται,
10 καὶ ζήσεται εἰς τέλος· οὐκ ὄψεται καταφθοράν,
10 δια να ζήση παντοτεινά ευτυχής μέχρι τέλους. Ο ασεβής δεν θα θελήση να ίδη και να εννοήση την φθοράν του ανθρώπου δια του θανάτου,
10 ώστε να ζήσουν ως το τέλος· ποτέ τον τάφο να μη δουν.
11 ὅταν ἴδῃ σοφοὺς ἀποθνήσκοντας. ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἄφρων καὶ ἄνους ἀπολοῦνται καὶ καταλείψουσιν ἀλλοτρίοις τὸν πλοῦτον αὐτῶν,
11 έστω και αν βλέπη και αυτούς ακόμη τους σοφούς να αποθνήσκουν. Κατά τον ίδιον τρόπον, ο άφρων ασεβής και ο ανόητος αμαρτωλός θα αποθάνουν και θα αφήσουν τα πλούτη των εις τα χέρια ξένων.
11 Καθένας βλέπει πως κι οι σοφοί πεθαίνουν, χάνονται όπως οι τρελοί κι οι ανόητοι κι εγκαταλείπουν σ' άλλους τ' αγαθά τους.
12 καὶ οἱ τάφοι αὐτῶν οἰκίαι αὐτῶν εἰς τὸν αἰῶνα, σκηνώματα αὐτῶν εἰς γενεὰν καὶ γενεάν. ἐπεκαλέσαντο τὰ ὀνόματα αὐτῶν ἐπὶ τῶν γαιῶν αὐτῶν.
12 Οι τάφοι των θα είναι αι παντοτειναί κατοικίαι των. Αυτή θα είναι η κατασκήνωσίς των, εις την οποίαν θα μένουν εις όλας τας γενεάς. Κατέγραψαν ανοήτως επ' ονόματί των τα κτήματα και τα οικόπεδά των νομίζοντες ότι έτσι θα τα κατέχουν αιωνίως.
12 Οι τάφοι τους είναι τα σπίτια τους για πάντα, η μόνιμη διαμονή τους σ' όλες τις γενιές· έστω κι αν είχαν χτήματα στ' όνομά τους.
13 καὶ ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς.
13 Ταλαίπωρος άνθρωπος! Ενῷ έχει τιμήν και αξίαν, ως λογικόν δημιούργημα του Θεού, δεν κατενόησε τούτο. Αλλά ήλθε και ετάχθη εις την θέσιν των ανοήτων κτηνών, έγινεν όμοιος με αυτά κατά την ανοησίαν και την ζωήν.
13 Ο άνθρωπος μ' όλες του τις τιμές δεν είναι βέβαιος τη νύχτα αν θα τη βγάλει· καθώς τα ζώα που πεθαίνουν, αφανίζεται.
14 αὕτη ἡ ὁδὸς αὐτῶν σκάνδαλον αὐτοῖς καὶ μετὰ ταῦτα ἐν τῷ στόματι αὐτῶν εὐδοκήσουσιν. (διάψαλμα).
14 Αυτός είναι ο τρόπος της ζωής των αμαρτωλών, που τους εξομοιώνει με τα κτήνη και γίνεται εις αυτούς πρόσκομμα δια την αρετήν και αιτία της καταστροφής των. Και παρ' όλα αυτά, αφού αυτοί αποθάνουν, παρουσιάζονται άλλοι ασεβείς, οι οποίοι τους επαινούν με τα λόγια των, εγκρίνουν την διαγωγήν και την ζωήν των και θέλουν να τους μιμηθούν.
14 Έτσι πορεύονται αυτοί, σίγουροι για τον εαυτό τους· κι έτσι τελειώνουν, ευχαριστημένοι με τη μοίρα τους. (Διάψαλμα)
15 ὡς πρόβατα ἐν ᾅδῃ ἔθεντο, θάνατος ποιμανεῖ αὐτούς· καὶ κατακυριεύσουσιν αὐτῶν οἱ εὐθεῖς τὸ πρωΐ, καὶ ἡ βοήθεια αὐτῶν παλαιωθήσεται ἐν τῷ ᾅδῃ, ἐκ τῆς δόξης αὐτῶν ἐξώσθησαν.
15 Σαν πρόβατα προς σφαγήν τους έρριψεν ο Θεός στον άδην. Ο θάνατος ως άλλος κακός ποιμήν θα τους οδηγή εκεί. Εξ άλλου πολύ σύντομα οι προς το παρόν αφανείς και πτωχοί δίκαιοι θα αναδειχθούν υπέρτεροί των και κύριοί των και η βοήθεια, την οποίαν εκείνοι αντλούσαν από τα πλούτη των, θα αποδειχθή εντελώς άχρηστος μέσα στον άδην. Από την επίγειον δόξαν και μεγαλοπρέπειάν των εξεδιώχθησαν και απεγυμνώθησαν.
