fbpx

ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ

ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ

Απόδοση στη νέα Ελληνική: Αντώνιος Γαλίτης
Εκδόσεις Το περιβόλι της Παναγίας 1986

11 items tagged "Φόβος"
Εκτύπωση
  • ... γνωρίζει ότι πράγματι δεν γνωρίζει ...

    Σχετικά μ' αυτόν λέει ο Μέγας Αθανάσιος προς τους τελείους: «Μη φοβάσαι το Θεό σαν τύραννο, αλλά να τον φοβάσαι για την αγάπη Του, για να μη φοβάσαι μόνον επειδή αμαρτάνεις, αλλά και γιατί ο Θεός σε αγαπά και δεν τον αγαπάς, και γιατί ευεργετείσαι αναξίως».

    Έτσι με τον φόβο των αγαθών αυτών ωθεί κανείς την ψυχή του να αγαπά και γίνεται άξιος των ευεργεσιών που του γίνονται και μέλλει να του γίνουν, με την ευγνωμοσύνη προς τον Ευεργέτη· και από τον αγνό φόβο της αγάπης φτάνει στην υπερφυσική ταπείνωση. Γιατί όσο καλό και αν δέχεται και όσα δεινά αν υπομένει, διόλου δεν νομίζει ότι από δική του δύναμη ή φρόνηση έχει την υπομονή ή την καλή ψυχική και σωματική κατάσταση.

    Από την ταπεινοφροσύνη δηλαδή, έλαβε τη διάκριση, με την οποία γνωρίζει ότι είναι κτίσμα του Θεού και ότι κανένα αγαθό δεν μπορεί να κάνει από τον εαυτό του, ούτε να το φυλάξει αν του δοθεί από τη χάρη, και ούτε πειρασμό να ανατρέπει, ούτε να υπομένει από τη δική του ανδρεία και φρόνηση.

    Και από τη διάκριση έρχεται σε μερική γνώση των πραγμάτων και αρχίζει να βλέπει με το νου του όλα τα όντα, και μη γνωρίζοντας τους λόγους τους ποθεί τον Διδάσκαλο. Κι επειδή δεν τον ανακαλύπτει, γιατί είναι αθέατος, αλλά κι επειδή άλλον που εμφανίζεται ως διδάσκαλος, δεν τον ανέχεται, όπως έμαθε από τη διάκριση, ούτε δέχεται νόημα χωρίς μαρτυρία από τις Γραφές, μένει απορημένος.

    Και γι' αυτό όλα όσα κάνει και διδάσκει, τα θεωρεί για τίποτε, βλέποντας πριν από αυτόν τόσο πλήθος ανθρώπων που έπεσαν, με πολλούς κόπους και γνώσεις, από τον Αδάμ κι εδώθε. Και όπως ακούει και δεν εννοεί κάτι από τις θείες Γραφές, αρχίζει να δακρύζει από τη γνώση αυτή, δηλαδή από το ότι γνωρίζει ότι πράγματι δεν γνωρίζει όπως πρέπει.

    Και το θαυμαστό είναι ότι εκείνος που νομίζει ότι κάτι γνωρίζει, δεν έχει ακόμη γνωρίσει τίποτε, όπως πρέπει να το γνωρίζει (Α΄ Κορ. 8, 2), και εκείνο που νομίζει ότι έχει, θα του αφαιρεθεί (Ματθ. 13, 12), όπως λέει ο Κύριος, επειδή δηλαδή νομίζει αλλά δεν έχει.

    Και αντίθετα, εκείνος που νομίζει ότι είναι ανόητος και ασύνετος, ασθενής και χωρίς γνώση, θρηνεί γι' αυτό και οδύρεται, νομίζοντας ότι λαμβάνει και εκείνα που δεν έχει, με την ευγνωμοσύνη.

    → Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός
  • ... να μη φοβάται διόλου, γνωρίζοντας ότι ενός και του αυτού Δημιουργού είναι κτίσματα

    Όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος, εκείνος που θέλει να έχει μέσα του τη μεγάλη πίστη, δεν πρέπει να φροντίζει διόλου για τη ζωή του ή τον θάνατό του, αλλά και αν δει θηρίο, ή εξεγέρσεις δαιμόνων ή κακών ανθρώπων, να μη φοβάται διόλου, γνωρίζοντας ότι ενός και του αυτού Δημιουργού είναι κτίσματα, και δούλοι του Κυρίου όλα, όπως και αυτός, και δεν έχουν εξουσία εναντίον του, αν δεν επιτρέψει ο Θεός.

