με τη χάρη και τη δύναμη του Χριστού, μπορούμε να τον καταργήσομε.
145. Όταν ο άνθρωπος καταπάτησε την εντολή του Θεού και ξέπεσε από τη ζωή του Παραδείσου, επακολούθησε το δέσιμό του με δύο αλυσίδες. Η μία είναι ο δεσμός των βιοτικών πραγμάτων και των σαρκικών ηδονών, όπως είναι ο πλούτος, η δόξα, η φιλία, η γυναίκα, τα παιδιά, οι συγγενείς, η πατρίδα, τα κτήματα και γενικά όλα τα ορατά, από τα οποία ο λόγος του Θεού μας διατάζει να λυνόμαστε με τη θέλησή μας.
Η άλλη αλυσίδα είναι αόρατη και εσωτερική. Είναι δηλαδή δεμένη η ψυχή με σκοτεινά δεσμά από τα πονηρά πνεύματα, εξαιτίας των οποίων ούτε το Θεό να αγαπήσει μπορεί, ούτε να πιστέψει, ούτε να προσευχηθεί όπως θέλει. Γιατί από την παράβαση του πρώτου ανθρώπου, όλοι συναντούμε μέσα μας αντίσταση σε όλα, και στα φανερά και στα αφανή.
Όταν κανείς υπακούσει στο λόγο του Θεού και απομακρυνθεί από όλα τα βιοτικά πράγματα και απαρνηθεί όλες τις σαρκικές ηδονές, τότε αφού παραμείνει κοντά στο Θεό και αφοσιωθεί σ' Αυτόν, παίρνει θεία δύναμη και μαθαίνει ότι μέσα στα άδυτα της καρδιάς κρύβεται κάποια άλλη πάλη και κάποιος άλλος πόλεμος λογισμών.
Και αν παραμείνει έτσι κοντά στο Θεό και επικαλείται την ευσπλαχνία του Χριστού, με μεγάλη πίστη και υπομονή, αλλά και με τη βοήθεια του Θεού, μπορεί να ελευθερωθεί από τα δεσμά και τους φραγμούς εκείνους και το σκοτάδι των πονηρών πνευμάτων, δηλαδή από τις ενέργειες των κρυμμένων παθών.
Αυτόν τον πόλεμο, με τη χάρη και τη δύναμη του Χριστού, μπορούμε να τον καταργήσομε. Χωρίς όμως τη βοήθεια του Θεού, είναι εντελώς αδύνατο να λυτρώσει κανείς τον εαυτό του ώστε να ελευθερωθεί από την πάλη των λογισμών. Το μόνο που μπορεί κανείς, είναι να αντιλέγει στους λογισμούς και να μην ευχαριστείται μ' αυτούς.