15 Μαντρίζονται στον άδη σαν τα πρόβατα, ο θάνατος τούς πάει να τους βοσκήσει· θα διαφεντέψουν πάνω τους οι δίκαιοι το πρωί, θ' αφανιστεί η μορφή τους, ο άδης θα 'ναι η κατοικία τους.
16 πλὴν ὁ Θεὸς λυτρώσεται τὴν ψυχήν μου ἐκ χειρὸς ᾅδου, ὅταν λαμβάνῃ με. (διάψαλμα).
16 Αλλά ως προς εμέ, ο Θεός θα ελευθερώση την ψυχήν μου από την εξουσίαν του άδου, όταν θα με παραλάβη από την παρούσαν ζωήν.
16 Αλλά ο Θεός θα σώσει τη ζωή μου· από τα νύχια του άδη θα με πάρει. (Διάψαλμα)
17 μὴ φοβοῦ, ὅταν πλουτήσῃ ἄνθρωπος, ἢ ὅταν πληθυνθῇ ἡ δόξα τοῦ οἴκου αὐτοῦ·
17 Μη καταπλήσσεσαι, λοιπόν, και μη ταράσσεσαι ψυχικώς, όταν ο ασεβής άνθρωπος πλουτίζη, δταν μεγαλώνη η δόξα του οίκου του.
17 Μη φοβάσαι που κάποιος πλούτισε, κι αυξήθηκε η αίγλη του σπιτιού του.
18 ὅτι οὐκ ἐν τῷ ἀποθνήσκειν αὐτὸν λήψεται τὰ πάντα, οὐδὲ συγκαταβήσεται αὐτῷ ἡ δόξα αὐτοῦ.
18 Διότι, όταν θα αποθάνη, τίποτε δεν θα πάρη μαζή του από τα πλούτη του, ούτε η δόξα του θα κατεβή μαζή με αυτόν στον άδην.
18 Μαζί του δε θα πάρει τίποτ' απ' αυτά πεθαίνοντας· η αίγλη του δεν τον ακολουθεί στον τάφο.
19 ὅτι ἡ ψυχὴ αὐτοῦ ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ εὐλογηθήσεται· ἐξομολογήσεταί σοι, ὅταν ἀγαθύνῃς αὐτῷ.
19 Εφ' όσον βέβαια ζη τον παρόντα επιγειον βίον, θα επαινήται από τους κόλακας, αυτός δε ο ίδιος θα επαινέση και σέ, όταν θα εκτραπής εις κολακείας και επαίνους προς αυτόν.
19 Όσο ζούσε μακάριζε τον εαυτό του: «Σ' επευφημούν γιατί περνάς καλά!»
20 εἰσελεύσεται ἕως γενεᾶς πατέρων αὐτοῦ, ἕως αἰῶνος οὐκ ὄψεται φῶς.
20 Θα αποθάνη όμως και θα μεταβή να συναντήση τους προγόνους του. Ποτέ πλέον δεν θα ίδη το φως του ηλίου.
20 Όμως κι αυτός θα πάει να βρει τη γενιά των προγόνων του και πια ποτέ το φως δε θα το δούνε.
21 καὶ ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς.
21 Ταλαίπωρος άνθρωπος! Ενῷ έχει πάρει από τον Θεόν την ανυπολόγιστον τιμήν της λογικής του φύσεως, δεν εσυνετίσθη, αλλά έταξε τον εαυτόν του εις την θέσιν των ανοήτων κτηνών, έγινε όμοιος με αυτά κατά τον τρόπον της ζωής και τα ένστικτα.
21 Ο άνθρωπος μ' όλες του τις τιμές, όταν δεν τα στοχάζεται όλα τούτα, καθώς τα ζώα που πεθαίνουν, αφανίζεται.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Ἡ Σιών, ἡ ἔνδοξη πόλη τοῦ Θεοῦ.
α2 Γιά νά προστατεύη ὁ Θεός τόν τόπο καί τούς κατοίκους.
γ Γι' αὐτούς πού κάνουν ἐπικίνδυνη δουλειά.
θ "Περιγραφή διά ζωηρῶν χρωμάτων τῆς ματαιότητος τοῦ ἀνθρωπίνου βίου".