    Το Θεό μόνο να φοβόμαστε, που έχει όλη την εξουσία, όπως είπε ο ίδιος ο Κύριος: «Θα σας υποδείξω ποιόν να φοβηθείτε»(Λουκ. 12, 5), και πρόσθεσε: «Φοβηθείτε Αυτόν που έχει εξουσία να ρίξει στην κόλαση και την ψυχή και το σώμα». Και για να επιβεβαιώσει το λόγο, είπε: «Ναι, σας λέω, Αυτόν να φοβάστε». Και πολύ εύλογα.

    Αν υπήρχε άλλος εκτός από το Θεό, που να έχει εξουσία, εκείνον έπρεπε να φοβόμαστε. Επειδή όμως μόνο Αυτός είναι ο Ποιητής και Κύριος των άνω και των κάτω, ποιος είναι εκείνος που μπορεί να κάνει τίποτε χωρίς Αυτόν; Κι αν κανείς λέει ότι οι εχθροί μας είναι κτίσματα που έχουν αυτεξουσιότητα, θα απαντήσω ότι έχουν βέβαια οι νοερές δυνάμεις και οι άνθρωποι, καθώς και οι δαίμονες.

    Αλλά οι τάξεις των ουρανίων ασωμάτων και οι αγαθοί άνθρωποι δεν ανέχονται να βλάψουν κανένα από τους συνδούλους τους, και ας είναι πολύ κακός? τον σπλαχνίζονται μάλλον και ικετεύουν γι' αυτόν το Θεό, όπως λέει ο Μέγας Αθανάσιος. Οι κακοί όμως άνθρωποι και οι δάσκαλοί τους, οι πονηροί δαίμονες, θέλουν, αλλά δεν μπορούν να βλάψουν κανένα, εκτός αν δώσει κανείς αφορμή να εγκαταλειφθεί από το Θεό με τα πονηρά έργα του.

    Και αυτό όμως γίνεται για παιδαγωγία και σωτηρία του ανθρώπου αυτού από τον υπεράγαθο Θεό, αν βέβαια θέλει και ο ίδιος να διορθωθεί από την κακία του, με την υπομονή και την ευχαριστία προς το Θεό. Ειδεμή, γίνεται προς ωφέλεια άλλου, γιατί ο πανάγαθος Θεός θέλει να σωθούν όλοι(Α΄ Τιμ. 2, 4).

    Οι δε πειρασμοί των δικαίων και των αγίων ανθρώπων γίνονται κατά την ευδοκία του Θεού, προς τελειοποίηση των ψυχών τους και αισχύνη των εχθρών τους δαιμόνων.

    Αυτά λοιπόν έχοντας υπόψη του ο εργάτης των θείων εντολών του Χριστού, πιστεύει όχι απλώς ότι ο Χριστός είναι Θεός και ότι μπορεί — αυτό το είδαν στην πράξη και οι δαίμονες και έφριξαν(Ιακ. 2, 19)—, αλλά ότι όλα είναι δυνατά σ' Αυτόν και κάθε θέλημά Του είναι αγαθό, και χωρίς Αυτόν δεν μπορεί να γίνει κανένα καλό.

    Γι' αυτό ο άνθρωπος αυτός δε θέλει να κάνει κάτι έξω από το θείο θέλημα, ακόμη και αν αυτό το κάτι είναι ζωή. Αν και δεν μπορεί να βρεθεί τέτοιο πράγμα, γιατί μόνο το θέλημα του Θεού είναι ζωή αιώνια(Ιω. 12, 50) και εξαιρετικά αγαθή, και ας φαίνεται σε μερικούς κοπιαστική η εργασία αυτής της ζωής.

    → Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός
  • Αν λοιπόν τέτοιοι άνθρωποι είχαν ανάγκη από φόβο

    Aν ο Αδάμ είχε εύλογο φόβο παράλληλα με την υπερβολικά θεομίμητη και προφητική δωρεά που απολάμβανε, δε θα νικιόταν, αλοίμονο, με τόσο άσχημο τρόπο. Το ίδιο και ο Σαμψών που γεννήθηκε από θεία υπόσχεση και ο θεοφόρος Δαβίδ και πολλοί άλλοι, μεταξύ των οποίων και ο Σολομών, ο θαυμαστός σε όλα. 

    Αν λοιπόν τέτοιοι άνθρωποι είχαν ανάγκη από φόβο και αγωνία και προσοχή παράλληλα με την προσευχή, τί πρέπει να σκεφτούμε για εκείνους που δεν έλαβαν ακόμη την υπερφυσική δωρεά και ενέργεια του Πνεύματος; Που ακόμη δεν ανέβηκαν στους θείους εκστατικούς έρωτες και στις μανικές, ας πούμε, βακχείες του βλεπομένου κάλλους του Θεού; Πόσο φόβο χρειάζονται και τρόμο, προσοχή δίκαιη και προσευχή στο όνομα του Ιησού Χριστού, αδιάκοπα και με φρόνημα ταπεινό;

     

    → Κάλλιστος Αγγελικούδης (Άγιος)
  • Από την πίστη ...

    Από την πίστη δηλαδή γεννιέται ο φόβος, από αυτόν το πένθος, μέσω αυτού έρχεται η ταπείνωση, από την οποία έρχεται η διάκριση, και από αυτήν, η διόραση και κατά χάρη η προόραση.

    → Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός
  • Αυτή από μερικούς λέγεται φρόνηση

    Και τότε αρχίζει με ταπείνωση ψυχής να ευχαριστεί και να τρέμει, από φόβο μήπως πάλι όπως πριν πέσει σε παρακοή του Θεού.

    Και από τον αγνό αυτό φόβο, που δεν οφείλεται στην αμαρτία, και από την ευχαριστία, την υπομονή και την ταπείνωση που αξιώθηκε από τη γνώση, αρχίζει να ελπίζει ότι κατά χάρη θα βρει έλεος. Από την πείρα πάλι των ευεργεσιών που του γίνονται, περιμένει και φοβάται μήπως βρεθεί ανάξιος για τις τόσο μεγάλες ευεργεσίες του Θεού.

     

    Και απ' αυτό αυξάνονται μέσα του η ταπείνωση και η εγκάρδια προσευχή. Και όσο αυτές αυξάνονται μαζί με την ευχαριστία, δέχεται μεγαλύτερη γνώση. Και έτσι από τη γνώση έρχεται στο φόβο και από το φόβο στην ευχαριστία και στη γνώση που είναι πάνω απ' αυτά. Και απ' αυτό αγαπά τον Ευεργέτη φυσικά και με χαρά ποθεί να τον υπηρετήσει ως χρεώστης λόγω της γνώσεως.

    Και αμέσως δέχεται αύξηση στη γνώση και, μαζί με τις ειδικές ευεργεσίες, θεωρεί και τις γενικές. Μην μπορώντας να ευχαριστεί γι' αυτές, πενθεί και, θαυμάζοντας πάλι τη χάρη του Θεού, παρηγορείται. Και άλλοτε έχει επίπονα δάκρυα, ενώ άλλοτε πάλι από την αγάπη χύνει δάκρυα γλυκύτερα και από το μέλι λόγω της πνευματικής χαράς, η οποία προέρχεται από την ανείπωτη ταπείνωση.

    Όλα αυτά βέβαια, όταν αληθινά ποθεί κάθε θέλημα του Θεού και μισεί κάθε τιμή και ανάπαυση και έχει τον εαυτό του κάτω απ' όλους, ώστε διόλου να μη σκέφτεται ότι είναι κάποιος, και όταν πιστεύει ότι χρεωστεί τον εαυτό του στο Θεό και σε όλους τους ανθρώπους, και γι' αυτό θεωρεί τους πειρασμούς και τις θλίψεις μεγάλη ευεργεσία, και τη χαρά και ανάπαυση μεγάλη ζημία. Και ποθεί τα πρώτα με όλη του την ψυχή, απ' όπου και αν έρχονται, ενώ φοβάται τα άλλα, ακόμη και αν από το Θεό γίνονται προς δοκιμήν. Και όσο βρίσκεται σ' αυτά τα δάκρυα, αρχίζει ο νους να αποκτά καθαρότητα και έρχεται στην αρχική του κατάσταση, δηλαδή στη φυσική γνώση, την οποία έχασε εξαιτίας των παθών.

    Αυτή από μερικούς λέγεται φρόνηση, γιατί βλέπει ο νους τα πράγματα όπως είναι φυσικά, και πάλι από άλλους λέγεται διόραση, γιατί αυτός που την έχει γνωρίζει ένα μέρος από τα κρυμμένα μυστήρια, δηλαδή το σκοπό του Θεού που βρίσκεται στις θείες Γραφές και σε κάθε κτίσμα. Αυτή γεννιέται από τη διάκριση και μπορεί να κατανοεί τους λόγους των αισθητών και νοητών. Γι' αυτό λέγεται θεωρία των όντων, δηλαδή των κτισμάτων, αλλά αυτή είναι φυσική και προέρχεται από την καθαρότητα του νου.

    → Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός
  • Γιατί, πώς θα μπορέσει να τηρήσει κάποια εντολή εκείνος που δε φοβάται;

    Ο θείος φόβος, που είναι η πρώτη εντολή, όλα τα νικά. Εκείνος που δεν έχει το θείο φόβο, ούτε άλλο καλό μπορεί να έχει. Γιατί, πώς θα μπορέσει να τηρήσει κάποια εντολή εκείνος που δε φοβάται; Εκτός και αν έχει φτάσει κανείς στην αγάπη. Αλλά και αυτός από το φόβο άρχισε, και αν ακόμη δεν γνωρίζει πώς πέρασε απ' αυτόν ο εισαγωγικός φόβος.