ΨΑΛΜΟΣ 42

ΨΑΛΜΟΣ 42 - ΔΙΚΑΙΩΣΕ ΜΕ ΘΕΕ

Ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

1 Κρῖνόν με, ὁ Θεός, καὶ δίκασον τὴν δίκην μου ἐξ ἔθνους οὐχ ὁσίου· ἀπὸ ἀνθρώπου ἀδίκου καὶ δολίου ῥῦσαί με.
1 Κυριε και Θεέ μου, συ ο δίκαιος κριτής, κάμε την δικαίαν υπέρ εμού κρίσιν σου, δίκασε την υπόθεσίν μου εναντίον ενός έθνους ανοσίου και ξένου προς σέ. Γλύτωσέ με και σώσε με από κάθε άδικον και δόλιον άνθρωπον.
1 Δικαίωσέ με, Θεέ, πάρε το μέρος μου ενάντια σ' ένα έθνος ανελέητο· απ' τον απατεώνα γλίτωσέ με κι απ' τον παράνομο.
2 ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεὸς κραταίωμά μου· ἱνατί ἀπώσω με; καὶ ἱνατί σκυθρωπάζων πορεύομαι ἐν τῷ ἐκθλίβειν τὸν ἐχθρόν μου;
2 Διότι συ, ω Θεέ μου, είσαι η κραταιά προστασία μου και δύναμις. Διατί φαίνεται, σαν να με απώθησες από κοντά σου; Διατί με εγκατέλειψες, ώστε εγώ να διέρχομαι τας ημέρας μου σκυθρωπός και θλιμμένος, καθ' ον χρόνον με καταβαρύνει και με καταπατεί ο εχθρός μου;
2 Αφού εσύ, Θεέ, είσαι η δύναμή μου γιατί μ' έδιωξες; γιατί να ζω με λύπη κάτω απ' την καταπίεση του εχθρού;
3 ἐξαπόστειλον τὸ φῶς σου καὶ τὴν ἀλήθειάν σου· αὐτά με ὡδήγησαν καὶ ἤγαγόν με εἰς ὄρος ἅγιόν σου καὶ εἰς τὰ σκηνώματά σου.
3 Στείλε το λυτρωτικόν και χαρμόσυνον ιδικόν σου φως. Δείξε γρήγορα την αλήθειάν σου, τήρησε τας υποσχέσεις σου περί της σωτηρίας μου. Το ιδικόν σου φως και η αλήθειά σου με ωδήγησαν ασφαλώς και θα με φέρουν στο άγιον όρος, εις τα σκηνώματα τα ιδικά σου.
3 Στείλε το φως και την αλήθεια σου αυτά να μ' οδηγούν· στο άγιο σου βουνό για να με φέρουν εκεί που κατοικείς.
4 καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς τὸ θυσιαστήριον τοῦ Θεοῦ, πρὸς τὸν Θεὸν τὸν εὐφραίνοντα τὴν νεότητά μου· ἐξομολογήσομαί σοι ἐν κιθάρᾳ, ὁ Θεός, ὁ Θεός μου.
4 Θα εισέλθω στο θυσιαστήριον του Θεού μου, θα παρουσιασθώ προς τον Θεόν μου, ο οποίος ευφραίνει και ανακαινίζει την νεότητά μου. Θα σε δοξολογήσω με ύμνους κιθάρας, ω Κυριέ μου και Θεέ μου.
4 Θα φτάσω ως το θυσιαστήριό σου, σ' εσέ τον ίδιο, Θεέ της ευτυχίας μου και της χαράς μου· και με κιθάρα θα σε υμνολογώ, Θεέ, Θεέ μου.
5 ἱνατί περίλυπος εἶ, ἡ ψυχή μου; καὶ ἱνατί συνταράσσεις με; ἔλπισον ἐπὶ τὸν Θεόν, ὅτι ἐξομολογήσομαι αὐτῷ· σωτήριον τοῦ προσώπου μου καὶ ὁ Θεός μου.
5 Λοιπόν, διατί, ω ψυχή μου, είσαι περίλυπος; Διατί με συνταράσσεις και με συγκλονίζεις; Στήριξε τας ελπίδας σου στον Θεόν, διότι αυτός ασφαλώς θα έλθη βοηθός σου, και τότε θα δοξολογήσω αυτόν, ο οποίος είναι η σωτηρία μου και ο Θεός μου.
5 Ψυχή μου, γιατί λυπάσαι και μ' αναστατώνεις; Έλπιζε στο Θεό· θα τον υμνήσω πάλι, της ύπαρξής μου το σωτήρα και Θεό μου.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Ἡ ἐπιθυμία γιά τόν Θεό.
α2 Γιά νά ἐλευθερωθοῦν οἱ δαιμονισμένοι.
β Ὅταν ἐπιμένουν οἱ ἐχθροί νά σέ κακοποιήσουν.
Γιά νά ἐνθυμῆσαι τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἀγαθός, οἱ δέ ἄνθρωποι ἀχάριστοι.
γ Γιά νά ἐλευθεωθοῦν οἱ αἰχμάλωτοι ἀπό τίς φυλακές τοῦ ἐχθρικοῦ ἔθνους.
δ Ὅταν νοιώθης μόνος καί ἀπογοητευμένος.