    Αν τώρα λέει κανείς ότι από άλλο δρόμο βάδισε προς την αγάπη, αυτός ήταν αιχμάλωτος είτε της πνευματικής χαράς, είτε της αναισθησίας, όπως εκείνοι που τους πέρασαν από τον ποταμό κοιμισμένους, κατά τον άγιο Εφραίμ. 

    Γιατί βλέποντας ο άνθρωπος αυτός τις πολλές ευεργεσίες που τον αξίωσε η χάρη του Θεού, κυριεύεται από έκπληξη και αγαπά τον Ευεργέτη. Όταν όμως ζει κανείς αναίσθητα με απολαύσεις και τιμές, όπως ο πλούσιος της παραβολής, νομίζει ότι εκείνοι που λιώνουν από το φόβο και περνούν δοκιμασίες πάσχουν λόγω των αμαρτιών τους, και υπερηφανεύεται εις βάρος τους με αλαζονεία, θεωρώντας τον εαυτό του άξιο γι' αυτή την ευμάρεια που έχει χωρίς να την αξίζει, αφού έκανε τον εαυτό του ανάξιο για τη μέλλουσα ζωή. 

    Έτσι σκοτίζεται με την άλογη φιλία των πρόσκαιρων και νομίζει ίσως ότι έφτασε στην αγάπη και γι' αυτό ευεργετείται παραπάνω από εκείνους που υποφέρουν? και γι' αυτό αγνόησε τη συγκατάβαση του Θεού προς αυτόν. 

    Γι' αυτό και θα βρεθεί αναπολόγητος στην κρίση και δικαίως θα ακούσει: «Εσύ απόλαυσες τα αγαθά σου στη ζωή σου»(Λουκ. 16, 25). Αυτό είναι φανερό από το ότι πολλοί άπιστοι ευεργετούνται με αυτό τον τρόπο ανάξια, και κανένας από τους φρόνιμους δεν τους μακαρίζει, ούτε λέει ότι είναι άξιοι να τους αγαπά ο Θεός, ή ότι αγαπούν το Θεό και γι' αυτό ίσως ευημερούν στη ζωή. Αυτά λοιπόν έτσι είναι.

    → Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός
  • δε θα σωζόταν κανείς από εκείνους που παθαίνουν τέτοια πτώση

    56. Τους αρχαρίους στο βίο της αρετής, ο φόβος των κολάσεων τους βοηθεί στην εργασία των εντολών και την αποφυγή των κακών. Εκείνοι όμως που πρόκοψαν στην αρετή κι έφτασαν στην θεωρία της δόξας του Θεού, αποκτούν άλλο, ανάλογο φόβο, από αγάπη, ο οποίος τους είναι πολύ φοβερός, δηλαδή τον αγνό φόβο. Ο φόβος αυτός τους βοηθεί να στέκονται ακλόνητοι στην αγάπη του Θεού, καθώς αναλογίζονται το ενδεχόμενο της φοβερής πτώσεως από αυτήν. Αν οι πρώτοι ξεπέσουν και μετανοήσουν πάλι, ξαναέρχεται ο πρώτος φόβος με καλές ελπίδες. Οι δεύτεροι όμως, αν από φθόνο του εχθρού χάσουν λόγω πτώσεως το ύψος της θεωρίας του Θεού, δεν ξαναβρίσκουν αμέσως το δεύτερο, τον αγνό φόβο, αλλά τους τυλίγει μια καταχνιά κι ένα χειροπιαστό σκοτάδι, γεμάτο αθυμία, οδύνη και πίκρα, μαζί με τον πρώτο φόβο των κολάσεων. Και αν ο Κύριος Σαβαώθ δε λιγόστευε τις ημέρες εκείνες της αφόρητης αυτής οδύνης, δε θα σωζόταν κανείς από εκείνους που παθαίνουν τέτοια πτώση.

    → Νικήτας ο Στηθάτος (Όσιος)
  • Η παιδαγωγική παραχώρηση

    Και συνεχίζει: «Η παιδαγωγική παραχώρηση φέρνει μεγάλη λύπη και ταπείνωση και μέτρια απελπισία στην ψυχή, για να έρχεται το φιλόδοξο και απτόητο μέρος της σε ταπείνωση. Αμέσως όμως φέρνει φόβο Θεού και δάκρυα εξομολογήσεως στην καρδιά και μεγάλη επιθυμία για την άριστη σιωπή. Η παραχώρηση όμως από αποστροφή του Θεού αφήνει να γεμίσει η ψυχή από απελπισία, απιστία, οργή και υπερηφάνεια. Πρέπει λοιπόν να διακρίνομε με την πείρα μας το είδος της παραχωρήσεως και ανάλογα να προσερχόμαστε στο Θεό. Στην πρώτη περίπτωση, οφείλομε να του προσφέρομε ευχαριστία και απολογία, γιατί παιδαγωγεί την απαίδευτη γνώμη μας, αποσύροντας τη χάρη Του, για να μας διδάσκει ως αγαθός Πατέρας τη διαφορά αρετής και κακίας. Στη δεύτερη περίπτωση, πρέπει να προσφέρομε ακατάπαυστη εξομολόγηση των αμαρτημάτων μας, αδιάκοπα δάκρυα και μεγαλύτερη ασκητική αναχώρηση, για να μπορέσομε με την προσθήκη των κόπων μας να εξιλεώσομε κάποτε το Θεό, ώστε να επιβλέψει όπως και πριν στις καρδιές μας. Πρέπει όμως να γνωρίζομε ότι όταν η μάχη γίνεται με πραγματική συμπλοκή μεταξύ ψυχής και σατανά, εννοώ στην περίπτωση της παιδευτικής παραχωρήσεως, τότε η χάρη υποχωρεί, όπως προείπα, αλλά βοηθεί την ψυχή χωρίς αυτή να το γνωρίζει, για να επιδείξει στους εχθρούς της ψυχής ότι η νίκη είναι μόνο δική της».

    → Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι (Άγιοι)
  • Κύριε Ελέησον

    Ερμηνεία του "Κύριε Ελέησον"

    Συνοπτικά σχόλια: Και αυτό το μικρό κείμενο, που πραγματεύεται με χαριτωμένη απλότητα για την μονολόγιστη ευχή, παραδίδεται από τους συλλέκτες των πατερικών κειμένων της Φιλοκαλίας ανωνύμως και μέσα από τις προθέσεις τους να γνωσθεί και να καλλιεργείται από τον λαόν του Θεού η γλυκύτατη νοερά προσευχή. Για να θεμελιώσει δε την αναγκαιότητα της εκζητήσεως του θείου ελέους, ο συντάκτης του μικρού αυτού δοκιμίου ανατρέχει στην εποχή των Αποστόλων, που παρέδωσαν την ευχή, συμφώνως και προς άλλους διδασκάλους της νοεράς προσευχής. Παρ' ότι περιέχει απόψεις κοινές πλέον, γύρω από την ευχή του Ιησού, όμως, στην απλότητα του, οικοδομεί, πείθει, κατανύσσει με την ιδιαίτερη χάρη του, οπότε και με αυτό επιτυγχάνεται ο σκοπός των εκδοτών της Φιλοκαλίας, ώστε να δικαιούται να ενσωματωθεί σ' αυτή.

    Κείμενο: Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και συντομότερα «Κύριε ελέησον», από τον καιρό των Αποστόλων χαρίστηκε στους Χριστιανούς και ορίστηκε να το λένε ακατάπαυστα, όπως και το λένε. Τι σημαίνει όμως τούτο το «Κύριε ελέησον», είναι πολύ λίγοι σήμερα που το ξέρουν, κι έτσι φωνάζουν καθημερινά ανωφελώς, αλλοίμονο, και ματαίως το «Κύριε ελέησον», και το έλεος του Κυρίου δεν το λαβαίνουν γιατί δεν ξέρουν τι ζητούν. Γι' αυτό πρέπει να ξέρομε πως ο Υιός και Λόγος του Θεού, αφότου σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος και υπέμεινε τόσα πάθη και σταυρώθηκε και χύνοντας το πανάγιο αίμα Του εξαγόρασε τον άνθρωπο από τα χέρια του διαβόλου, από τότε έγινε Κύριος και εξουσιαστής της ανθρώπινης φύσεως. Και προτού βέβαια σαρκωθεί ήταν Κύριος όλων των κτισμάτων, ορατών και αοράτων, ως δημιουργός και ποιητής τους, όμως των ανθρώπων και των δαιμόνων που δε θέλησαν από μόνοι τους να τον έχουν Κύριο και εξουσιαστή τους, δεν ήταν και Αυτός Κύριος τους, ο Κύριος όλου του κόσμου. Ο πανάγαθος Θεός δηλαδή, και τους Αγγέλους και τους ανθρώπους τους έκανε αυτεξούσιους και τους χάρισε το λογικό, να έχουν γνώση και διάκριση· γι' αυτό, ως δίκαιος που είναι και αληθινός, δε θέλησε να τους αφαιρέσει το αυτεξούσιο και να τους εξουσιάζει με τη βία και χωρίς τη θέλησή τους. Αλλά εκείνους που θέλουν να είναι κάτω από την εξουσία και διακυβέρνησή Του, εκείνους ο Θεός και τους εξουσιάζει και τους κυβερνά· εκείνους πάλι που δε θέλουν, τους αφήνει να κάνουν το θέλημα τους, ως αυτεξούσιοι που είναι. Για τούτο και τον Αδάμ που πλανήθηκε από τον αποστάτη διάβολο κι έγινε κι αυτός αποστάτης του Θεού και δε θέλησε να υπακούσει στην εντολή Του, τον άφησε ο Θεός στο αυτεξούσιό του και δε θέλησε να τον εξουσιάζει τυραννικά.