ΨΑΛΜΟΣ 46

ΨΑΛΜΟΣ 46 - ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΗΣΤΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ, ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΒΑΣΙΛΙΑ

1 Εἰς τὸ τέλος· ὑπὲρ τῶν υἱῶν Κορὲ ψαλμός.
1 -
1 Στον πρωτοψάλτη· ψαλμός για τη συγγένεια του Κορέ.
2 Πάντα τὰ ἔθνη κροτήσατε χεῖρας, ἀλαλάξατε τῷ Θεῷ ἐν φωνῇ ἀγαλλιάσεως.
2 Ολα τα έθνη χειροκροτήσατε. Ζητωκραυγάσατε και αλαλάξατε προς δόξαν του Θεού με φωνήν μεγάλης χαράς.
2 Όλοι οι λαοί χειροκροτήστε, μ' ενθουσιασμού φωνές αλαλάξτε στο Θεό!
3 ὅτι Κύριος ὕψιστος, φοβερός, βασιλεὺς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν.
3 Διότι ο Κυριος είναι ο Υψιστος Θεός, φοβερός, μέγας βασιλεύς ολοκλήρου της οικουμένης.
3 Γιατί ο Κύριος είναι ύψιστος και φοβερός· σ' όλη τη γη αυτοκράτορας.
4 ὑπέταξε λαοὺς ἡμῖν καὶ ἔθνη ὑπὸ τοὺς πόδας ἡμῶν·
4 Υπεδούλωσεν εις ημάς άλλους λαούς, έθνη ειδωλολατρικά υπέταξε κάτω από τους πόδας μας.
4 Λαούς σ' εμάς τους υποτάσσει· κι υποδουλώνει έθνη σ' εμάς.
5 ἐξελέξατο ἡμῖν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ, τὴν καλλονὴν Ἰακώβ, ἣν ἠγάπησεν. (διάψαλμα).
5 Εδιάλεξε και έδωκεν εις ημάς ως μόνιμον πατρίδα την ιδικήν του κληρονομίαν, την ωραιοτάτην αυτήν χώραν του ισραηλιτικού λαού, την οποίαν πολύ ηγάπησεν.
5 Για μας διαλέγει τη δωρεά του, τη δόξα του Ιακώβ, του αγαπημένου του. (Διάψαλμα)
6 ἀνέβη ὁ Θεὸς ἐν ἀλαλαγμῷ, Κύριος ἐν φωνῇ σάλπιγγος.
6 Ενίκησεν ο Θεός και ανέβη στον ουρανόν εν μέσω αλαλαγμών. Ανέβη ο Κυριος, ενώ αι σάλπιγγες αντηχούσαν θριαμβευτικά θούρια.
6 Στο θρόνο του ανεβαίνει ο Θεός μες στον αλαλαγμό, ο Κύριος με τον ήχο της σάλπιγγας.
7 ψάλατε τῷ Θεῷ ἡμῶν, ψάλατε, ψάλατε τῷ βασιλεῖ ἡμῶν, ψάλατε,
7 Ψαλατε ύμνους στον Θεόν μας, ψάλατε, ψάλατε με μουσικά όργανα εγκωμιάζοντες τον βασιλέα μας.
7 Τραγουδήστε το Θεό μας, τραγουδήστε! Τραγουδήστε το βασιλιά μας, τραγουδήστε!
8 ὅτι βασιλεὺς πάσης τῆς γῆς ὁ Θεός, ψάλατε συνετῶς.
8 Ψαλατε, διότι ο Θεός μας είναι βασιλεύς όλου του κόσμου. Ψαλατε προς αυτόν με επίγνωσιν του μεγαλείου του.
8 Ο Θεός είναι βασιλιάς σ' ολόκληρη τη γη, υμνήστε τον με το πιο ωραίο τραγούδι!
9 ἐβασίλευσεν ὁ Θεὸς ἐπὶ τὰ ἔθνη, ὁ Θεὸς κάθηται ἐπὶ θρόνου ἁγίου αὐτοῦ.
9 Ο Θεός μας εβασίλευσε και θα βασιλεύση εις όλα τα ειδωλολατρικά έθνη. Ο Θεός κάθεται επάνω στον άγιον, τον υπέρλαμπρον ουράνιον θρόνον του.
9 Ο Θεός είναι βασιλιάς στα έθνη· ο Θεός κάθισε στο θρόνο της αγιοσύνης του.
10 ἄρχοντες λαῶν συνήχθησαν μετὰ τοῦ Θεοῦ Ἁβραάμ, ὅτι τοῦ Θεοῦ οἱ κραταιοὶ τῆς γῆς σφόδρα ἐπήρθησαν.
10 Οι άρχοντες των λαών συνήχθησαν ενώπιον του Θεού του Αβραάμ, διότι του Θεού δούλοι είναι οι κραταιοί αυτοί άρχοντες του κόσμου και δια τούτο πλησίον του Θεού εξυψώθησαν και εδοξάσθησαν πάρα πολύ.
10 Οι άρχοντες των λαών συνάχθηκαν με το λαό που το Θεό του Αβραάμ λατρεύει·