    Αλλά ο φθονερός διάβολος που τον πλάνησε εξαρχής, δεν έπαψε κι έπειτα να τον πλανά, ώσπου τον έκανε παρόμοιο στην αλογία με τα κτήνη τα ανόητα και ζούσε πλέον σαν ζώο άλογο και ανόητο. Μα ο πολυέλεος Θεός τον σπλαχνίστηκε τελικά κι έτσι χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη(Ψαλμ. 17, 10) κι έγινε άνθρωπος για τον άνθρωπο· και με το πανάχραντο αίμα Του τον λύτρωσε από τη δουλεία της αμαρτίας και δια μέσου του ιερού Ευαγγελίου τον οδήγησε πως να ζει θεάρεστα. Και, κατά τον Θεολόγο Ιωάννη, μας έδωσε εξουσία να γίνομε τέκνα Θεού(Ιω. 1, 12) και με το θείο βάπτισμα μας αναγέννησε και μας ανέπλασε και με τα άχραντά Του μυστήρια τρέφει καθημερινά την ψυχή μας και τη ζωογονεί. Και μ' ένα λόγο, με την άκρα Του σοφία βρήκε τον τρόπο να μένει πάντοτε αχώριστος μ' εμάς κι εμείς με Αυτόν, για να μην έχει πλέον καθόλου τόπο σ' εμάς ο διάβολος. Ορισμένοι όμως από τους Χριστιανούς, ύστερα από τόσες χάριτες που αξιώθηκαν και υστέρα από τόσες ευεργεσίες που έλαβαν από τον Δεσπότη Χριστό, πλανήθηκαν πάλι από το διάβολο και εξαιτίας του κόσμου και της σάρκας ξεμάκρυναν από το Θεό και κατακυριεύονται από την αμαρτία και από το διάβολο κάνοντας τα θελήματά του. Όμως δεν είναι τελείως αναίσθητοι ώστε να μην αισθάνονται το κακό που έπαθαν. Καταλαβαίνουν το σφάλμα τους και γνωρίζουν την υποδούλωσή τους, αλλά δεν μπορούν αυτοί μόνοι τους να γλυτώσουν και γι' αυτό προστρέχουν στο Θεό και φωνάζουν το «Κύριε ελέησον» για να τους ευσπλαχνιστεί ο πολυέλεος Κύριος και να τους ελεήσει, να τους δεχτεί σαν τον άσωτο υιό(Λουκ. 15, 20) και να τους δώσει πάλι τη θεία χάρη Του και μέσω αυτής να γλυτώσουν από τη δουλεία της αμαρτίας, ν' απομακρυνθούν από τους δαίμονες και να λάβουν πάλι την ελευθερία τους, για να μπορέσουν με τον τρόπο αυτό να ζήσουν θεάρεστα και να φυλάξουν τις εντολές του Θεού. Αυτοί λοιπόν οι Χριστιανοί που, όπως είπαμε, με τέτοιο σκοπό φωνάζουν το «Κύριε ελέησον», αυτοί θα επιτύχουν εξάπαντος και το έλεος του πανάγαθου Θεού και θα λάβουν τη χάρη Του να ελευθερωθούν από τη δουλεία της αμαρτίας και να σωθούν. Εκείνοι όμως που δεν έχουν είδηση από αυτά που είπαμε, μήτε γνωρίζουν τη συμφορά τους που είναι καταδουλωμένοι στα θελήματα της σάρκας και στα κοσμικά πράγματα, μήτε έχουν ευκαιρία να συλλογιστούν την υποδούλωση τους, αλλά χωρίς τέτοιο σκοπό φωνάζουν μόνο το «Κύριε ελέησον», περισσότερο από συνήθεια, αυτοί πως είναι δυνατό να λάβουν το έλεος του Θεού; Και μάλιστα τέτοιο θαυμάσιο και άπειρο έλεος; Γιατί είναι καλύτερα να μη λάβουν το έλεος του Θεού, παρά να το λάβουν και πάλι να το χάσουν, επειδή τότε είναι διπλό το φταίξιμο τους. Άλλωστε, αν κανείς δώσει κανένα πετράδι πολύτιμο στα χέρια μικρού παιδιού ή κανενός αγροίκου άνθρωπου που να μην ξέρει τι αξίζει, και αυτοί το πάρουν στα χέρια τους και το χάσουν, είναι φανερό πως δεν το έχασαν εκείνοι αλλά αυτός που τους το έδωσε.