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Ὁ Θεός τό φρούριον ἡμῶν".
α2 Γιά νά ἀνακόπτη ὁ Θεός τίς φυσικές καταστροφές. (Ὁμαδική προσευχή).
γ Γιά νά εἰρηνεύση ὁ ὑπηρέτης ἤ ὁ δοῦλος ὅταν φύγη ἀπό τό ἀφεντικό του καί νά βρῆ δουλειά.
θ "Πρός δοξολογίαν καί ἐν γένει πρός λατρείαν τοῦ Θεοῦ ἐν οἷς ἐκτίθενται αἱ τοῦ Θεοῦ ἰδιότητες. Ἡ δύναμις, ἡ μεγαλειότης, ἡ δόξα καί ἄλλαι ἰδιότητές Του".

ΨΑΛΜΟΣ 49

ΨΑΛΜΟΣ 49 - Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΓΙΑ Ν' ΑΝΑΓΓΕΙΛΕΙ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ

Ψαλμὸς τῷ Ἀσάφ.

1 Θεὸς θεῶν Κύριος ἐλάλησε καὶ ἐκάλεσε τὴν γῆν ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου μέχρι δυσμῶν.
1 Ο αιώνιος και απειροτέλειος Θεός, ο Κυριος όλων των καττά χάριν Θεών, των αρχόντων και δικαστών της γης, προσκαλεί όλην την οικουμένην από ανατολών μέχρι δυσμών.
1 Ψαλμός του Ασάφ. Θεός θεών ο Κύριος, μίλησε και κάλεσε τη γη απ' την ανατολή του ήλιου ως τη δύση.
2 ἐκ Σιὼν ἡ εὐπρέπεια τῆς ὡραιότητος αὐτοῦ,
2 Ακτινοβολείται από την Σιών η ασύλληπτος λαμπρότης και ωραιότης της απείρου τελειότητός του.
2 Απ' τη Σιών -της ομορφιάς το στέμμα- έλαμψε ο Θεός.
3 ὁ Θεὸς ἐμφανῶς ἥξει, ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ οὐ παρασιωπήσεται· πῦρ ἐνώπιον αὐτοῦ καυθήσεται, καὶ κύκλῳ αὐτοῦ καταιγὶς σφόδρα.
3 Ο Κυριος έρχεται ολοφάνερα με το μεγαλείον της δόξης του. Δεν θα τηρήση πλέον σιωπήν. Καυστικόν πυρ προπορεύεται έμπροσθέν του. Και καταιγίς μεγάλη εκσπά ολόγυρά του.
3 Θα 'ρθεί ο Θεός μας και δεν θα αδρανήσει· μπροστά του πάει φωτιά που κατακαίει, τριγύρω του μεγάλη ανεμοθύελλα.
4 προσκαλέσεται τὸν οὐρανὸν ἄνω καὶ τὴν γῆν τοῦ διακρῖναι τὸν λαὸν αὐτοῦ·
4 Προσκαλεί ως μάρτυρας τον ουρανόν άνω και την γην κάτω, προκειμένου να στήση δικαστήριον και να δικάση τον λαόν του.
4 Καλεί τους ουρανούς, καλεί τη γη σαν μάρτυρες, για να δικάσει το λαό του.
5 συναγάγετε αὐτῷ τοὺς ὁσίους αὐτοῦ, τοὺς διατιθεμένους τὴν διαθήκην αὐτοῦ ἐπὶ θυσίαις,
5 Σεις οι άγγελοι συναθροίσατε, λοιπόν, ενώπιόν του τους αγίους του, τους εκλεκτούς Ισραηλίτας, οι οποίοι έδειξαν την αγαθήν διάθεσίν των με τας ευλαβείς θυσίας τότε, που εδέχθησαν την διαθήκην του στο όρος Σινά.
5 «Μαζέψτε μπρος μου τους πιστούς μου», είπ' ο Θεός, «που δέχτηκαν τη διαθήκη μου και την επισφραγίσανε προσφέροντας θυσία».
6 καὶ ἀναγγελοῦσιν οἱ οὐρανοὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, ὅτι ὁ Θεὸς κριτής ἐστι. (διάψαλμα).
6 Οι ουρανοί θα καταθέσουν ως μάρτυρες δια την δικαιοσύνην του, διότι αυτός είναι τώρα ο υπέρτατος δικαστής.
6 Οι ουρανοί κηρύττουν τη δικαιοσύνη του· Θεός είναι ο κριτής αυτός. (Διάψαλμα)
7 ἄκουσον, λαός μου, καὶ λαλήσω σοι, Ἰσραήλ, καὶ διαμαρτύρομαί σοι· ὁ Θεὸς ὁ Θεός σού εἰμι ἐγώ.