    Και για να καταλάβεις καλύτερα τα λεγόμενα, συλλογίσου πως στον κόσμο τούτο εκείνος που είναι άπορος και φτωχός και θέλει να πάρει ελεημοσύνη από κάποιο πλούσιο, πηγαίνει και του λέει «ελέησον με», δηλαδή «λυπήσου με για τη φτώχεια μου και δος μου τα αναγκαία». Και πάλι, εκείνος που έχει χρέος και θέλει να του το χαρίσει ο δανειστής του, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «λυπήσου με για την ανέχειά μου και χάρισέ μου αυτό που σου χρωστώ». Όμοια και ο φταίχτης, θέλοντας να τον συγχωρήσει εκείνος στον οποίο έφταιξε, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «συγχώρεσέ με για ό,τι σου έκανα». Από την άλλη μεριά, ο αμαρτωλός φωνάζει στο Θεό το «Κύριε ελέησον» και δεν ξέρει μήτε τι λέει, μήτε γιατί το λέει, αλλά μήτε τι είναι το έλεος του Θεού που τον παρακαλεί να του το δώσει, μήτε σε τι τον συμφέρει το έλεος που ζητά, και μόνο από συνήθεια φωνάζει «Κύριε ελέησον», χωρίς να ξέρει τίποτε. Πως λοιπόν να του δώσει ο Θεός το έλεός Του, αφού αυτός, καθώς δεν το ξέρει, το καταφρονεί και πάλι το χάνει σύντομα και αμαρτάνει περισσότερο; Το έλεος του Θεού δεν είναι άλλο, παρά η χάρη του Παναγίου Πνεύματος, την οποία πρέπει να ζητούμε από το Θεό εμείς οι αμαρτωλοί και να φωνάζομε ακατάπαυστα το «Κύριε ελέησον», δηλαδή «λυπήσου με, Κύριε μου, τον αμαρτωλό, στην ελεεινή κατάσταση που βρίσκομαι, και δέξου με πάλι στη χάρη Σου· δος μου πνεύμα δυνάμεως, για να με δυναμώσει ν' αντισταθώ στους πειρασμούς του διαβόλου και στην κακή συνήθεια της αμαρτίας· δος μου πνεύμα σωφρονισμού, για να σωφρονιστώ, να έρθω σε αίσθηση του εαυτού μου και να διορθωθώ· δος μου πνεύμα φόβου, για να σε φοβούμαι και να φυλάγω τις εντολές Σου· δος μου πνεύμα αγάπης για να σε αγαπώ και να μην απομακρύνομαι πλέον από κοντά Σου· δος μου πνεύμα ειρήνης, για να φυλάγει την ψυχή μου ειρηνική και να συγκεντρώνω όλους μου τους λογισμούς και να είμαι ήσυχος και ατάραχος· δος μου πνεύμα καθαρότητας, για να με φυλάγει καθαρό από κάθε μολυσμό· δος μου πνεύμα πραότητας, για να είμαι ήμερος στους αδελφούς μου Χριστιανούς και να απέχω από το θυμό· δος μου πνεύμα ταπεινοφροσύνης, για να μη φαντάζομαι τα υψηλά και υπερηφανεύομαι».