7 Ο Κυριος ομιλεί. Ακουσε, λαέ μου, διότι θα ομιλήσω προς σέ, ισραηλιτικέ λαέ· δώσε προσοχήν, διότι θα διαμαρτυρηθώ εντόνως προς σέ. Εγώ, που ομιλώ, είμαι ο Θεός όλου του κόσμου και ιδιαιτέρως ο ιδικός σου Θεός.
7 «ʼκου, λαέ μου, θα μιλήσω· Ισραήλ, θα μαρτυρήσω εναντίον σου· εγώ ο Θεός, ο Θεός σου.
8 οὐκ ἐπὶ ταῖς θυσίαις σου ἐλέγξω σε, τὰ δὲ ὁλοκαυτώματά σου ἐνώπιόν μου ἐστὶ διαπαντός.
8 Δεν θα σε ελέγξω δια τας διαφόρους θυσίας σου. Τα ολοκαυτώματά σου, που προσφέρονται προς εμέ, ευρίσκονται πάντοτε ενώπιόν μου.
8 Θυσίες μού προσφέρεις. Δε σε κατηγορώ γι' αυτές· τα ολοκαυτώματά σου διαρκώς είναι μπροστά μου.
9 οὐ δέξομαι ἐκ τοῦ οἴκου σου μόσχους οὐδὲ ἐκ τῶν ποιμνίων σου χιμάρους.
9 Αλλά δεν έχω ανάγκην να δεχθώ μόσχους από τον οίκον σου και τράγους από τα κοπάδια σου.
9 Αλλά δε θα δεχτώ μοσχάρι από το στάβλο σου, ούτε μου χρειάζονται τραγιά απ' το μαντρί σου.
10 ὅτι ἐμά ἐστι πάντα τὰ θηρία τοῦ ἀγροῦ, κτήνη ἐν τοῖς ὄρεσι καὶ βόες·
10 Διότι όλα τα άγρια θηρία των δασών είναι ιδικά μου, όπως και τα κατοικίδια ζώα, τα οποία βόσκουν εις τα όρη, και οι βόες, όλα είναι ιδικά μου.
10 Γιατί δικά μου είναι τα ζώα όλα του δάσους, τ' αγρίμια όλα που ζουν απάνω στα βουνά.
11 ἔγνωκα πάντα τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ὡραιότης ἀγροῦ μετ᾿ ἐμοῦ ἐστιν.
11 Εγώ γνωρίζω πολύ καλά τα πάντα. Είμαι ο Κυριος επί των πτηνών του ουρανού και η ωραία πολύχρωμος βλάστησις του αγρού ευρίσκεται πάντοτε εις την κυριότητά μου.
11 Γνωρίζω όλα τα πουλιά στις κορυφές ψηλά κι ό,τι σαλεύει μέσα στους αγρούς σ' εμένα ανήκει.
12 ἐὰν πεινάσω, οὐ μή σοι εἴπω· ἐμὴ γάρ ἐστιν ἡ οἰκουμένη καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς.
12 Εάν θα πεινάσω, δεν πρόκειται να σου είπω να μου δώσης φαγητόν, διότι ιδική μου είναι όλη η γη και όλα εκείνα, από τα οποία αυτή είναι γεμάτη.
12 Αν ήταν να πεινάσω δε θα ερχόμουν να σ' το πω, γιατί δική μου είν' η γη και ό,τι τη γεμίζει.
13 μὴ φάγομαι κρέα ταύρων, ἢ αἷμα τράγων πίομαι;
13 Μηπως έχω εγώ ανάγκην να φάγω κρέατα ταύρων και να πίω αίμα τράγων; Οχι βέβαια.
13 Μήπως εγώ το κρέας τρώω των βοδιών και μήπως το αίμα πίνω εγώ των τράγων;
14 θῦσον τῷ Θεῷ θυσίαν αἰνέσεως καὶ ἀπόδος τῷ Ὑψίστῳ τὰς εὐχάς σου·
14 Δι' αυτό συ πρόσφερε στον Θεόν σου ως θυσίαν την δοξολογίαν και εκπλήρωσε όλα τα τάματα, που έχεις τάξει προς αυτόν.
14 Πρόσφερε μάλλον την ευχαριστία σου σ' εμένα το Θεό κι εκπλήρωσε τα τάματά σου σ' εμέ τον Ύψιστο.
15 καὶ ἐπικάλεσαί με ἐν ἡμέρᾳ θλίψεώς σου, καὶ ἐξελοῦμαί σε, καὶ δοξάσεις με. (διάψαλμα).
15 Επικάλεσαί με εις περίοδον θλίψεως και εγώ θα σε απαλλάξω από αυτήν και συ ευγνωμονών θα με δοξολογήσης.
15 Επικαλέσου με στης θλίψης σου τη μέρα· θα σε λυτρώσω και θα με δοξάσεις». (Διάψαλμα)
16 τῷ δὲ ἁμαρτωλῷ εἶπεν ὁ Θεός· ἱνατί σὺ ἐκδιηγῇ τὰ δικαιώματά μου καὶ ἀναλαμβάνεις τὴν διαθήκην μου διὰ στόματός σου;
16 Εις δε τον αμαρτωλόν είπεν ο Θεός· Διατί συ τολμάς και διηγείσαι τους νόμους και τας εντολάς μου και παίρνεις στο αμαρτωλόν στόμα σου την διαθήκην μου, την οποίαν συ καταπατείς;
16 Είπε στον απειθή ο Θεός: «Τι ωφελεί τις εντολές μου ν' απαγγέλλεις; να 'χεις τη διαθήκη μου στο στόμα σου,
17 σὺ δὲ ἐμίσησας παιδείαν καὶ ἐξέβαλες τοὺς λόγους μου εἰς τὰ ὀπίσω.
17 Συ εμίσησες την διορθωτικήν παιδαγωγίαν μου και πετάς προς τα οπίσω με περιφρόνησιν τους λόγους μου.
17 εσύ, που δεν ανέχεσαι να σε διορθώνω κι αψήφιστα παίρνεις τα λόγια μου;
18 εἰ ἐθεώρεις κλέπτην, συνέτρεχες αὐτῷ, καὶ μετὰ μοιχοῦ τὴν μερίδα σου ἐτίθεις.
18 Εάν έβλεπες κλέπτην έτρεχες και συ μαζή του ως συνεργός του· συμμετείχες δε εις τας αθλιότητας των μοιχών.
18 Όταν βλέπεις τον κλέφτη, μαζί του συντροφιάζεσαι· με τους μοιχούς έχεις δοσοληψίες.
19 τὸ στόμα σου ἐπλεόνασε κακίαν, καὶ ἡ γλῶσσά σου περιέπλεκε δολιότητας·
19 Το στόμα σου είναι απύλωτον εις πλήθος κακιών, η δε γλώσσα σου εξυφαίνει πάντοτε δολιότητας.
19 Για το κακό, το στόμα σου είν' ορθάνοιχτο· κι η γλώσσα σου υφαίνει την απάτη.
20 καθήμενος κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ σου κατελάλεις καὶ κατὰ τοῦ υἱοῦ τῆς μητρός σου ἐτίθεις σκάνδαλον.
20 Καθήμενος αργός κατηγορούσες και δυσφημούσες τον αδελφόν σου και εναντίον του υιού της μητρός σου, εναντίον του αδελφού σου, έστηνες παγίδας και έθετες προσκόμματα, δια να σκοντάψη και πέση.
20 Κάθεσαι και κακολογείς το διπλανό σου κι αναίσχυντα συκοφαντείς της μάνας σου το γιο.
21 ταῦτα ἐποίησας, καὶ ἐσίγησα· ὑπέλαβες ἀνομίαν, ὅτι ἔσομαί σοι ὅμοιος· ἐλέγξω σε καὶ παραστήσω κατὰ πρόσωπόν σου τὰς ἁμαρτίας σου.
21 Αυτά έπραξες και εγώ έδειξα μακροθυμίαν και εσιώπησα. Ενόμισες όμως παραλόγως και παρανόμως, ότι θα είμαι όμοιος με σέ. Θα έλθη όμως η στιγμή, οπότε θα σε ελέγξω και θα φανερώσω ενώπιόν σου και ενώπιον των άλλων τας αμαρτίας σου, δια να σε εξευτελίσω.
21 Αυτά όλα έκανες εσύ, κι εγώ ήμουν σιωπηλός. Νόμισες μήπως όμοιος ότι έγινα μ' εσένα; Αλλά θα σ' επιπλήξω, κι όλα θα τ' αραδιάσω στα μάτια σου μπροστά.
22 σύνετε δὴ ταῦτα, οἱ ἐπιλανθανόμενοι τοῦ Θεοῦ, μήποτε ἁρπάσῃ, καὶ οὐ μὴ ᾖ ὁ ῥυόμενος.
22 Εννοήσατε, λοιπόν, όλα αυτά όσοι λησμονείτε τον Θεόν, μήπως και σας αρπάση εις τας χείρας της η θεία δικαιοσύνη, οπότε δεν θα υπάρχη κανείς να σας γλυτώση.
22 »Ετούτα στοχαστείτε τα εσείς που μ' έχετε ξεχάσει· μήπως και σας αρπάξω και σωτήρας δε βρεθεί.
23 θυσία αἰνέσεως δοξάσει με, καὶ ἐκεῖ ὁδός, ᾗ δείξω αὐτῷ τὸ σωτήριόν μου.
23 Θυσία δοξολογίας από αγνήν καρδίαν αρκεί να με δοξάση πράγματι· και αυτός είναι ο ευθύς δρόμος, τον οποίον εγώ θα δείξω εις καθένα, που ποθεί την σωτηριώδη βοήθειάν μου.
23 Ευχαριστία, αυτή είν' η προσφορά που με δοξάζει· κι όποιος το δρόμο του ευθύ χαράζει σ' αυτόν θα δείξω τη σωτηρία μου».