    Εκείνος λοιπόν που γνωρίζει την ανάγκη που έχει από όλα αυτά και τα ζητά από τον πολυέλεο Θεό, φωνάζοντας το «Κύριε ελέησον», αυτός βεβαιότατα θα λάβει εκείνο που ζητά και θα επιτύχει το έλεος και τη θεία χάρη του Κυρίου. Όποιος όμως δεν ξέρει τίποτε από αυτά που είπαμε, αλλά από συνήθεια μόνο φωνάζει το «Κύριε ελέησον», αυτός δεν είναι δυνατό να λάβει ποτέ το έλεος του Θεού· γιατί και πρωτύτερα έλαβε πολλές χάριτες από το Θεό μα δεν τις αναγνώρισε, μήτε ευχαρίστησε το Θεό που του τις έδωσε. Αυτός έλαβε το έλεος του Θεού όταν πλάστηκε κι έγινε άνθρωπος· έλαβε το έλεος του Θεού όταν αναπλάστηκε με το άγιο βάπτισμα κι έγινε ορθόδοξος Χριστιανός· έλαβε το έλεος του Θεού όταν γλύτωσε από τόσους κινδύνους ψυχικούς και σωματικούς που δοκίμασε στη ζωή του· έλαβε το έλεος του Θεού τόσες φορές που αξιώθηκε να κοινωνήσει τα άχραντα μυστήρια· έλαβε το έλεος του Θεού όσες φορές αμάρτησε στο Θεό και τον πίκρανε με τις αμαρτίες του και δεν εξολοθρεύτηκε, μήτε τιμωρήθηκε παιδαγωγικά όπως του έπρεπε· έλαβε το έλεος του Θεού όταν με διάφορους τρόπους ευεργετήθηκε από το Θεό και δεν το αναγνώρισε, αλλά όλα τα λησμόνησε και δε φρόντισε καθόλου για τη σωτηρία του. Αυτός λοιπόν ο Χριστιανός πως να λάβει το έλεος του Θεού χωρίς να το αισθάνεται και χωρίς να γνωρίζει πως δέχεται τέτοια χάρη από το Θεό, καθώς είπαμε, μήτε να ξέρει τι λέει, αλλά να φωνάζει μόνο το «Κύριε ελέησον» χωρίς κανένα στόχο και σκοπό, εκτός από μόνη τη συνήθεια;

     

    → Μάρκος ο Ευγενικός (Άγιος)
  • Ο απόστολος Παύλος λέει τον εαυτό του "πρώτο από τους αμαρτωλούς"

    Και ποιος είμαι λοιπόν εγώ, ο χειρότερος, ο πιο αναίσθητος και πιο αδύνατος από όλους; Τι να ονομάσω τον εαυτό μου; Ο Αβραάμ αποκαλεί τον εαυτό του "χώμα και στάχτη"· ο Δαβίδ, "ψόφιο σκύλο και ψύλλο μεταξύ των Ισραηλιτών"· ο Σολομών, "μικρό παιδί που δεν ξεχωρίζει δεξιά ή αριστερά". Οι τρεις παίδες λένε: "Γίναμε ντροπή κι ονειδισμός"· ο προφήτης Ησαΐας λέει: "Ταλαίπωρος που είμαι!"· ο προφήτης Αββακούμ λέει: "Εγώ είμαι μικρός στην ηλικία". Ο απόστολος Παύλος λέει τον εαυτό του "πρώτο από τους αμαρτωλούς"· και όλοι οι άλλοι Άγιοι λένε ότι δεν είναι τίποτε. Εγώ λοιπόν τι θα κάνω; Που θα κρυφτώ από τις πολλές μου αμαρτίες; Τι θα γίνω εγώ που είμαι μηδέν, και χειρότερος από το μηδέν; Γιατί το μηδέν δεν αμάρτησε, ούτε ευεργετήθηκε όπως εγώ. Αλοίμονο, πώς θα περάσω τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής μου; Πώς θα ξεφύγω τις παγίδες του διαβόλου; Οι δαίμονες είναι άγρυπνοι και άυλοι, κι ο θάνατος κοντά, κι εγώ αδύνατος. Κύριε βοήθησέ με, μην αφήσεις το πλάσμα σου να χαθεί, αφού Εσύ νοιάζεσαι για μένα τον άθλιο. Φανέρωσέ μου Κύριε, δρόμο να βαδίσω, γιατί σε Σένα ανύψωσα την ψυχή μου. Μη μ' εγκαταλείψεις Κύριε, Θεέ μου, μην απομακρυνθείς από μένα· πλησίασε και βοήθησέ με, Κύριε της σωτηρίας μου».

    Και έτσι συντρίβεται η ψυχή από αυτά τα λόγια, αν έχει κάποια αίσθηση. Κι όταν πολυκαιρίσει κανείς σ' αυτά και αποκτήσει το θείο φόβο

    → Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός
  • Όπου υπάρχει φόβος, εκεί υπάρχει τήρηση των εντολών

    Να γνωρίζεις λοιπόν φίλτατε ότι ο φόβος του Θεού είναι δύο ειδών, ο φόβος των αρχαρίων και ο φόβος των τελείων. Για το πρώτο είδος έχει γραφεί: «Αρχή της σοφίας είναι ο φόβος του Κυρίου» (Παροιμ. 1, 7), και: «Ελάτε, τέκνα, ακούστε με· θα σας διδάξω το φόβο του Κυρίου» (Ψαλμ. 33, 12), και ότι «με το φόβο του Κυρίου φεύγει καθένας από το κακό» (Παροιμ. 15, 27), και: «Όπου υπάρχει φόβος, εκεί υπάρχει τήρηση των εντολών».

    → Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι (Άγιοι)