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Σκέψεις ἐπάνω στή ζωή καί στό θάνατο.
α2 Γι' αὐτούς πού ἔχασαν τήν ζωή τους ἀπό βίαιο θάνατο, (ἀτυχήματα, πόλεμοι, δολοφονίες κ.ἄ.)
β Γιά τήν βασιλεία καί τήν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ.
γ Γιά νά μετανοήσουν καί νά ἐπιστρέψουν στό Θεό καἰ νά σωθοῦν.
ζ Ὑποδεικνύεται ἡ διά τῶν ἔργων δοξολογία τοῦ Θεοῦ ὡς ἡ μόνη ἀσφαλής καί προσήκουσα στό Θεό λατρεία.
θ "Πρός δοξολογίαν καί ἐν γένει πρός λατρείαν τοῦ Θεοῦ ἐν οἷς ἐκτίθενται αἱ τοῦ Θεοῦ ἰδιότητες. Ἡ δύναμις, ἡ μεγαλειότης, ἡ δόξα καί ἄλλαι ἰδιότητές Του".
"Χαρακτῆρες καί ἰδιώματα τῶν ἀγαθῶν καί τῶν κακῶν ἀνθρώπων καί περί τῆς εὐτυχίας καί δυστυχίας αὐτῶν".

Συντομογραφίες:

α1. Ἐξήγηση ψαλμῶν, σύμφωνα μέ τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων.
α2. Χρήση τῶν ψαλμῶν σύμφωνα μέ τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων.
 β. Μ. Ἀθανασίου ἔργα, Ἑρμηνευτικά Α, ψαλμοί,πρός Μάρκελλῖνον εἰς τήν ἑρμηνεία τῶν ψαλμῶν. Ε.Π.Ε. τόμος 5ος, Θεσ/κη 1975.
 γ. Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης. Ἱερομ. Χρυσοστόμου "ὁ Γέρων Παΐσιος, Ἅγιον Ὄρος 1994, σελ. 227
 δ. Περιοδικό· " Ὁσία Εἰρήνης Χρυσοβαλάντου ", Ἱ. Μ. Ὁσίας Εἰρήνης τῆς Χρυσοβαλάντου, Λυκόβρυση Ἀττικῆς, τεῦχος 323, 1988
 ε. Μον. Εὐθ. Ζυγαβηνοῦ, ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου· "Ἑρμηνεία εἰς τούς ΡΝ (150) ψαλμούς τοῦ προφητάνακτος Δαβίδ. ἔκδ. "Ὀρθόδοξος Κυψέλη", Θεσ/κη 1972
 σ. Χ. Τσολακίδη, Οἱ ψαλμοί γιά κάθε περίσταση, β, ἔκδ. Τσολακίδη, 2, Ἀθῆναι 2003
 ζ. Ιεροῦ Χρυσοστόμου, ὁμιλίαι εἰς τούς ψαλμούς, ἔκδ. Ὠφελίμου βιβλίου, Ἀθῆναι 1973, τόμοι 53 -60
 η. Ἀρχιμ. Αἰμιλιανοῦ, καθηγουμένου Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας, Κατήχήσεις καί λόγοι "Ἀγαλιασώμεθα τῶ Κυρίῳ", τόμ. 3, Ὁρμύλια Χαλκιδικῆς, 1999.
 θ. Ἁγίου Νεκταρίου, "Ψαλτἠριον τοῦ Παντάνακτος Δαυΐδ", ἔκδ. β, ἔκδ. Νεκτ. Παναγόπουλος, Ἀθῆναι 2003


Πηγές